Η παγκόσμια οικονομία καλείται να διαχειριστεί τις νευρικές αυξομειώσεις στις τιμές του πετρελαίου, οι οποίες δεν επιτρέπουν τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού, κυρίως, στις ΗΠΑ. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους, εξάλλου, που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια στο υψηλό 23 ετών για έκτη διαδοχική συνεδρίαση, απογοητεύοντας τις διεθνείς αγορές που αγωνιούν για τη μείωση του κόστους δανεισμού στην ισχυρότερη οικονομία του κόσμου.

Εντούτοις, η εξάρτηση στο πετρέλαιο έχει περιοριστεί και έτσι οι τιμές ναι μεν είναι ευμετάβλητες σε ένα τεταμένο γεωπολιτικό κλίμα όπως το σημερινό, αλλά δεν προτάσσουν απόλυτα την κατεύθυνση των οικονομιών, όπως συνέβη στην κρίση της δεκαετίας του 1970. Έκτοτε έχει μπει στο κάδρο και το φυσικό αέριο, ενώ δευτερεύοντα ρόλο παίζουν και οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Μπορεί, όμως, η σφαίρα επιρροής του ΟΠΕΚ+, όπου τα ισχυρότερα μέλη είναι η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία, να έχει μειωθεί έως έναν βαθμό αλλά εξακολουθεί να υφίσταται.

Τέλη Μαρτίου, η JP Morgan και άλλοι τραπεζικοί όμιλοι προέβλεπαν πως οι τιμές του πετρελαίου θα φθάσουν τα 100 δολάρια το βαρέλι, καθώς οι φόβοι μιας ευρύτερης ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή μαζί με τη συντονισμένη μείωση της προσφοράς από τον ΟΠΕΚ+ δημιουργούσαν ανασφάλεια για την επαρκή τροφοδότηση των οικονομιών. Αρχές Μαΐου, δηλαδή μόλις 2,5 εβδομάδες αφού επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι για μια επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ μετά την εκτόξευση 300 drones και πυραύλων, οι τιμές του πετρελαίου κινήθηκαν στα χαμηλά σχεδόν διμήνου.

Υπάρχουν και άλλες παράμετροι, πέραν της εύφλεκτης κατάστασης στη Μέση Ανατολή, που επηρεάζουν την πορεία των τιμών του πετρελαίου. Οι σημαντικότερες εντοπίζονται στις ΗΠΑ. Την τελευταία τριετία, η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν έχει παραχωρήσει περισσότερες άδειες για την αξιοποίηση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου σε εκτάσεις του ομοσπονδιακού κράτους απ’ ότι οι Ρεπουμπλικάνοι επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ. Μαζί με καινοτομίες που έχουν βελτιώσει τη διύλιση, η πετρελαϊκή παραγωγή των ΗΠΑ έφθασε πέρσι σε ιστορικά υψηλά επίπεδα και ειδικότερα τα 12,9 εκατ. βαρέλια, ημερησίως, κατά μέσον όρο.

Η αύξηση της προσφοράς των ΗΠΑ έχει συμβάλει στην ανάσχεση της ανόδου των τιμών του πετρελαίου παρά τη ζήτηση που γεννάται από τη ισχυρή ανάπτυξη των ΗΠΑ, η οποία ξεπερνά κάθε προσδοκία παρά την αντιξοότητα των συνθηκών. Κι όμως, η τιμή του αργού πετρελαίου στην προθεσμιακή αγορά των ΗΠΑ σταθεροποιήθηκε λίγο πάνω από τα 79 δολάρια το βαρέλι την Πέμπτη της Μεγάλης Εβδομάδας.

Η εβδομαδιαία πτώση του αργού έφθασε στο 3%, αλλά η τιμή του παραμένει υψηλότερη τουλάχιστον κατά 20 δολάρια το βαρέλι σε σχέση με τον Αύγουστο του 2021, δηλαδή πριν ξεκινήσουν οι αναταράξεις στις διεθνείς αγορές ενέργειας που κορυφώθηκαν με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και συνεχίστηκαν με τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της Χαμάς. Παρομοίως, η τιμή του πετρελαίου Μπρεντ κινούνταν κοντά στα 84 δολάρια το βαρέλι στα τέλη Μεγάλης Εβδομάδας όταν μέσα Αυγούστου του 2021 κυμαίνονταν στα 66 δολάρια.

Σε αυτήν τη φάση, η προοπτική μιας συμφωνίας για ανακωχή ανάμεσα στη Χαμάς και το Ισραήλ σε συνδυασμό με τα υψηλά αποθέματα των ΗΠΑ καταλαγιάζουν τις ανοδικές πιέσεις στις τιμές του πετρελαίου. Αντισταθμιστικό ρόλο διαδραματίζουν, επίσης, τα στρατηγικά αποθέματα που διατηρούν οι χώρες μετά την πετρελαϊκή κρίση του ΄70. Όμως ο γεωπολιτικός κίνδυνος στη Μέση Ανατολή θα αφήνει πάντα ένα ερωτηματικό για την πορεία των τιμών του μαύρου χρυσού, ο οποίος εξακολουθεί να παίζει πρωταγωνιστικό αλλά όχι πια τον μοναδικό ρόλο στην τροφοδότηση της παγκόσμιας οικονομίας.