Η ποιότητα του αέρα είναι ένα από τα πιο πιεστικά περιβαλλοντικά ζητήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη. Παρά την αξιοσημείωτη πρόοδο των τελευταίων δεκαετιών, η ατμοσφαιρική ρύπανση παραμένει ο μεγαλύτερος περιβαλλοντικός κίνδυνος για την υγεία στην Ευρώπη, προκαλώντας ασθένειες, υποβαθμίζοντας την ποιότητα ζωής και συμβάλλοντας σε πρόωρους θανάτους, ιδίως στις μεγάλες πόλεις. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΕΑ), η ποιότητα του αέρα βελτιώνεται σταθερά σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά υπάρχει ακόμη δουλειά που πρέπει να γίνει για να πληρούνται πλήρως οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).

Τα τελευταία στοιχεία από την ανάλυση της ποιότητας του αέρα του EEA για το 2023 και το 2024 αποκαλύπτουν ένα σημαντικό επίτευγμα: οι περισσότεροι σταθμοί παρακολούθησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε ολόκληρη την Ευρώπη πληρούν πλέον τα ετήσια όρια της ΕΕ για ορισμένους από τους πιο επιβλαβείς ατμοσφαιρικούς ρύπους. Ειδικότερα, το 99% των σταθμών παρακολούθησης συμμορφώνεται με τα πρότυπα της ΕΕ για τα λεπτά σωματίδια (PM2,5) και το 98% πληροί τα πρότυπα για το διοξείδιο του αζώτου (NO2).

Τα λεπτά σωματίδια (PM2,5) αποτελούν την πιο ανησυχητική πτυχή της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθώς παραμένουν ο πιο επικίνδυνος ρύπος για την υγεία στην Ευρώπη. Τα μικροσκοπικά, αυτά, σωματίδια ή σταγόνες βρίσκονται στον αέρα και μπορούν εύκολα να εισπνευστούν. Προέρχονται από διάφορες πηγές, όπως εργοτάξια, καύση καυσίμων, βιομηχανίες και μεταφορές, αλλά μπορούν επίσης να σχηματιστούν στην ατμόσφαιρα μέσω χημικών αντιδράσεων, ενώ συνδέονται άμεσα με σοβαρές αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις.

Παρά την πρόοδο από το 2011, όπου όλες οι χώρες της ΕΕ σημείωσαν βήματα μείωσης της έκθεσης του αστικού πληθυσμού σε αυτά τα σωματίδια, το 94% των κατοίκων των πόλεων στην ΕΕ συνεχίζουν να εκτίθενται σε συγκεντρώσεις PM2,5 που ξεπερνούν τις κατευθυντήριες τιμές του ΠΟΥ. Μάλιστα, η αξιολόγηση της ποιότητας του αέρα σύμφωνα με τα κατευθυντήρια επίπεδα του ΠΟΥ για το 2023 αποκαλύπτει ότι ο αριθμός των σταθμών παρακολούθησης όπου η ποιότητα του αέρα μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής για την υγεία είναι σχετικά χαμηλός, ειδικά για τα PM2,5 και το όζον.

Ένα σημαντικό και πιο αισιόδοξο σημείο της ανάλυσης του EEA είναι η πρόοδος που έχει γίνει προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης με τους αυστηρότερους κανόνες της ΕΕ για τα μελλοντικά πρότυπα ποιότητας του αέρα έως το 2030. Η ανάλυση της απόστασης από τον στόχο δείχνει ότι πάνω από το 70% των σταθμών παρακολούθησης ήδη πληρούν τα πρότυπα για το διοξείδιο του αζώτου που απαιτούνται έως το 2030. Ωστόσο, όσον αφορά τα PM2,5, λιγότεροι σταθμοί πληρούν την ετήσια οριακή τιμή για το 2030, υποδεικνύοντας ότι πιθανώς θα απαιτηθούν επιπλέον μέτρα, ιδιαίτερα στις πόλεις, όπου τα επίπεδα ρύπανσης είναι υψηλότερα.

Η λέξη-κλειδί στη φετινή ανάλυση του EEA  είναι η «ευθυγράμμιση» — των ευρωπαϊκών ορίων ποιότητας του αέρα με τις επιστημονικές κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ. Η επίτευξη αυτής της ευθυγράμμισης ως το 2030 δεν αποτελεί μόνο νομική υποχρέωση, αλλά και προϋπόθεση για την προστασία της δημόσιας υγείας. Ο καθαρός αέρας δεν είναι πολυτέλεια, αλλά δικαίωμα, και η Ευρώπη καλείται τώρα να «τρέξει» για να το διασφαλίσει με πράξεις, καθώς το 2030 διαφαίνεται ήδη στον ορίζοντα.

Διαβάστε ακόμη