Τα τελευταία χρόνια, ο κλάδος της εξόρυξης και των μετάλλων έχει εξελιχθεί σε έναν βασικό κρίκο της αλυσίδας που ονομάζεται πράσινη μετάβαση. Οι τεράστιες ποσότητες πρώτων υλών που απαιτούνται για αυτό το πρωτόγνωρο, από άποψη μεγεθών και χρονοδιαγραμμάτων, εγχείρημα, αυξάνουν τη σημασία ενός κλάδου που από μέρος του προβλήματος, λόγω του περιβαλλοντικού αντικτύπου των εξορύξεων, έχει μετατραπεί πλέον σε μέρος της λύσης.
Οι μεγάλες επενδύσεις που χρειάζεται να γίνουν δημιουργούν προκλήσεις, αλλά και «παράθυρα ευκαιριών». Σε έκθεση που δημοσίευσε πρόσφατα η EY αναδεικνύει τους δέκα κορυφαίους κινδύνους και ευκαιρίες που φέρνει στις εταιρείες εξόρυξης και μετάλλων το 2025.
- Κεφάλαιο: Οι εταιρείες εξόρυξης συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν αυξημένο έλεγχο από τους επενδυτές, ως προς την πορεία των επενδύσεων, ενώ έντονη είναι η εστίασή τους στην πειθαρχία των κεφαλαίων και στην επίτευξη υψηλότερων αποδόσεων. Οι εταιρείες συχνά προβαίνουν σε συγχωνεύσεις, εξαγορές και αποσχίσεις μη βασικών ή ταχέως αναπτυσσόμενων περιουσιακών στοιχείων. Σε πρόσφατη έρευνα EY CEO Outlook Pulse, όλοι οι συμμετέχοντες από τον κλάδο της εξόρυξης και των μετάλλων δήλωσαν ότι σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν κάποια συναλλαγή τους επόμενους 12 μήνες. Οι εταιρείες εξόρυξης μπορεί να εξετάσουν συνεργασίες, κοινοπραξίες (JVs) ή ενσωμάτωση για να μετριάσουν τον κίνδυνο σε μεγάλα έργα
- Περιβαλλοντική διαχείριση: Τα κριτήρια ESG επιδρούν όλο και περισσότερο στην πολιτική που ακολουθούν οι εταιρείες εξόρυξης πρώτων υλών και έχει παρατηρηθεί σε αρκετές περιπτώσεις αύξηση των προσπαθειών για σωστή περιβαλλοντική διαχείριση, με τα απόβλητα και το νερό να παραμένουν προτεραιότητες και καινοτόμα έργα να βοηθούν προς αυτόν τον σκοπό.
- Γεωπολιτική: Η εργαλειοποίηση των πρώτων υλών γίνεται ένα όλο και πιο συχνό φαινόμενο, με πρόσφατα παραδείγματα τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, αλλά και Ρωσίας και ΗΠΑ, στις λεγόμενες κρίσιμες πρώτες ύλες. Αυτή η πρακτική αναμένεται να συνεχιστεί και το 2025, δημιουργώντας προκλήσεις, αλλά αναδεικνύοντας και τη σημασία της διαφοροποίησης των προμηθευτών πρώτων υλών και τον κίνδυνο εξάρτησης από έναν ή λίγους προμηθευτές.
- Εξάντληση πόρων και αποθεμάτων: Οι εταιρείες του κλάδου θα πρέπει να συνεχίσουν να αναπτύσσουν πιο αποδοτικούς τρόπους εξόρυξης και αξιοποίησης των ορυκτών και των πρώτων υλών, προκειμένου να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση, προστατεύοντας παράλληλα το περιβάλλον. Όπως αναφέρει η EY, «αυτό το πολύπλοκο πρόβλημα προκαλείται από διασυνδεδεμένους παράγοντες. Η μείωση της περιεκτικότητας των κοιτασμάτων αυξάνει το κόστος εξόρυξης. Οι προϋπολογισμοί για την εξερεύνηση αυξάνονται, αλλά μαζί τους αυξάνονται και τα κόστη, ενώ γίνονται λιγότερες ανακαλύψεις».
- Άδεια λειτουργίας: Η έκθεση αναφέρει πως η ενίσχυση της κοινωνικής επίδρασης και της εμπιστοσύνης των ντόπιων κοινοτήτων παραμένει ψηλά στην ατζέντα των εταιρειών εξόρυξης και των επενδυτών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι κοινότητες και οι κυβερνήσεις αναμένουν από τις εταιρείες εξόρυξης να προσφέρουν περισσότερα στις κοινότητες και να αφήνουν θετική κληρονομιά για το μέλλον.
- Αύξηση κόστους και παραγωγικότητας: Οι εταιρείες εξόρυξης συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν υψηλά κόστη, κυρίως γύρω από το εργατικό δυναμικό και την ενέργεια. Πολύ κρίσιμη για την αύξηση της παραγωγικότητας και της ασφάλεια ταυτόχρονα, είναι η ύπαρξη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, το οποίο συχνά είναι δύσκολο να βρεθεί.
- Κλιματική αλλαγή: Η προσοχή στις εκπομπές Scope 1 και 2 αυξάνεται, αλλά αυξάνεται επίσης η εμπιστοσύνη των εταιρειών εξόρυξης στην επίτευξη των στόχων μείωσης, εν μέρει λόγω της προόδου στην απανθρακοποίηση των δραστηριοτήτων τους. Συγκεκριμένα, η EY σημειώνει πως η ένταση εκπομπών άνθρακα στα ορυχεία έχει μειωθεί κατά περίπου 10% από το 2020, κυρίως μέσω της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ωστόσο, υπάρχει ανάγκη για ακόμη μεγαλύτερες προσπάθειες ώστε να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι που έχουν τεθεί.
- Νέα έργα: Σύμφωνα με την EY, «κατά τις επόμενες τρεις δεκαετίες, ο τομέας θα πρέπει να εξορύξει περισσότερα ορυκτά από όσα έχουν εξορυχθεί συνολικά τα τελευταία 70.000 χρόνια, για να καλύψει την εκθετική ζήτηση σε κρίσιμα ορυκτά που απαιτούνται για τη μετάβαση στην ενέργεια». Αυτά τα νούμερα ασφαλώς «ζαλίζουν» και υπάρχει ανάγκη να καλυφθεί το χάσμα στη ζήτηση μέσω μείωσης της γραφειοκρατίας και του κόστους εκκίνησης νέων έργων.
- Αλλαγή επιχειρηματικών μοντέλων: Στην προσπάθειά τους να αυξήσουν την αξία που προσφέρουν, οι εταιρείες εξόρυξης και μετάλλων επανεξετάζουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα, με πολλές από αυτές να επικεντρώνονται στις ευκαιρίες που προσφέρει η βιωσιμότητα.
- Καινοτομία: Η καινοτομία ήταν, είναι και θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την υιοθέτηση πιο αποδοτικών πρακτικών, πιο φιλικών προς το περιβάλλον και με χαμηλότερο οικονομικό κόστος για τους επενδυτές. Συνεπώς, η συνεχής έρευνα και ανάπτυξη νέων τεχνικών (R&D) είναι μονόδρομος. Παράλληλα, για την ανάπτυξη της καινοτομίας είναι απαραίτητη και η ύπαρξη συνεργειών.
Συνολικά, ο κλάδος της εξόρυξης και των μετάλλων θα συνεχίσει να αναπτύσσεται το 2025, με προκλήσεις, αλλά και ευκαιρίες να υπάρχουν για τους επενδυτές. Παρά ταύτα, η έκθεση της EY αποκαλύπτει πως ο κλάδος είναι έτοιμος να υιοθετήσει τις απαραίτητες αλλαγές για να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση ενός μεταβαλλόμενου ενεργειακού συστήματος. Οι εταιρείες που προχωρούν σε ουσιαστικές, μετασχηματιστικές αλλαγές στις δραστηριότητές τους μπορούν να διαμορφώσουν το μέλλον τους με αυτοπεποίθηση, να επιταχύνουν την πορεία προς νέες αξίες και να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Διαβάστε ακόμη