Η παραγωγή τσιμέντου και χάλυβα με χαμηλές εκπομπές ρύπων πρόκειται να γίνει φθηνότερη από την παραγωγή αντίστοιχων προϊόντων που παράγονται με ορυκτά καύσιμα πριν από τα μέσα του αιώνα, σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Αξιολόγησης Τεχνολογίας της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Βουλής (TAB). Οι τιμές του πράσινου χάλυβα και του τσιμέντου με χαμηλές εκπομπές θα αυξηθούν προς το τέλος της δεκαετίας του 2020, προτού φθάσουν στην ισοτιμία κόστους στα μέσα της δεκαετίας του 2030 και γίνουν φθηνότερα από τα συμβατικά παραγόμενα υλικά έως το 2045, αναφέρει το CLEW.

Τα φιλικά προς το κλίμα χημικά προϊόντα, ωστόσο, θα παραμείνουν μόνιμα ακριβότερα, εκτιμά η έκθεση. Επιπλέον, οι συντάκτες προσθέτουν ότι ο διεθνής ανταγωνισμός θα μπορούσε να καταστήσει δύσκολη τη διατήρηση των σημερινών εγχώριων όγκων παραγωγής.

Το 2023, 155 εκατομμύρια τόνοι ισοδυνάμων CO2 προήλθαν από τον βιομηχανικό τομέα της Γερμανίας – πάνω από το ένα πέμπτο των συνολικών εκπομπών της χώρας εκείνο το έτος. Η παραγωγή χάλυβα, τσιμέντου και βασικών χημικών προϊόντων αντιπροσώπευε πάνω από το 40% των βιομηχανικών αερίων του θερμοκηπίου. Εάν πρόκειται να συνεχιστεί η παραγωγή βιομηχανικών αγαθών στη Γερμανία, «οι διαδικασίες παραγωγής που χρησιμοποιούνται, οι οποίες βασίζονται κυρίως σε ορυκτούς πόρους, πρέπει να μετατραπούν σε νέες, φιλικές προς το κλίμα διαδικασίες παραγωγής», αναφέρεται στην έκθεση.

Για τη μετάβαση σε τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών απαιτούνται σωρευτικά πρόσθετες επενδύσεις ύψους σχεδόν 15 δισεκατομμυρίων ευρώ, διαπιστώνει η έκθεση. Προστίθεται ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να στηρίξουν τις εταιρείες στη διαδικασία μετασχηματισμού. Στόχος της ήταν να «αναλύσει τις τεχνικές και οικονομικές συνθήκες υλοποίησης για (σχεδόν) κλιματική ουδετερότητα έως το 2045» στις τρεις βιομηχανίες με τις περισσότερες εκπομπές.

Η έκθεση δείχνει επίσης την πορεία προς την κλιματικά ουδέτερη παραγωγή, η οποία αντιμετωπίζει μια διπλή πρόκληση: οι διαδικασίες απαιτούν γενικά μεγάλες ποσότητες ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα απελευθερώνουν CO2 κατά την κατασκευή.

Για τον τομέα του χάλυβα, η απεξάρτηση από τον άνθρακα θα απαιτούσε τη μείωση του σιδηρομεταλλεύματος με υδρογόνο αντί για κωκ (coke), γεγονός που θα απαιτούσε την ανακατασκευή ολόκληρων εργοστασίων. Μια άλλη επιλογή θα ήταν η εγκατάσταση τεχνολογίας δέσμευσης του διοξειδίου του άνθρακα στο εσωτερικό των εγκαταστάσεων. Ωστόσο, αυτό θα δέσμευε μόνο το ήμισυ περίπου των εκπομπών. Για τον τομέα του τσιμέντου, η δέσμευση και αποθήκευση ή χρήση άνθρακα (CCUS) θα μπορούσε να καταστήσει την παραγωγή πιο φιλική προς το κλίμα, καθώς και να μειώσει το ποσοστό του κλίνκερ (clinker) στο τσιμέντο.

Η Γερμανία στοχεύει να γίνει κλιματικά ουδέτερη έως το 2045. Η κυβέρνηση έχει θεσπίσει πολλά μέτρα για να βοηθήσει τη βιομηχανία της χώρας στη μετάβαση και να θέσει διεθνώς αποδεκτά πρότυπα.

Διαβάστε ακόμη