Ο γενικός διευθυντής της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), Διονύσιος Γκούτης, παρέδωσε την κοιτασματολογική μελέτη για τον Δημόσιο Μεταλλευτικό Χώρο (ΔΜΧ) στα Κιμμέρια Ξάνθης στην υφυπουργό Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου.
Η μελέτη ανοίγει τον δρόμο για την προκήρυξη του διαγωνισμού εκμίσθωσης. Ο Δημόσιος Μεταλλευτικός Χώρος Κιμμερίων καταλαμβάνει συνολική έκταση 237 τετραγωνικών χιλιομέτρων και η μεταλλοφορία είναι μαγνητίτης, σιδηροπυρίτης, χαλκοπυρίτης και μολυβδαινίτης, με μικρά ποσοστά συμμετοχής σεελίτη. Στη συγκεκριμένη περιοχή κατά την δεκαετία του 1970, δραστηριοποιούνταν η εταιρεία «Μεταλλευτική Εταιρεία Ελλάδος Α.Ε.» του Πρόδρομου Μποδοσάκη.
«Ένας νέος μεταλλευτικός χώρος με τον πλήρη και αναλυτικό φάκελο αξιοποίησης του είναι πλέον στα χέρια του Υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος. Είναι μια τρανή απόδειξη της διαχρονικής δουλειάς που γίνεται στην ΕΑΓΜΕ και ευελπιστώ να προχωρήσει γρήγορα η διαδικασία για την προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού εκμίσθωσης», δήλωσε ο κ. Γκούτης.
Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση στην ΕΑΓΜΕ διατίθεται ποσοστό 1,27% επί των εσόδων και έως 15 εκατ. ευρώ για τις έρευνες για κρίσιμες πρώτες ύλες.
Με αυτή την χρηματοδότηση διευκολύνεται η ανάπτυξη δράσεων για την αξιοποίηση Στρατηγικών και Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών, η οποία είναι ιδιαιτέρως σημαντική για τη στήριξη της Πράσινης Συμφωνίας, αλλά και την Εφαρμογή της Κυκλικής Οικονομίας.
Οι νέες ερευνητικές εργασίες της ΕΑΓΜΕ εντάσσονται στο πλαίσιο των Εθνικών Προγραμμάτων Μεταλλευτικής Έρευνας που εκπονούμε, τα οποία έχουν ως στόχο την αύξηση των αποθεμάτων της χώρας, με μετρήσιμα μεγέθη οικονομικής και κοινωνικής αξίας για τη χώρα.
Η Ελλάδα έχει βάλει ψηλά βάζει τον πήχη αναφορικά με τους εθνικούς ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους, για την επίτευξη των οποίων περίοπτη θέση κατέχουν οι Ορυκτές Πρώτες Ύλες, Στρατηγικές, Κρίσιμες αλλά και στο σύνολό τους. Πρόκειται, ως επί το πλείστον, για τα ορυκτά και μέταλλα που είναι απαραίτητα για την κατασκευή των τεχνολογικά προηγμένων προϊόντων της πράσινης μετάβασης, όπως τα υβριδικά και ηλεκτρικά αυτοκίνητα, οι ηλεκτρονικές συσκευές και κυκλώματα, οι μαγνήτες, οι ανεμογεννήτριες, τα φωτοβολταϊκά συστήματα, οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες συσκευών και οχημάτων, οι καταλύτες, τα καλώδια οπτικών ινών, οι ηλεκτρολυτικές κυψέλες και οι κυψέλες καυσίμου καθώς και οι αντλίες θερμότητας.
Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, η αγορά των κρίσιμων πρώτων υλών έχει διπλασιαστεί σε μέγεθος τα τελευταία πέντε χρόνια και η ζήτηση για ορυκτά όπως το λίθιο, το κοβάλτιο, το νικέλιο και ο χαλκός προβλέπεται να αυξηθεί εκθετικά τις επόμενες δεκαετίες. Οι παγκόσμιες επενδύσεις σε κρίσιμα ορυκτά αυξήθηκαν κατά 30% το 2022 μετά από αύξηση 20% το προηγούμενο έτος, με τις εταιρείες εξόρυξης να προσπαθούν να διασφαλίσουν ότι η παραγωγή ανταποκρίνεται στις ανάγκες, την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για τα συγκεκριμένα μέταλλα και ορυκτά. Παγκόσμιοι βιομηχανικοί κολοσσοί προβλέπουν μέχρι το 2030 κενά στην προσφορά χαλκού ύψους 2-4 εκατ. τόνων ή 6%-12% της δυνητικής ζήτησης ενώ ο χαλκός είναι απαραίτητος σε πολλές εφαρμογές και προϊόντα από τα καλώδια μέχρι τα αυτοκίνητα.
Υπενθυμίζεται πως σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ σε πρώτες ύλες, η Κομισιόν είχε παρουσιάσει ένα σχέδιο κανονισμού για τη διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού σε κρίσιμα υλικά. ο προτεινόμενος από την Κομισιόν κανονισμός διερευνά τις εσωτερικές και εξωτερικές διαστάσεις του ζητήματος για τη διασφάλιση του εφοδιασμού με πρώτες ύλες που είναι ζωτικής σημασίας για την ευρωπαϊκή οικονομία, και ιδίως για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Η πρόταση της Επιτροπής καθόρισε τέσσερις στόχους για την αύξηση της συμβολής των ευρωπαϊκών πρώτων υλών:
- τουλάχιστον το 10% της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ να προέρχεται από εξόρυξη στην ΕΕ
- τουλάχιστον το 40% της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ να προέρχεται από τη μεταποίηση στην ΕΕ
- τουλάχιστον το 15% της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ να προέρχεται από εγχώρια ανακύκλωση όχι περισσότερο από το 65% της ετήσιας κατανάλωσης της Ένωσης κάθε στρατηγικής πρώτης ύλης σε οποιοδήποτε σχετικό στάδιο μεταποίησης να προέρχεται από μία μόνο τρίτη χώρα