Είμαστε αυτή τη στιγμή στη φάση του να τεθεί σε λειτουργία ο πλωτός σταθμός αποθήκευσης και επαναεριοποίησης στη βορειοανατολική Ελλάδα, που θα μας επιτρέψει να εισάγουμε περισσότερο αεριοποιημένο φυσικό αέριο (LNG), περιλαμβανομένου αμερικανικού LNG. Έχουμε τη δυνατότητα να λειτουργήσουμε ως πάροχος ενεργειακής ασφάλειας στα Βαλκάνια, να σπάσουμε τις ιστορικές εξαρτήσεις αυτών των χωρών από το ρωσικό αέριο. Αυτή την περίοδο, για όσους δεν το γνωρίζετε, πουλάμε αέριο στην Ουκρανία, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο Council on Foreign Relations.
Για την στροφή της Ελλάδας στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την ενεργειακή ασφάλεια, ο Πρωθυπουργός ανέφερε:
«Η ενέργεια είναι ένα πολύ σύνθετο θέμα, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη. Νομίζω ότι συνειδητοποιήσαμε, κατά τη διάρκεια της κορύφωσης του ουκρανικού πολέμου, το τίμημα που έπρεπε να πληρώσουμε για την υπερβολική εξάρτησή μας από το ρωσικό φυσικό αέριο. Νομίζω ότι απομακρυνθήκαμε από το ρωσικό φυσικό αέριο, όχι εντελώς, αλλά πολύ γρήγορα. Ήταν απαραίτητο να γίνει αυτό, τόσο για γεωπολιτικούς όσο και για οικονομικούς λόγους.
Τώρα, αν ρίξετε μία ματιά στο ενεργειακό μείγμα της Ελλάδας, πριν από 15 χρόνια το 70% της ηλεκτροπαραγωγής γινόταν με καύση λιγνίτη. Τώρα αυτό αντιστοιχεί στο 5%. Απομακρυνθήκαμε σχεδόν τελείως από τον λιγνίτη. Σήμερα, το 55% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγουμε προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αιολική, ηλιακή και υδροηλεκτρική ενέργεια. Το υπόλοιπο είναι φυσικό αέριο.
Πρόθεσή μας είναι να αυξήσουμε τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όσο το δυνατόν περισσότερο. Το τονίζω: όσο περισσότερο μπορούμε. Διότι όταν παράγεις τόσο πολύ ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, αρχίζεις να αντιμετωπίζεις τα πραγματικά προβλήματα του τι σημαίνει να έχεις να διαχειριστείς σημαντική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από πηγές που αποδίδουν με διαλείμματα.
Δίνουμε μεγάλη έμφαση στην προσθήκη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αλλά με τρόπο που να εξισορροπεί το σύστημα, εστιάζοντας στην αποθήκευση. Στην περίπτωσή μας, δεν πρόκειται μόνο για μπαταρίες, αλλά και για αντλησιοταμίευση. Πιστεύω πολύ σε αυτό. Επειδή έχουμε μεγάλα φράγματα, ιστορικά, η υδροηλεκτρική ενέργεια εξυπηρετεί τον σκοπό όχι μόνο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά ουσιαστικά αποτελεί και μία μεγάλη μπαταρία.
Εστιάζουμε και στις διασυνδέσεις. Οι διασυνδέσεις στην Ευρώπη θα είναι απολύτως κρίσιμες για την εξισορρόπηση του συστήματος. Αν θέλουμε να έχουμε περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, χρειαζόμαστε περισσότερες διασυνδέσεις. Όχι μόνο διασυνδέσεις με τους γείτονές μας, αλλά και μεγάλες διασυνδέσεις που, για παράδειγμα, μπορούν να συνδέσουν την αιολική ενέργεια που παράγεται στη Βόρεια Θάλασσα τον χειμώνα με τον ήλιο της Μεσογείου το καλοκαίρι. Φυσικά, υπάρχει και το πρόσθετο κεφάλαιο του πώς μπορούμε να συνδεθούμε με τη βόρεια Αφρική.
Η μεγάλη πρόκληση της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας ανοίγει νέες δυνατότητες. Αλλά στο τέλος της ημέρας, θα χρειαζόμαστε πάντα παραγωγή ηλεκτρικής που να καλύπτει τις ελάχιστες ανάγκες του δικτύου. Βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, στην περίπτωση της Ελλάδας, μιλάμε για φυσικό αέριο, είτε πρόκειται για φυσικό αέριο μέσω αγωγών είτε, κυρίως, για υγροποιημένο φυσικό αέριο. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε περισσότερα σημεία εισόδου για την επαναεριοποίηση του υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Ασφαλώς, δεν έχουμε εγκαταλείψει τις δικές μας έρευνες για υδρογονάνθρακες. Η ExxonMobil διεξάγει σήμερα πολύ ενεργά έρευνες νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου και στην Κρήτη. Αυτό θα ήταν ένα πλεονέκτημα για εμάς, αν συμβεί τόσο το καλύτερο. Νομίζω ότι κινούμαστε κοντά στα χρονικά περιθώρια για να διαπιστώσουμε αν υπάρχει κάτι αξιόλογο για εμπορική εκμετάλλευση. Αλλά πιστεύω ότι έχουμε τουλάχιστον την υποχρέωση, πριν πάρουμε μια απόφαση, να γνωρίζουμε αν υπάρχουν σημαντικά αποθέματα φυσικού αερίου εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής μας Ζώνης. Και αυτό πρόκειται να κάνουμε.
Επιτρέψτε μου όμως να κάνω μια ευρύτερη επισήμανση για την πράσινη μετάβαση. Η πράσινη μετάβαση είναι εμβληματική για την Ευρώπη. Και, πράγματι, είναι πολύ ευγενές το γεγονός ότι η Ευρώπη υπήρξε τόσο “επιθετική” όσον αφορά στον καθορισμό στόχων σχετικά με την κλιματική ουδετερότητα για το 2050, αλλά είμαστε υπεύθυνοι μόνο για το 15% των παγκόσμιων εκπομπών.
Αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε ότι η πράσινη μετάβαση κοστίζει πολλά χρήματα και ότι δεν μπορεί να γίνει εις βάρος των επιχειρήσεών μας, των πολιτών μας, των αγροτών μας. Επομένως, πιστεύω ότι θα εξετάσουμε ζητήματα σχετικά με τον ρυθμό, το πόσο γρήγορα θα υλοποιηθεί αυτή η μετάβαση, και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που χρειαζόμαστε για να γίνει πραγματικότητα.
Τώρα, όσον αφορά στη χρηματοδότηση, κάναμε κάτι πολύ σημαντικό στο απόγειο της πανδημίας COVID, το 2020. Αντλήσαμε 750 δισεκατομμύρια ευρώ μέσω ευρωπαϊκού δανεισμού, για πρώτη φορά. Δημιουργήσαμε ένα νέο χρηματοδοτικό εργαλείο. Και αυτά είναι χρήματα που χρησιμοποιούνται για να μας βοηθήσουν στην πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, καθώς και με θέματα που συνδέονται με την ανταγωνιστικότητα.
Για την Ελλάδα, λοιπόν, πρόκειται για 36 δισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος πέντε ετών από επιχορηγήσεις και δάνεια. Είναι πολλά χρήματα. Για παράδειγμα, ένα από τα έργα αντλησιοταμίευσης για τα οποία σας μίλησα χρηματοδοτείται από αυτό το εργαλείο. Χρειαζόμαστε όχι μόνο ιδιωτικούς αλλά και δημόσιους πόρους για να χρηματοδοτήσουμε αυτή τη μετάβαση».
Διαβάστε ακόμη