Ένας αγώνας δρόμου έχει ξεκινήσει σε Ευρώπη και Κίνα για την αναζήτηση αλουμινίου, αφού πρόκειται για το μέταλλο της πράσινης μετάβασης. Ο CEO και πρόεδρος της Metlen Energy & Metals, Ευάγγελος Μυτιληναίος έκανε λόγο για έλλειψη στην παραγωγή του το επόμενο διάστημα και απουσία πρώτης ύλης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς, η Αυστραλία και άλλοι φιλοδυτικοί σύμμαχοι έχουν αναδείξει σε μείζον γεωπολιτικό ζήτημα τη δημιουργία αλυσίδων τροφοδοσίας για τα μέταλλα και την τεχνολογία της λεγόμενης «Πράσινης» Οικονομίας, την ώρα που προσπαθούν να μειώσουν τις εκπομπές άνθρακα για να επιτύχουν τους πράσινους στόχους μέχρι το 2050.

Επί του παρόντος, οι πόροι, ο εφοδιασμός και η πενιχρή παραγωγή των «πράσινων» μετάλλων στην Ευρώπη και στον δυτικό κόσμο δεν είναι αρκετοί για να καλύψουν την έκρηξη που θα σημειώσει ο κλάδος μέχρι το 2050. Όπως ανέφερε ο Ευάγγελος Μυτιληναίος κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης, με κύριο θέμα την αλλαγή ονόματος της εταιρείας, ο λόγος για τον οποίο ανεβαίνει το αλουμίνιο αυτή τη στιγμή είναι διότι αρχίζει παγκοσμίως να λείπει ο βωξίτης.

Οι ρίζες του προβλήματος βρίσκονται όπως είπε ο κ. Μυτιληναίος στην Κίνα. Η εν λόγω χώρα προέβη σε υπερεκμετάλλευση των κοιτασμάτων. «Για να φτάσουν από την παραγωγή των 5 εκατ. τόνων σε 45 εκατ. τόνους ‘φάγανε’ τα καλύτερα κοιτάσματα και τώρα αυτά χρόνο με το χρόνο φτωχαίνουν. Έχουμε φτωχύνει κατά 13% σε περιεκτικότητα αλουμίνας, άρα χρειάζεται περισσότερος βωξίτης», σχολίασε. Επιστέγασμα αυτή της νέας συνθήκης που διαμορφώνεται είναι το γεγονός ότι η Κίνα φτάνει στο σημείο να χρειάζεται εισαγωγές. «Όταν η Κίνα βγαίνει να αγοράσει αυτό κάτι σημαίνει για την εν λόγω αγορά. Στην εξίσωση ο κ. Μυτιληναίος έβαλε μία ακόμα παράμετρο. Όπως σημείωσε το 74% των εισαγωγών της Κίνας, γίνονται από τη χώρα της Δυτικής Αφρικής, Γουινέα. Η εν λόγω χώρα χαρακτηρίζεται από γεωπολιτική αστάθεια γεγονός που προκαλεί μία αβεβαιότητα για το μέλλον των εισαγωγών.

«Αυτό σημαίνει ότι η αγορά αρχίζει και βάζει risk premium στο βωξίτη και σε αυτόν που τον έχει και γι’ αυτό αγοράζουμε βωξίτη», ανέφερε ο κ. Μυτιληναίος.

Η Metlen Energy & Metals έχει βάλει πόδι στα πλούσια κοιτάσματα βωξίτη της Γκάνας στη Δυτική Αφρική θωρακίζοντας περαιτέρω τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη της καθετοποιημένης παραγωγής αλουμίνας και αλουμινίου που ενισχύθηκε σημαντικά μετά την εξαγορά της Imerys Βωξίτες. Η άδεια παραχώρησης στην Γκάνα και τα σχέδια ανάπτυξης μονάδας παραγωγής αλουμίνας εντάσσονται στον ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό της εταιρείας σε ό,τι αφορά τη μεταλλευτική της δραστηριότητα, δίνοντας έμφαση στην ασφάλεια εφοδιασμού, τη διεύρυνση των πηγών προμήθειας βωξίτη και την ισχυροποίηση της παρουσίας της σε όλα τα στάδια της αλυσίδας αξίας της βιομηχανίας αλουμινίου. Ο βωξίτης έχει χαρακτηριστεί από την ΕΕ στρατηγική πρώτη ύλη, κρίσιμη για την ψηφιακή και ενεργειακή μετάβαση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Mytilineos είναι η μοναδική πλήρως καθετοποιημένη εταιρεία παραγωγής βωξίτη, αλουμίνας και πρωτόχυτου αλουμινίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ένας από τους σημαντικότερους παίκτες παγκοσμίως.

Την ίδια ώρα, «τρέχει» το επενδυτικό σχέδιο του ομίλου για την παραγωγή γαλλίου από βωξίτη. Πρόκειται για μία επένδυση ύψους 350 εκατ. ευρώ που αφορά τρία κρίσιμα μέταλλα το αλουμίνιο, το βωξίτη και το γάλλιο. Το διακύβευμα για την εταιρεία είναι τώρα να βρει τρόπους να μειώσει το κόστος παραγωγής του γαλλίου, κάτι που θα της δώσει τη δυνατότητα να επεκταθεί και σε νέα δραστηριότητα, όπως της παραγωγής ημιαγωγών. «Η εταιρεία διαθέτει ερευνητικό τμήμα που κάνει πολύ καλή δουλειά και βοηθά πολύ τη δραστηριότητα της εταιρείας. Σύμφωνα με το σχέδιο που έχουμε υποβάλει θα προχωρήσουμε για την ώρα στην παραγωγή γαλλίου με τον παραδοσιακό τρόπο. Ωστόσο, το ερευνητικό τμήμα, αναζητά και εναλλακτικό τρόπο παραγωγής γαλλίου για να καταφέρει να μειώσει το κόστος παραγωγής του. Αν δεν το λύσουμε αυτό δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στην παραγωγή ημιαγωγών» είπε o κ. Μυτιληναίος. Ωστόσο, μένει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αποδώσει καρπούς η έρευνα της εταιρείας και να επεκταθεί έτσι και σε ένα νέο, μεγάλης ζήτησης τομέα παραγωγικής δραστηριότητας. «Η παραγωγή γαλλίου προχωρά. Αν θα μας συνδράμει η Ευρωπαϊκή Ένωση, για την παραγωγή των τριών κρίσιμων πρώτων υλών, θα δούμε αν αυτή την επένδυση είναι σωστό να την κάνουμε στην Ελλάδα ή έπρεπε να την κάνουμε στην Αμερική», σχολίασε.

Η κινήσεις της ΕΕ και η Ρωσία που μπαίνει στο στόχαστρο

Στη σκιά της συζήτησης για τη σημασία των μετάλλων και ενώ πολλές ενεργειακές εταιρείες στρέφονται εκ νέου μεταλλευτικές δραστηριότητες που είχαν πληγεί λόγω της ενεργειακής κρίσης, το το LME του Λονδίνου μπλόκαρε τα νέα ρωσικά μέταλλα. Το Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου απαγόρευσε την παράδοση νέου ρωσικού μετάλλου μετά τις κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά άφησε ανοιχτή την πόρτα για ένα κύμα παλαιών αποθεμάτων που θα φτάσει στην αγορά και θα αυξήσει τον κίνδυνο διαταραχών στην τιμολόγηση. Κανένα ρωσικό μέταλλο που θα παραχθεί από τις 13 Απριλίου και μετά δεν θα μπορεί να παραδοθεί στο LME, το οποίο διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στον παγκόσμιο κόσμο των μετάλλων ως έδρα των τιμών αναφοράς για τα πάντα, από το αλουμίνιο έως τον ψευδάργυρο. Η Ρωσία είναι σημαντικός παραγωγός μετάλλων, αντιπροσωπεύοντας το 6% της παγκόσμιας προσφοράς νικελίου, το 5% του αλουμινίου και το 4% του χαλκού. Οι κυρώσεις απαγορεύουν τις πωλήσεις και των τριών αυτών μετάλλων στο LME. όπου καθορίζονται οι παγκόσμιες τιμές αναφοράς. καθώς και στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων του Σικάγο.

Η ένταση του ανταγωνισμού θα κορυφωθεί μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΗΠΑ με «λεία» το αλουμίνιο της Μέσης Ανατολής. Η ΕΕ βολιδοσκοπεί την κατάσταση και σκέφτεται να προβεί σε νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας και σε απαγόρευση του εν λόγω μετάλλου κατά τους επόμενους μήνες πυροδοτώντας αυξήσεις τιμών που θυμίζουν το 2018 όταν επιβλήθηκαν κυρώσεις στη Rusal. Η αντιπαράθεση για το αλουμίνιο που παράγουν χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν, θα τροφοδοτήσει ένα νέο κύμα αύξησης τιμών για τις δυτικές εταιρείες στις βιομηχανίες μεταφορών, συσκευασίας και κατασκευών – οι οποίες ήδη αντιμετωπίζουν υψηλό κόστος πρώτων υλών και μισθοδοσίας , αναφέρει το Bloomberg. Οι παραγωγοί της Μέσης Ανατολής προμήθευσαν τις διεθνείς αγορές με 6,2 εκατομμύρια μετρικούς τόνους, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 9% των παγκόσμιων προμηθειών πέρυσι, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Αλουμινίου. Περίπου δύο εκατομμύρια τόνοι στάλθηκαν στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Διαβάστε ακόμη