Το 2025 αναμένεται να αποτελέσει έτος-σταθμό για την οριστική εξυγίανση του δικτύου Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦΟΔΣΑ), καθώς η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) προχωρά με ταχύ ρυθμό στην πλήρη αξιολόγηση και πιστοποίηση της λειτουργίας τους, βάσει θεσμοθετημένων κριτηρίων.

Σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr, ο ΦΟΔΣΑ Ηπείρου και ο Ενιαίος Σύνδεσμος Διαχείρισης Απορριμμάτων Κρήτης (ΕΣΔΑΚ) βρίσκονται ένα βήμα πριν την πιστοποίηση, καθώς απομένει η τακτοποίηση τυπικών ζητημάτων που αναμένεται να διευθετηθούν άμεσα. Πηγές της αγοράς εκτιμούν ότι η ΡΑΑΕΥ αναμένεται να δώσει το «πράσινο φως» εντός του επόμενου τριμήνου. Αντίθετα, ο ΕΔΣΝΑ (Αττικής) και ο ΦΟΔΣΑ Δυτικής Ελλάδας (Αχαΐα) παραμένουν εκτός πλαισίου, καθώς δεν έχουν καλύψει τα απαιτούμενα λειτουργικά και οργανωτικά κενά. Μάλιστα, πηγές εκτιμούν πως δεν θα καταφέρουν να συμμορφωθούν εγκαίρως, με αποτέλεσμα να μείνουν εκτός και να μην μπορέσουν να ενταχθούν στο νέο καθεστώς.

Πάντως, ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το ενδεχόμενο μη πιστοποίησης του ΕΔΣΝΑ, του διαδημοτικού φορέα διαχείρισης της χωματερής στη Φυλή, γεγονός που ανοίγει σειρά ερωτημάτων για τη διαχείριση των απορριμμάτων στην Αττική και τη διαδοχή κατάσταση. Παραμένει ανοιχτό ποιος θα αναλάβει να “τρέξει” τους κρίσιμους διαγωνισμούς και να διασφαλίσει τη συνέχεια στα έργα και τις υπηρεσίες, την ώρα που υπάρχει διάχυτη ανάγκη για τη δημιουργία ενός νέου, αυτόνομου και πλήρως λειτουργικού ΦΟΔΣΑ για την Αττική. Σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη άτυπες ζυμώσεις μεταξύ δήμων της Περιφέρειας Αττικής, οι οποίοι επιδιώκουν να διαμορφώσουν κοινές θέσεις για τη συγκρότηση ενός νέου σχήματος διαχείρισης. Όπως έχει ήδη γράψει το Energygame.gr., σοβαρή πιθανότητα υπάρχει να προχωρήσουν οι διαγωνισμοί από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ).

Υπενθυμίζεται πως το σχέδιο προχωρά και ήδη από τον Δεκέμβριο έχουν πιστοποιηθεί επτά φορείς: Στερεάς Ελλάδας, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας (ΔΙΑΔΥΜΑ Α.Ε.), Θεσσαλίας (ΠΑΔΥΘ Α.Ε.), Νοτίου Αιγαίου, Λέσβου (ΔΕΔΑΠΑΛ Α.Ε.) και Χανίων (ΔΕΔΙΣΑ Α.Ε.). Τον Ιανουάριο προστέθηκε ο ΦΟΔΣΑ Πελοποννήσου, ενώ μέσα στον Απρίλιο εντάχθηκαν στη λίστα των πιστοποιημένων και οι φορείς Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης (ΔΙΑΑΜΑΘ Α.Ε.) και Ιονίων Νήσων.

Πάντως, η διαχείριση των αποβλήτων στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό αρμοδιοτήτων, αλληλοεπικαλύψεις ρόλων και ανομοιογενή επίπεδα τεχνογνωσίας μεταξύ των ΦοΔΣΑ, γεγονός που δημιουργεί σημαντικές δυσλειτουργίες στο σύστημα. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι φορείς στερούνται των απαραίτητων υποδομών και πόρων, ενώ οι οικονομικές τους αδυναμίες οδηγούν σε αδυναμία ολοκληρωμένης διαχείρισης των αποβλήτων.

Στο πλαίσιο του νέου ρυθμιστικού σχεδιασμού, κάθε ΦοΔΣΑ οφείλει να καταρτίζει ένα Στρατηγικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων με ορίζοντα έως το 2030, το οποίο περιλαμβάνει μετρήσιμους στόχους, προϋπολογισμό και δείκτες απόδοσης. Ο σχεδιασμός αυτός αποτελεί εργαλείο παρακολούθησης και αξιολόγησης της προόδου, διευκολύνοντας τη ΡΑΑΕΥ στον έλεγχο της συμμόρφωσης των φορέων με τους εθνικούς και ευρωπαϊκούς στόχους.

Σε αυτό το πλαίσιο, καθίσταται υποχρεωτική η αξιοποίηση του Ηλεκτρονικού Μητρώου Αποβλήτων (ΗΜΑ), με στόχο την παροχή αξιόπιστων στοιχείων σε πραγματικό χρόνο για τις ροές, τη διάθεση και την ανακύκλωση απορριμμάτων. Το συγκεκριμένο εργαλείο, το οποίο έως σήμερα παραμένει υποχρησιμοποιημένο, αναμένεται να συμβάλει στον περιορισμό της παράνομης διαχείρισης, στην ενίσχυση της διαφάνειας και στην πιο αποτελεσματική κατανομή πόρων.

Στο επίκεντρο της προσπάθειας τοποθετείται και η ενίσχυση της στελέχωσης των φορέων, καθώς διαπιστώνονται σοβαρά κενά σε ανθρώπινο δυναμικό με επιστημονική και τεχνική εξειδίκευση. Προτεραιότητα δίνεται στην προσέλκυση περιβαλλοντολόγων, μηχανικών και οικονομολόγων, με στόχο την αναβάθμιση της διαχειριστικής ικανότητας των ΦοΔΣΑ και την υποστήριξη αναπτυξιακών έργων.

Παράλληλα, εισάγεται ένα ενισχυμένο πλαίσιο εποπτείας, με τακτικούς ελέγχους και αξιολογήσεις απόδοσης, ενώ προβλέπονται κυρώσεις για περιπτώσεις μη συμμόρφωσης. Η ΡΑΑΕΥ διατηρεί τη δυνατότητα παρέμβασης σε περιπτώσεις σοβαρών αποκλίσεων, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής προστίμων ή ακόμα και της μεταφοράς αρμοδιοτήτων σε άλλους φορείς, εφόσον διαπιστώνεται αδυναμία διαχείρισης.

Διαβάστε ακόμη