Καθώς το 2025 ανατέλλει, το ενεργειακό τοπίο της Ελλάδας και της Ευρώπης διαμορφώνεται από έντονες αλλαγές, φιλοδοξίες και προκλήσεις. Η πράσινη μετάβαση παραμένει ο κεντρικός στόχος των κυβερνήσεων και της βιομηχανίας, ενώ οι νέες τεχνολογίες και οι παγκόσμιες οικονομικές και γεωπολιτικές συνθήκες δημιουργούν τόσο ευκαιρίες όσο και εμπόδια. Σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, κ. Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη, η ανάγκη για απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα έχει γίνει το κεντρικό αφήγημα της εποχής, καθώς οι κλιματικές αλλαγές εντείνουν τα ακραία φαινόμενα. Ταυτόχρονα, οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν καταστήσει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πιο οικονομικά προσιτές από ποτέ, όπως σχολίασε σε άρθρο του που περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα του energypress.
Ο κ. Αϊβαλιώτης σημειώνει ότι, σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ), οι επενδύσεις στις ΑΠΕ και την αποθήκευση ενέργειας αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς από τη ζήτηση, οδηγώντας σε σταδιακή πτώση των τιμών. Παράλληλα, η Κίνα, με τις τεράστιες επενδύσεις στις ΑΠΕ, τις μπαταρίες και τις «πράσινες» τεχνολογίες, έχει γίνει κρίσιμος παίκτης στη διαμόρφωση της αγοράς, ενώ η ίδια αντιμετωπίζει μείωση της ενεργειακής της ζήτησης λόγω επιβράδυνσης της οικονομίας. Η σταθεροποίηση στις γεωπολιτικές εντάσεις, όπως η κρίση στην Ουκρανία, θα μπορούσε επίσης να συμβάλει σε περαιτέρω αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει ο κ. Αϊβαλιώτης, η Ευρώπη και η Ελλάδα εξακολουθούν να βρίσκονται σε μειονεκτική θέση όσον αφορά το κόστος ενέργειας. «Οι υψηλές τιμές ενέργειας σε σύγκριση με τις ανταγωνιστικές περιοχές, όπως οι ΗΠΑ και η Ασία, δημιουργούν πίεση στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας», σημειώνει.
Παρά τις προκλήσεις, η Ελλάδα έχει καταγράψει σημαντικές επιτυχίες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την εξαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ο κ. Αϊβαλιώτης αναφέρει ότι «τους τελευταίους μήνες, έχουμε καταφέρει να εξάγουμε έως και το ένα τρίτο της εγχώριας παραγωγής, γεγονός που αποδεικνύει τη δυναμική μας στον τομέα της ενέργειας». Το 2025 αναμένεται να είναι χρονιά-ορόσημο για τη χώρα, με σημαντικές προκλήσεις να βρίσκονται στο επίκεντρο. Όπως εξηγεί ο κ. Αϊβαλιώτης, η μεγάλη διείσδυση νέων επενδύσεων στις ΑΠΕ ασκεί πίεση στο υφιστάμενο δίκτυο, το οποίο χρειάζεται άμεσες επενδύσεις και νέες διεθνείς διασυνδέσεις. «Οι ανάγκες του δικτύου σήμερα υπερβαίνουν τις ανάγκες για νέες επενδύσεις στις ΑΠΕ», επισημαίνει.
Επιπλέον, η αυξημένη παραγωγή ενέργειας δημιουργεί την ανάγκη για μεγάλες επενδύσεις στην αποθήκευση, είτε με μπαταρίες, είτε μέσω υδρογόνου. Ο κ. Αϊβαλιώτης αναφέρει ότι «οι λύσεις αποθήκευσης είναι κρίσιμες για τη βιωσιμότητα του ενεργειακού μας συστήματος». Παράλληλα, το πρόγραμμα για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα θα μπει στην τελική ευθεία θεσμοθέτησης, ενώ η συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες αναμένεται να αναδείξει τον ρόλο της χώρας ως προμηθευτή κρίσιμων υλικών για την πράσινη μετάβαση. «Η Ελλάδα είναι πλούσια σε κρίσιμα ορυκτά, και το 2025 θα προωθήσουμε τις εξορυκτικές και μεταποιητικές δραστηριότητες», τονίζει ο κ. Αϊβαλιώτης.
Το 2025 θα αποτελέσει επίσης το τελευταίο έτος του Ταμείου Ανάκαμψης. «Η φετινή χρονιά θα καθορίσει την αποτελεσματικότητα της χώρας μας στην απορρόφηση των πόρων και την ολοκλήρωση των έργων», υπογραμμίζει. Κλείνοντας, ο κ. Αϊβαλιώτης επισημαίνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να επιλέγει ανάμεσα σε πληθώρα επενδυτικών προτάσεων, δίνοντας προτεραιότητα σε αυτές που απαιτούν τις λιγότερες επιδοτήσεις. «Οι πολλές και μεγάλες αλλαγές στον ενεργειακό τομέα υπόσχονται ένα συναρπαστικό 2025. Ας το αξιοποιήσουμε», καταλήγει.