Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται πίσω από τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της σε αρκετές καθαρές τεχνολογίες. Ωστόσο, οι βιομηχανικές αντλίες θερμότητας είναι ένα πεδίο στο οποίο μπορεί να αναδειχθεί, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητά της και προσφέροντας πράσινες λύσεις σε μια εποχή με κλιματικά προβλήματα. Σε πρόσφατη έκθεσή της για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ στις καθαρές τεχνολογίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει πως οι ευρωπαίοι κατασκευαστές έχουν αναλάβει ηγετικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο στον τομέα των βιομηχανικών αντλιών θερμότητας και καλύπτουν ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού. Μάλιστα, η ευρωπαϊκή βιομηχανία θεωρεί πως οι βιομηχανικές αντλίες θερμότητας μπορούν να αποτελέσουν ένα success story για τους κατασευαστές της ΕΕ, προσθέτει η έκθεση.

Προκειμένου να συμβεί αυτό, θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω ανάπτυξη των αντλιών θερμότητας βιομηχανικού τύπου, μέσω έργων έρευνας και ανάπτυξης (R&D), που θα συμβάλουν στην επέκταση της γκάμας εφαρμογών, στην ταχύτερη εισαγωγή των τεχνολογιών στην αγορά, αλλά και στην τυποποίηση. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να υπάρξουν επενδύσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα της ΕΕ για την επέκταση της παραγωγικής ικανότητας και τη μείωση του κόστους των προϊόντων. Η ζήτηση για βιομηχανικές αντλίες θερμότητας πρόκειται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA), έως το 2050 περίπου το 30% της βιομηχανικής ζήτησης θερμότητας έως 400°C θα πρέπει να καλύπτεται από τέτοιου είδους αντλίες θερμότητας. Μέχρι το 2030, δε, θα πρέπει να καλύπτεται το 15% της βιομηχανικής ζήτησης θερμότητας.

Οι βιομηχανικές αντλίες θερμότητας θα παίξουν σημαντικό ρόλο και στις ανάγκες θερμότητας κάτω των 200°C, με υφιστάμενες εφαρμογές στους τομείς τροφίμων, ποτών, χαρτοπολτού και χαρτιού. Οι ανάγκες θερμότητας κάτω των 200°C αντιπροσωπεύουν το 37% της βιομηχανικής ζήτησης θερμότητας.

Ισχυρό ρόλο, αλλά με αστερίσκους, παίζει στις οικιακές αντλίες θερμότητας η ΕΕ

Ως προς τις αντλίες θερμότητας νερού για οικιακή χρήση, η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επισημαίνει πως οι ευρωπαίοι κατασκευαστές τελικής συναρμολόγησης αντλιών θερμότητας συγκαταλέγονται στους παγκόσμιους ηγέτες του κλάδου, σε αντίθεση με τον κλάδο των κλιματιστικών όπου κυριαρχούν οι κινεζικές εταιρείες. Μάλιστα, οι κατασκευαστές της ΕΕ έχουν ανακοινώσει επεκτάσεις άνω των 30 GWth της υφιστάμενης ισχύος τελικής χωρητικότητας έως το 2030, με την ισχύ το 2023 να βρισκόταν περίπου στα 24 GWth. Με αυτές τις προγραμματισμένες επεκτάσεις, η βιομηχανία της ΕΕ πλησιάζει να καλύψει τις ανάγκες ανάπτυξης της ΕΕ για το 2030, που υπολογίζονται σε περίπου 60 GWth, σημειώνει η έκθεση. Επιπλέον, το εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ στις αντλίες θερμότητας νερού μειώθηκε κατά ένα τρίτο το 2023, λόγω της μείωσης των εισαγωγών κατά 13% και της αύξησης των εξαγωγών κατά 14%.

Ωστόσο, δεν είναι όλα ρόδινα για τους ευρωπαίους κατασκευαστές. Μετά από συνεχόμενα χρόνια ανάπτυξης του κλάδου, οι πωλήσεις αντλιών θερμότητας στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 7,2% το 2023 σε σύγκριση με το 2022, ενώ μειώθηκαν κατά 31% το 2024 σε σύγκριση με το 2023, δημιουργώντας πονοκεφάλους σε πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και οδηγώντας σε περικοπές θέσεων εργασίας και αβεβαιότητα για επενδυτικές αποφάσεις. Ενώ οι εταιρείες της ΕΕ έχουν ισχυρή θέση στην τελική συναρμολόγηση αντλιών θερμότητας, δεν είναι τόσο ισχυρές στην κατασκευή ορισμένων εξαρτημάτων και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές. Τέτοια εξαρτήματα είναι μεταξύ άλλων, συμπιεστές, εναλλάκτες θερμότητας, βαλβίδες και ψυκτικό υγρό. Υπάρχει ανάγκη για διαφοροποίηση των προμηθειών και ισχυρότερες αλυσίδες αξίας στην ΕΕ, ώστε να μειωθούν αυτές οι εξαρτήσεις. Άλλωστε, τα εξαρτήματα αντιπροσωπεύουν το 75% του τελικού κόστους και το στάδιο της τελικής συναρμολογησης αντλιών θερμότητας εκτιμάται ότι κοστίζει σήμερα περίπου 184-230 ευρώ ανά kW στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, περίπου το διπλάσιο από το εκτιμώμενο κόστος στην Κίνα. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία ζητεί μέτρα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως φιλόδοξους στόχους για την απανθρακοποίηση της θέρμανσης χώρων, σταθερά μακροπρόθεσμα εθνικά πλαίσια πολιτικής και ευνοϊκή αναλογία τιμής ηλεκτρικής ενέργειας προς φυσικό αέριο.

Ένα ακόμη εμπόδιο στην ανάπτυξη του κλάδου, είναι η έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Όπως έχει γράψει το energygame.gr, υπολογίζεται πως η ΕΕ θα χρειαστεί 500.000 ειδικευμένους εγκαταστάτες έως το 2030, ενώ το 2022 υπήρχαν μόλις 117.000. Στην Ισπανία, ο μέσος όρος ηλικίας των τεχνιτών είναι πάνω από 50 έτη, με το 30% αυτών να αποσύρεται μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια. Στη Σουηδία, απαιτούνται 1.000 νέοι εγκαταστάτες για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης. Η Γερμανία πρωτοστατεί στην εκπαίδευση, παρέχοντας επιδοτούμενα προγράμματα που καλύπτουν έως και το 90% των εξόδων επιμόρφωσης, ενώ παράλληλα προσφέρει οικονομικά κίνητρα για εργοδότες. Στην Ιρλανδία, το πρόγραμμα SOLAS Green Skills Action προωθεί την αναβάθμιση δεξιοτήτων στους τομείς των πράσινων τεχνολογιών, ενώ η Ολλανδία εστιάζει στη μείωση του χρόνου εγκατάστασης από 32 σε 16 ώρες, μέσω επιταχυνόμενων προγραμμάτων κατάρτισης.

Συνολικά, υπάρχουν προοπτικές για να διακριθεί η ΕΕ στις αντλίες θερμότητας, και ιδιαίτερα στις βιομηχανικές. Επίσης, η αναμενόμενη αύξηση της ζήτησής τους τα επόμενα χρόνια εγγυάται την ύπαρξη καταναλωτών που θα επιθυμούν να αγοράσουν τη συγκεκριμένη καθαρή τεχνολογία. Ωστόσο, η ΕΕ πρέπει να προβεί σε μια σειρά μέτρων, τα οποία θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών. Μεταξύ αυτών των μέτρων, θα είναι μια στρατηγική διαφοροποίησης των προμηθειών της, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από συγκεκριμένους προμηθευτές. Τέλος, κρίσιμη σημασία θα έχει η στήριξη σε πολιτικό επίπεδο με την υιοθέτηση φιλόδοξων στόχων, που θα ενισχύσουν την ασφάλεια των ευρωπαίων κατασκευαστών, θα συμβάλουν στην επάνοδο των πωλήσεων και θα διευκολύνουν τις επενδυτικές αποφάσεις.

Διαβάστε ακόμη