Ενώπιον μίας μεγάλης πρόκλησης βρίσκεται ο κατασκευαστικός κλάδος, αφού ο όγκος των έργων υποδομής που θα κληθούν να υλοποιήσουν οι κατασκευαστικές εταιρείες βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, αν και υπάρχουν τρωτά σημεία. Με βάση την ανάλυση των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας εκτιμάται ότι επιχορηγήσεις ύψους 9,9 δισ. ευρώ θα κατευθυνθούν σε έργα που έχουν άμεση σχέση με τις κατασκευές, κινητοποιώντας συνολικούς πόρους ύψους 12,8 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ για λογαριασμό του ΤΜΕΔΕ, ο κλάδος πέρασε διά πυρός και σιδήρου όλη την προηγούμενη 15ετία, λόγω της κατακόρυφης συρρίκνωσης της οικοδομικής δραστηριότητας, του υψηλού πληθωρισμού και της αύξησης του κόστους των υλικών. Τώρα ο κατασκευαστικός κλάδος είναι αντιμέτωπος με ζητήματα που σχετίζονται με το εργατικό δυναμικό και τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων του κλάδου, το θεσμικό πλαίσιο του συστήματος παραγωγής δημοσίων έργων και τον εθνικό σχεδιασμό για τις υποδομές, την ενσωμάτωση της τεχνολογίας και την ψηφιοποίηση των κατασκευών. Αν ληφθούν σοβαρά αυτές υπόψιν αυτές οι παράμετροι θα ενισχυθεί η παραγωγικότητα του κλάδου, αλλά και η υιοθέτηση των προτύπων ESG από τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νίκος Βέττας σημείωσε πως ο κλάδος βρίσκονταν για καιρό σε ένα στάδιο οριακής συντήρησης. Ωστόσο, τα βλέμματα στρέφονται εκ νέου στον κατασκευαστικό κλάδο, με τις επενδύσεις και το «ξεμπλοκάρισμα» μεγάλων έργων να αναπτερώνουν τις ελπίδες για επανεκκίνηση της ανάπτυξης. Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η αξία παραγωγής του κλάδου των Κατασκευών εκτιμάται ότι έφτασε το 2023 τα 12,8 δισ. ευρώ, επίπεδο υψηλότερο κατά 84% συγκριτικά με το 2017. Η ανεπάρκεια εργατικού δυναμικού προβάλλει ως το βασικό εμπόδιο ανάπτυξης των κατασκευών το 2023, ενώ και οι δυσκολίες χρηματοδότησης αξιολογούνται επίσης αρνητικά ως προς την επίπτωσή τους στην κατασκευαστική δραστηριότητα. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού συνεπάγεται καθυστερήσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση του προϋπολογισμού και μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων των έργων. Σύμφωνα με τη μελέτη, το σύνολο των εργαζόμενων στις Κατασκευές θα πρέπει να αυξηθεί την περίοδο 2024-2026 σε περίπου 250 χιλ. εργαζόμενους, επίπεδο που είναι κατά 51 έως 55 χιλ. εργαζόμενους υψηλότερο σε σύγκριση με το σύνολο της απασχόλησης στις Κατασκευές το 2022 (197 χιλ. εργαζόμενοι). Σύμφωνα με τη μελέτη η χώρα στην τελευταία θέση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ ως προς τη συμμετοχή των νέων (15-24) στο εργατικό δυναμικό του κλάδου των κατασκευών το 2022.
Επιπλέον, η προοπτική περαιτέρω ανάπτυξης των κατασκευαστικών έργων τα επόμενα χρόνια δημιουργεί ανάγκες πρόσθετης χρηματοδότησης, περιλαμβανομένων των εγγυήσεων για τη συμμετοχή και την καλή εκτέλεση των έργων και απαιτεί μείωση των καθυστερήσεων πληρωμών των κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Οι δυσκολίες στη χρηματοδότηση και το χρηματοδοτικό κενό μπορεί να περιοριστούν με τη χρήση διάφορων χρηματοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυητικά κεφάλαια, επιδότηση επιτοκίου, κ.ά.).Το στοίχημα δεν είναι απλώς να εκταμιευτούν κοινοτικοί πόροι 21 δισ. ευρώ, όσα δηλαδή υπολείπονται από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά να απορροφηθούν. Το πιο δύσκολο κομμάτι εξάλλου είναι το δεύτερο μέρος του προγράμματος. Σε αυτό το δεύτερο μέρος, που μόλις ξεκίνησε, είναι και το πιο πιθανό να δούμε καθυστερήσεις. Στο πρώτο μέρος τα ορόσημα για τις εκταμιεύσεις ήταν κυρίως μεταρρυθμίσεις, δηλαδή ψήφιση νόμων, εύκολες σχετικά διαδικασίες, χωρίς μεγάλα ρίσκα καθυστερήσεων. Και μπορεί να έχει ολοκληρωθεί το 40% των μεταρρυθμιστικών οροσήμων, όμως μπαίνουμε στην καρδιά του προγράμματος όσον αφορά τις μεγάλες υποδομές.
Το αγκάθι της χρηματοδότησης
Η χρηματοδότηση του κλάδου των Κατασκευών από τα εγχώρια Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν σημείωσε σημαντική μεταβολή τα έτη 2020 και 2021, καθώς τα νέα δάνεια ανήλθαν σε 273 και 289 εκατ. ευρώ αντιστοίχως. Μεγάλη αύξηση σημειώθηκε το 2022, όταν τα νέα δάνεια ανήλθαν σε 602 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, το 2023, παρά την περαιτέρω άνοδο της κατασκευαστικής δραστηριότητας, η χρηματοδότηση των Κατασκευών υποχώρησε στα 280 εκατ. ευρώ. Η σημαντική άνοδος του κόστους δανεισμού το 2023 ήταν ένας από τους παράγοντες που ενδεχομένως επηρέασαν τις ροές χρηματοδότησης. Την περίοδο 2020-2023, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου έλαβαν κατά μέσο όρο το 72% των νέων δανείων και οι μεγάλες το υπόλοιπο 28%. Όπως τονίζεται στη μελέτη του ΙΟΒΕ, η ανάπτυξη των δημόσιων και ιδιωτικών κατασκευαστικών έργων, η συμμετοχή σε δημόσια έργα και ο εκσυγχρονισμός του παραγωγικού δυναμικού του κλάδου θα απαιτήσουν αυξημένους πόρους χρηματοδότησης από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τόσο σε κεφάλαια κίνησης όσο και σε μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα δανειακά κεφάλαια.
Στη μελέτη του ΙΟΒΕ επισημαίνεται επίσης η ανάγκη συστηματικής λειτουργίας του μηχανισμού καθορισμού των συντελεστών αναθεώρησης των τιμών που θα καλύπτει όλο το φάσμα των επιμέρους στοιχείων κόστους, ώστε να περιορίζεται η αβεβαιότητα για τους συμμετέχοντες σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων και τα σχετικά προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν στη διάρκεια υλοποίησης των έργων. Σε αυτό θα συμβάλλει η ανάπτυξη, λειτουργία και διαχείριση του Ενιαίου Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών και του Ηλεκτρονικού Συστήματος Προσδιορισμού Κόστους Συντελεστών Παραγωγής Τεχνικών Έργων.
Τα χαμηλά ποσοστά ψηφιοποίησης αλλά και η υστέρηση επενδύσεων από τις κατασκευαστικές επιχειρήσεις, αποτελούν δύο μείζονες προκλήσεις για την ανθεκτικότητα και την ανταγωνιστικότητα του τομέα. Ο τρόπος κατασκευής, διαχείρισης και παρέμβασης στο δομημένο περιβάλλον μετασχηματίζεται με ταχείς ρυθμούς, με την ανάπτυξη πολυάριθμων εφαρμογών BIM (Building Information Modelling), IoT (Internet of Things), αισθητήρων, ρομπότ, drones, εργαλείων σάρωσης, επιτόπιο αυτοματισμό, προκατασκευή, τρισδιάστατη εκτύπωση, κ.ά. Η εφαρμογή του BIM εκτιμάται ότι θα συμβάλλει καταλυτικά στην παράγωγη βιώσιμων και ανθεκτικών έργων, βελτιώνοντας τη διαδικασία ανάθεσης μελετών, κατασκευής και συντήρησης των δημόσιων έργων. Για την ενσωμάτωση των αλλαγών που προϋποθέτει η Εθνική Στρατηγική BIM απαιτείται χρόνος για την ευρεία ανάπτυξη των απαραίτητων δεξιοτήτων, ώστε οι επιχειρήσεις του κλάδου να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις και να προμηθευτούν τον απαραίτητο εξοπλισμό.
Η διαχείριση των θεμάτων περιβάλλοντος, κοινωνίας και εταιρικής διακυβέρνησης (ESG) είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντική για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των κατασκευαστικών επιχειρήσεων σε επενδυτικά και χρηματοδοτικά κεφάλαια. Τέλος, στη μελέτη τονίζεται η ανάγκη σύνταξης Εθνικού Στρατηγικού Σχεδιασμού Υποδομών και Κατασκευών, στον οποίο θα τίθενται προτεραιότητες, θα καθορίζονται οι προγραμματισμένες και προβλεπόμενες επενδύσεις σε μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές υποδομές, θα εξειδικεύονται οι πόροι χρηματοδότησης για κρίσιμα έργα υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησής τους, και θα προσδιορίζονται οι ανάγκες εργατικού δυναμικού και ανάπτυξης δεξιοτήτων για την υλοποίησή τους. Στόχος είναι να είναι ευδιάκριτες οι προτεραιότητες και εξειδίκευση πόρων χρηματοδότησης για κρίσιμα έργα υποδομής στους τομείς Μεταφορών, Ενέργειας, Επικοινωνιών, Αντιπλημμυρικών Έργων, Άρδευσης, Ύδρευσης, Αποβλήτων, κατόπιν αναλύσεων των εθνικών στρατηγικών στόχων ανάπτυξης και ενδελεχών αναλύσεων κόστους – οφέλους για υποψήφια έργα υποδομής.
Πάντως, οι επενδύσεις σε Κατασκευές εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν σημαντικά το μερίδιό τους στο ΑΕΠ την περίοδο 2023-2026. Μεσοπρόθεσμα εκτιμώνται επιπρόσθετες επενδύσεις σε υποδομές και κατοικίες ετησίως ύψους έως 3,0% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο (συγκριτικά με το 2022) –με το ποσοστό των επενδύσεων σε κατασκευαστικά έργα να φτάνει μέχρι το 8,6% του ΑΕΠ το 2025 από 4,8% το 2022. Τέλος, εκτιμάται ότι η αξία παραγωγής των κατασκευαστικών έργων υποδομών και κατοικιών θα ακολουθήσει ισχυρή ανοδική πορεία την περίοδο 2024-2026, ξεπερνώντας τα 18 δισ. ευρώ το 2025, από 10,3 δισ. ευρώ το 2022. Όπως εκτιμά το ΙΟΒΕ, τα έργα στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) και οι πόροι του ΕΣΠΑ 2021 – 2027 σε συνδυασμό με τις ιδιωτικές επενδύσεις (περιλαμβάνοντας τις επενδύσεις σε κατοικίες) θα κινητοποιήσουν κατά την περίοδο 2024 – 2026 συνολικά πόρους άνω των 52 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανόμενης και της τραπεζικής χρηματοδότησης. Συνεπώς, οι επενδύσεις σε κατασκευές –κυρίως στις υποδομές– εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν σημαντικά το μερίδιό τους στο ΑΕΠ την περίοδο 2024 – 2026.