Μετά την επιβολή των κυρώσεων από τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά της Ρωσίας, ως απάντηση στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται η σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ Κίνας και Ρωσίας σε πολλά επίπεδα. Ένα από αυτά είναι και το πετρέλαιο, καθώς πλέον ο μεγαλύτερος προμηθευτής πετρελαίου της Κίνας είναι η Ρωσία.
Η δεξαμενή σκέψης Atlantic Council έχει επισημάνει ότι η Κίνα όντως βοηθάει τη Μόσχα, αλλά δεν είναι η μόνη. Πολλές χώρες έχουν αυξήσει τις εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία, μεταξύ των οποίων και χώρες της ΕΕ, ωστόσο αυτό δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη στήριξη του Πούτιν, αλλά δείχνει ότι πολλές επιχειρήσεις βρήκαν ευκαιρία να αξιοποιήσουν τις φθηνότερες ρωσικές τιμές.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με το πετρέλαιο, αν και οι γεωπολιτικές προεκτάσεις είναι πολύ μεγαλύτερες όταν πρόκειται για τον «μαύρο χρυσό». Τον περασμένο Σεπτέμβριο η Τράπεζα της Γαλλίας είχε ατύπως προειδοποιήσει για τη μεγάλη στροφή που κάνει η Κίνα σε ό,τι αφορά τους προμηθευτές πετρελαίου που επιλέγει. Την Παρασκευή 19 Ιανουαρίου ήρθαν τα επίσημα στοιχεία των τελωνειακών αρχών της Κίνας να επιβεβαιώσουν ότι πλέον ο μεγαλύτερος προμηθευτής πετρελαίου της Κίνας είναι η Ρωσία, εκθρονίζοντας τη Σαουδική Αραβία μέσα στο 2023.
Η Κίνα αψηφά τις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας
Η Κίνα αγνόησε τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει ΗΠΑ και ΕΕ και εισήγαγε από τη Ρωσία 107,02 εκατ. μετρικούς τόνους αργού πετρελαίου, που αντιστοιχούν σε 2,14 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Ταυτόχρονα, οι κινεζικές εισαγωγές πετρελαίου από τη Σ. Αραβία μειώθηκαν κατά 1,8%, στους 85,96 εκατ. μετρικούς τόνους. Οι Άραβες έχασαν μέσα στη χρονιά που μας πέρασε σημαντικό μερίδιο από την παγκόσμια αγορά, εξαιτίας του φθηνότερου ρωσικού πετρελαίου. Δεν ήταν όμως μόνο η Ρωσία που της «έκλεψε» μερίδιο αγοράς.
Η Κίνα επανήλθε σε τροχιά ανάκαμψης το 2023, με αποτέλεσμα να χρειάζεται περισσότερο πετρέλαιο. Σε μια προσπάθεια να κρατήσει τις ισορροπίες, το Πεκίνο αύξησε τις εισαγωγές και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, μειώνοντας παράλληλα ή μηδενίζοντας τις εισαγωγές από άλλες χώρες, όπως το Κουβέιτ, η Αγκόλα και το Ομάν. Οι εισαγωγές της Κίνας από τις ΗΠΑ δεν είναι μεγάλες σε όγκο, καθώς περιορίζονται κάτω από τα 500 χιλ. βαρέλια την ημέρα. Ωστόσο, αυξήθηκαν κατά το εντυπωσιακό 81,1% το 2023, παρά το γεγονός ότι Πεκίνο και Ουάσιγκτον παραμένουν σε τροχιά γεωπολιτικής έντασης για πολλά ζητήματα, από την τεχνολογία μέχρι την Ταϊβάν.
Η Ουάσιγκτον δεν έχει προχωρήσει σε επίσημες ενέργειες
Η Ουάσιγκτον δεν έχει προχωρήσει σε επίσημες ενέργειες κατά κινεζικών εταιρειών εξαιτίας της επιλογής του Πεκίνου να αυξήσει τις εισαγωγές από τη Ρωσία. Μάλιστα, προς το τέλος του 2023 έγινε γνωστό ότι η Κίνα ζητεί εξαίρεση και για το φυσικό αέριο. Δύο εκ των μεγαλύτερων κινεζικών κρατικών εταιρειών, η CNOOC και η China National Petroleum Corp, φέρονται έτοιμες να ζητήσουν από τις ΗΠΑ να εξαιρεθούν από τις κυρώσεις, αυτήν τη φορά κατά του ρωσικού LNG, ειδικά για τον σταθμό Arctic LNG-2, της Novatek, στην οποία οι δύο κινεζικές εταιρείες κατέχουν μερίδιο. Έναν μήνα νωρίτερα, τον περασμένο Νοέμβριο, οι ΗΠΑ επέβαλαν νέους περιορισμούς κατά της Μόσχας, συμπεριλαμβανομένων κυρώσεων που στοχεύουν στην εταιρεία που δραστηριοποιείται στην κατασκευή και λειτουργία του σταθμού Arctic-2 στη Σιβηρία.
Για την ιστορία, σημειώνεται ότι Σαουδική Αραβία και Ρωσία μάχονταν σώμα με σώμα τα τελευταία χρόνια για το ποια χώρα θα είναι ο κορυφαίος προμηθευτής πετρελαίου της Κίνας. Η Ρωσία ανέβηκε στην τέταρτη θέση πριν από περίπου 15 χρόνια, εν μέρει χάρη στη δημιουργία του αγωγού Ανατολικής Σιβηρίας-Ειρηνικού Ωκεανού (ESPO). Από το 2015 η Κίνα επέτρεψε στα ανεξάρτητα διυλιστήριά της να εισάγουν πετρέλαιο με δικές τους συμφωνίες. Έτσι, τα διυλιστήρια αυτά, διαθέτοντας μικρότερους προϋπολογισμούς από τα κρατικά, συχνά επέλεγαν πετρέλαιο από παραγωγούς που βρίσκονται πιο κοντά, όπως η Ρωσία, με στόχο να γλιτώσουν από το κόστος μεταφοράς.