Μπροστά στις επιταγές της κλιματικής κρίσης και τη δραματική εμπειρία των φυσικών καταστροφών που έπληξαν τη Θεσσαλία, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας περνά στην επόμενη φάση αντιπλημμυρικής θωράκισης της χώρας, ενεργοποιώντας ένα από τα πιο κρίσιμα και εξειδικευμένα εργαλεία: τα έργα ορεινής υδρονομίας. Το Πρόγραμμα Ορεινών Υδρονομικών Έργων Θεσσαλίας, γνωστό με την ονομασία Aqua Montis, διαθέτει προϋπολογισμό 90 εκατομμυρίων ευρώ και φιλοδοξεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τη διαχείριση των ορεινών οικοσυστημάτων και την προστασία των δασών.

Η υδρονομία στα ορεινά δεν είναι απλώς μια τεχνική πρακτική – είναι η «κρυφή ασπίδα» που εξασφαλίζει τη σταθερότητα των εδαφών, τη φυσική συγκράτηση των νερών και τη διατήρηση της συνοχής των δασών. «Μέσα από τις στάχτες και τις πλημμύρες, γεννιέται η ανάγκη για πρόληψη. Και η πρόληψη δεν είναι ποτέ αόρατη, είναι υποδομή. Είναι φράγματα, αναδασώσεις, διευθετήσεις ρεμάτων, έργα με συνέχεια και διάρκεια», τόνισε χαρακτηριστικά ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου στην εκδήλωση απολογισμού του προγράμματος «Συνεργασία για τη Δημιουργία», που φιλοξενήθηκε στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε, «η δουλειά έχει ξεκινήσει – και έχει ξεκινήσει σωστά. Ήδη ολοκληρώθηκε η διαδικασία ανάδειξης των αναδόχων που θα προχωρήσουν στις μελέτες των έργων ορεινής υδρονομίας στη Θεσσαλία». Οι ανάδοχοι δεν αναλαμβάνουν μόνο τον τεχνικό σχεδιασμό, αλλά και το βάρος να παραδώσουν ώριμες προτάσεις, πλήρως τεκμηριωμένες, για παρεμβάσεις σε ορεινές λεκάνες απορροής που επηρεάζουν κρίσιμες περιοχές όπως η Λάρισα, η Καρδίτσα, ο Βόλος και τα Τρίκαλα. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό διότι, όπως εξήγησε ο Υπουργός, «τα έργα αυτά δεν είναι απλώς τεχνικές λύσεις, είναι εργαλεία προστασίας ζωής, περιουσιών και υποδομών».

Ο Σταύρος Παπασταύρου εξήρε τον ρόλο των τεχνικών αναδόχων που συμμετέχουν στο Aqua Montis, καθώς – όπως είπε – ανταποκρίθηκαν άμεσα, με επαγγελματισμό και βαθιά αντίληψη της κρισιμότητας του έργου. Αναγνώρισε επίσης ότι χωρίς αυτούς, το έργο δεν θα μπορούσε να προχωρήσει με την ταχύτητα και την ετοιμότητα που απαιτεί η συγκυρία. «Έχουμε δίπλα μας την τεχνική κοινότητα της χώρας, τις μελετητικές ομάδες, τις εργοληπτικές εταιρείες και ανθρώπους που γνωρίζουν τα βουνά, τα ρέματα, τις ανάγκες. Δεν σχεδιάζουμε στα χαρτιά, σχεδιάζουμε στο πεδίο», υπογράμμισε.

Το πρόγραμμα εντάσσεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Περιβάλλον και Κλιματική Αλλαγή 2021-2027» και επικεντρώνεται στην ορεινή ζώνη της Περιφέρειας Θεσσαλίας, δηλαδή εκεί όπου ξεκινά το πρόβλημα πριν φτάσει στον κάμπο. Όπως εξήγησε ο Σταύρος Παπασταύρου, η υδρονομία των ορεινών όγκων είναι το κλειδί για την απορρόφηση των ακραίων φαινομένων, και η Θεσσαλία χρειάζεται «να μετατραπεί από λεκάνη υποδοχής φυσικών κινδύνων, σε παράδειγμα κλιματικής ανθεκτικότητας».

Το Aqua Montis προβλέπει την κατασκευή έργων σε κρίσιμες λεκάνες απορροής, που επηρεάζουν μεγάλες αστικές και τουριστικές περιοχές όπως η Λάρισα, ο Βόλος, η Καρδίτσα, τα Τρίκαλα και το Πήλιο. Το σύστημα παρεμβάσεων, όπως το περιέγραψε ο Υπουργός, στηρίζεται σε ένα «δασοτεχνικό τρίπτυχο» με φυτοκομικά, γεωτεχνικά και υδραυλικοτεχνικά έργα:

  • Αναδασώσεις και φυτοτεχνικές ενισχύσεις με ανθεκτικά στη διάβρωση είδη, για την ανασύσταση των ορεινών δασών,
  • Κατασκευές προστασίας πρανών και φραγμάτων καθίζησης, ώστε να συγκρατούνται φερτά υλικά πριν πλημμυρίσουν οι κάμποι,
  • Υδραυλικά έργα σε κοίτες ρεμάτων, για τη διευθέτηση και απορρόφηση της ροής με φυσικό τρόπο.

Το πρόγραμμα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, θα καλύψει πάνω από 2.000 εκτάρια πράσινων υποδομών, ωφελώντας περισσότερους από 688.000 κατοίκους, ενώ θα περιλαμβάνει και στεγνές λίμνες κατακράτησης, λεκάνες συγκράτησης φερτών, και εκτεταμένες προληπτικές παρεμβάσεις σε ρέματα και ορεινές κοίτες. Στη δήλωσή του, ο Υπουργός έκανε λόγο για μια νέα εποχή όπου η υδρονομία δεν θα είναι πια αόρατη τεχνική, αλλά θεσμική και κοινωνική επιλογή: «Τα νερά που δεν συγκρατούμε στα βουνά, τα βρίσκουμε στις αυλές μας. Κι αν δεν επενδύσουμε τώρα σε φράγματα και αναδασώσεις, θα επενδύουμε αέναα σε αποζημιώσεις και αποκαταστάσεις. Αυτό το έργο δεν είναι αμυντικό. Είναι επαναστατικό ως προς τη φιλοσοφία του».

Το Aqua Montis αποτελεί παράλληλα και πρότυπο ευρωπαϊκής συγχρηματοδότησης, καθώς υλοποιείται με τη στήριξη του ΕΤΠΑ και του Ταμείου Συνοχής, ενώ θα βασιστεί σε μελέτες που προέρχονται από την πρόσφατη αναθεώρηση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας.

Στο επίκεντρο τα δάση

Η νέα χρονιά για τα ελληνικά δάση έχει ήδη αρχίσει να γράφει τις πρώτες της σελίδες. Το 2025, η στρατηγική του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας εστιάζει ακόμη πιο έντονα στη διττή στόχευση της πρόληψης και της αποκατάστασης των δασικών οικοσυστημάτων, με ενισχυμένους πόρους, νέες μελέτες και εξειδικευμένα έργα μεγάλης εμβέλειας. Στην κορυφή της ατζέντας του υπουργείου βρίσκεται η πρόληψη μέσω διαχειριστικών μελετών και η ενίσχυση των φυσικών οικοσυστημάτων απέναντι σε κλιματικούς κινδύνους, όπως οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες.

Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο Γενικός Διευθυντής Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου, Ευάγγελος Γκουντούφας το Πράσινο Ταμείο θα διαθέσει 14,5 εκατομμύρια ευρώ για διαχειριστικές μελέτες, οι οποίες θα αποτελέσουν τη βάση για τον σχεδιασμό νέων παρεμβάσεων σε κρίσιμες δασικές περιοχές. Παράλληλα, προβλέπεται η ανάπτυξη νέων συστημάτων παρακολούθησης των δασικών εκτάσεων, τόσο δορυφορικών όσο και επίγειων, για την ενίσχυση της άμεσης ανίχνευσης κινδύνων και την καλύτερη επιχειρησιακή αντίδραση. Στο σκέλος των αντιπλημμυρικών παρεμβάσεων, δρομολογούνται έργα ύψους 3.742 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ η αποκατάσταση φυσικών καταστροφών μέσω του Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης ενισχύεται με 9,132 εκατομμύρια ευρώ.

Το Ταμείο Συνοχής προβλέπει 7,79 εκατομμύρια ευρώ για αντιδιαβρωτικές μελέτες και παρεμβάσεις, ενώ το πλέον εμβληματικό έργο του έτους, το Πρόγραμμα Ορεινών Υδρονομικών Έργων Θεσσαλίας (Aqua Montis), φέρει προϋπολογισμό 90 εκατομμυρίων ευρώ και αναμένεται να αποτελέσει υπόδειγμα πρόληψης και ανθεκτικότητας έναντι φυσικών καταστροφών. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, στην ομιλία του κατά την εκδήλωση απολογισμού στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, έκανε σαφή αναφορά στα έργα ορεινής υδρονομίας, τα οποία χαρακτήρισε ως ύψιστης σημασίας για την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων και την προστασία από μελλοντικές φυσικές καταστροφές. Σύμφωνα με όσα ανέφερε τα έργα αυτά δεν περιορίζονται αποκλειστικά στην εν λόγω περιφέρεια, αλλά πρόκειται να επεκταθούν και σε άλλες περιοχές της χώρας, εντάσσοντας την ορεινή υδρονομία σε έναν ευρύτερο εθνικό σχεδιασμό πρόληψης και αποκατάστασης.

«Το έργο που παρουσιάστηκε δεν περιορίζεται σε τεχνικά χαρακτηριστικά και αριθμούς: πάνω από 41 εκατομμύρια ευρώ σε αντιπλημμυρικά και αντιδιαβρωτικά έργα, περισσότερα από ένα εκατομμύριο στρέμματα μελετημένα ή ήδη αναδασωμένα, αποκατάσταση περιοχών-συμβόλων όπως το Μάτι, και ενεργοποίηση του θεσμού των «Αναδόχων Αποκατάστασης και Αναδάσωσης» για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία. Πρόκειται για έναν θεσμό που καθιερώθηκε άμεσα με Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου στις 13 Αυγούστου 2021, κατόπιν εντολής του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ως απάντηση στις εκτεταμένες καταστροφές που υπέστησαν τα δάση της χώρας. Από τότε μέχρι σήμερα, το Υπουργείο και οι ιδιώτες έχουν αποδείξει ότι η δημόσια-ιδιωτική συνεργασία μπορεί να αποφέρει άμεσα, μετρήσιμα και ποιοτικά αποτελέσματα», δήλωσε ο Υπουργός.

Μέσα σε αυτό το σκηνικό σχεδιασμού και πρόληψης, ο θεσμός του Αναδόχου, που θεσμοθετήθηκε το 2021, αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο άμεσης αποκατάστασης, βασισμένο στη συνέργεια δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με στοχευμένες παρεμβάσεις και γρήγορες διαδικασίες. Από τον Σεπτέμβριο του 2021 έως σήμερα έχουν υλοποιηθεί 54 πράξεις ορισμού Αναδόχου, με συνολικό προϋπολογισμό άνω των 41,5 εκατομμυρίων ευρώ. Την πρώτη χρονιά, το 2021, εκτελέστηκαν 18 πράξεις στις πληγείσες περιοχές της Βόρειας Εύβοιας, της Αττικής και της Κορινθίας, με αντιδιαβρωτικά έργα ύψους 13,2 εκατομμυρίων ευρώ. Το 2023, μετά τις νέες πυρκαγιές, προστέθηκαν 15 πράξεις, που υλοποίησαν αντιδιαβρωτικά έργα αξίας 14,2 εκατομμυρίων ευρώ και μελέτες συνολικού ύψους 650.000 ευρώ. Το 2024, η προσπάθεια συνεχίστηκε με τέσσερις νέες πράξεις, ύψους 8 εκατομμυρίων ευρώ.

Στα τρία χρόνια που μεσολάβησαν από τότε μέχρι σήμερα, το πρόγραμμα μετεξελίχθηκε σε μια δομημένη διαδικασία με μετρήσιμα αποτελέσματα: περισσότερα από ένα εκατομμύριο στρέμματα έχουν καλυφθεί από μελέτες αναδάσωσης και αντιδιαβρωτικής προστασίας, ενώ έχουν ήδη υλοποιηθεί σημαντικά έργα σε εκτάσεις που ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο στρέμματα. Το συνολικό ύψος των έργων που εκτελέστηκαν ή βρίσκονται σε εξέλιξη υπερβαίνει τα 41 εκατομμύρια ευρώ, γεγονός που αποδεικνύει έμπρακτα πως η Πολιτεία αξιοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους, αλλά και την κοινωνική υπευθυνότητα του ιδιωτικού τομέα.

Στο μέτωπο της αναδάσωσης, έχουν εκδοθεί 17 πράξεις Αναδόχου Αναδάσωσης, καλύπτοντας ήδη 3.000 στρέμματα, ενώ οι μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη αφορούν περισσότερα από 1 εκατομμύριο στρέμματα. Οι παρεμβάσεις υλοποιούνται σταδιακά, με πυραμίδα έργων που ξεκινά από τον καθαρισμό και το υποκείμενο έδαφος, φτάνει στα φυτώρια και καταλήγει στη φύτευση, όπου δεν υπάρχει φυσική αναγέννηση. Οι εικόνες των αντιδιαβρωτικών έργων από διάφορες περιοχές — κορμοδέματα, κορμοφράγματα, κλαδοπλέγματα — τεκμηριώνουν το εύρος και την επιτόπια παρέμβαση.

Όπως σημείωσε ο κ. Γκουντούφας, τα έργα δεν σταματούν στην αποκατάσταση, αλλά θεμελιώνουν μια νέα στρατηγική πρόληψης και ανθεκτικότητας. Χαρακτηριστικό είναι ότι, ενώ μέχρι πρότινος οι δασικές υπηρεσίες διέθεταν μόλις 20.000 ευρώ κατά μέσο όρο τον χρόνο για δράσεις πρόληψης, σήμερα έχουν κινητοποιηθεί περισσότερα από 702,5 εκατομμύρια ευρώ. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας έχει δεσμεύσει 577,1 εκατομμύρια ευρώ για τη χρηματοδότηση των προγραμμάτων Antinero I έως IV. Το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης έχει συνεισφέρει με 62,49 εκατομμύρια ευρώ, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων με 18,6 εκατομμύρια ευρώ, το Πράσινο Ταμείο με 40,68 εκατομμύρια ευρώ και το Ταμείο Συνοχής με 90 εκατομμύρια ευρώ.

Η στρατηγική που ξεδιπλώνεται δεν είναι απλώς τεχνική, αλλά βαθιά πολιτική. Με την έννοια ότι το δάσος παύει να θεωρείται μόνο μια πηγή φυσικής αισθητικής ή βιομάζας, αλλά αναγνωρίζεται ως εργαλείο προστασίας του κλίματος, της ζωής και της οικονομικής συνέχειας.

Διαβάστε ακόμη