Για τρεις δεκαετίες, η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά ανάμεσα στις πιο ευάλωτες χώρες στον κόσμο απέναντι στην κλιματική αλλαγή. Ο Παγκόσμιος Δείκτης Κλιματικού Κινδύνου (Global Climate Risk Index), που δημοσίευσε χθες η γερμανική ΜΚΟ Germanwatch, επιβεβαιώνει το δυσοίωνο σκηνικό, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην 7η θέση παγκοσμίως για την περίοδο 1993-2022. Η απειλή δεν είναι παροδική, αλλά διαρκής και εντεινόμενη, με ορατές επιπτώσεις που μεταμορφώνουν το ελληνικό τοπίο.

Κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, η Ελλάδα κατέγραψε κατά μέσο όρο 114,2 θανάτους ετησίως λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων, αριθμός που αντιστοιχεί σε 1,002 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους. Οι οικονομικές απώλειες εκτιμώνται σε περίπου 270 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, ενώ κάθε χρόνο περίπου 3.310 άνθρωποι πλήττονται άμεσα από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Συνολικά, μέσα σε αυτά τα 30 χρόνια, οι οικονομικές απώλειες ανέρχονται σε 8,1 δισ. ευρώ. Ωστόσο, το ποσό αυτό εκτοξεύεται πάνω από 11 δισ. ευρώ εάν συμπεριληφθούν οι ζημιές από τη θεομηνία Daniel και τις πυρκαγιές του 2023.

Πυρκαγιές που αφανίζουν χιλιάδες στρέμματα δασών, καύσωνες-ρεκόρ που πλήττουν τις πόλεις, ξηρασίες που απειλούν την αγροτική παραγωγή και πλημμύρες που σαρώνουν ολόκληρες περιοχές: και αυτή είναι η υφέρπουσα κατάσταση που η χώρα ήδη βιώνει με καταστροφικές συνέπειες. Το πιο ανησυχητικό, όμως, δεν είναι η καταγραφή της κρίσης, αλλά η απουσία ενός συνεκτικού και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού για την αντιμετώπισή της, όπως σημειώνει η έκθεση. Παρά την αναγνώριση του προβλήματος, η Ελλάδα εξακολουθεί να μην έχει υιοθετήσει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο προσαρμογής στις νέες συνθήκες.

Η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού και η καθυστέρηση στην υλοποίηση κρίσιμων πολιτικών αφήνουν τη χώρα εκτεθειμένη σε ένα μέλλον που προδιαγράφεται όλο και πιο δύσκολο. Οι επιστήμονες προειδοποιούν: τα ακραία φαινόμενα δεν είναι η εξαίρεση, αλλά ο νέος κανόνας – και η Ελλάδα πρέπει να προσαρμοστεί πριν το κόστος γίνει μη αναστρέψιμο. Η προειδοποίηση είναι ξεκάθαρη. Η κλιματική κρίση δεν είναι ένα μακρινό πρόβλημα του 2050. Είναι εδώ και επηρεάζει ήδη την καθημερινότητά μας. Το ερώτημα είναι: θα δράσουμε έγκαιρα ή θα παραμείνουμε θεατές;

Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: αν δεν υπάρξουν άμεσες και ριζικές παρεμβάσεις, οι οικονομικές απώλειες από ακραία καιρικά φαινόμενα θα εκτοξευθούν σε πρωτοφανή επίπεδα τις επόμενες δεκαετίες. Σύμφωνα με τις προβλέψεις:

  • 290-580 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2030
  • 551-1.016 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2040
  • 1,1-1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως έως το 2050

Αυτά τα ποσά αφορούν μόνο τις άμεσες οικονομικές απώλειες από ακραία καιρικά φαινόμενα. Αν σε αυτά προστεθούν οι έμμεσες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, την επισιτιστική ασφάλεια, την εσωτερική μετανάστευση και την κοινωνική σταθερότητα, το συνολικό κόστος γίνεται ανυπολόγιστο.
Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς την οικονομική αλυσίδα της καταστροφής: η μείωση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων αυξάνει τις τιμές των τροφίμων, οι ακραίοι καύσωνες επιβαρύνουν την υγεία και πιέζουν τα συστήματα πρόνοιας, οι καταστροφές υποδομών εκτοξεύουν τις κρατικές δαπάνες και ο τουρισμός –η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας– απειλείται από τις ολοένα και πιο ακραίες θερμοκρασίες και τις φυσικές καταστροφές.

Στο έλεος της καταστροφής η νότια Ευρώπη

Και η Ελλάδα δεν είναι μόνη της. Ιταλία και Ισπανία βρίσκονται επίσης στις δέκα πρώτες θέσεις της λίστας των πιο ευάλωτων χωρών, επιβεβαιώνοντας ότι η Μεσόγειος μετατρέπεται σε επίκεντρο της παγκόσμιας κλιματικής καταστροφής. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (EEA) τονίζει ότι η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης λόγω της ταχείας αύξησης της θερμοκρασίας, των ακραίων φαινομένων και της μείωσης των βροχοπτώσεων.

Η Ευρώπη –και ειδικά ο Νότος– είναι πρωταγωνιστής σε ένα σκηνικό που αλλάζει ραγδαία, με τις επιπτώσεις να διαπερνούν κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής, της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής. Σύμφωνα με την Germanwatch, το 2022 η Ιταλία (3η), η Ελλάδα (4η) και η Ισπανία (5η) βρέθηκαν στις κορυφαίες θέσεις της λίστας με τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από ακραία καιρικά φαινόμενα. Από αυτή την αρνητική λίστα δεν έμειναν εκτός η Πορτογαλία (9η) και η Βουλγαρία (10η) οι οποίες συμπλήρωσαν την εικόνα μιας περιοχής που βρίσκεται αντιμέτωπη με διαδοχικά κύματα καταστροφών.

Το CRI Score της Ελλάδας για το 2022 ανέρχεται σύμφωνα με την έκθεση σε 0.2327, καταγράφοντας 3.092 θανάτους, δηλαδή 29.654 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους, ενώ περισσότεροι από 55.000 άνθρωποι επηρεάστηκαν άμεσα από ακραία καιρικά φαινόμενα.

Το 2022 έσπασε άλλο ένα ρεκόρ, αφού καταγράφηκε ως το θερμότερο καλοκαίρι στην ιστορία της Ευρώπης, με τη νότια Ευρώπη να βιώνει θερμοκρασίες έως και 10°C υψηλότερες από τις μέσες τιμές. Η Ελλάδα ήταν από τις χώρες που βρέθηκαν στο επίκεντρο αυτής της ακραίας κλιματικής μεταβολής. Η ζέστη κορυφώθηκε τον Ιούλιο, όταν η θερμοκρασία ξεπέρασε τους 42,1°C στη Φθιώτιδα. Η παρατεταμένη διάρκεια των υψηλών θερμοκρασιών είχε καταστροφικές συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία, με χιλιάδες ηλικιωμένους και ευπαθείς ομάδες να χάνουν τη ζωή τους λόγω της θερμικής καταπόνησης.

Αλλά δεν ήταν μόνο οι άμεσες επιπτώσεις στους ανθρώπους. Η παρατεταμένη ζέστη σε συνδυασμό με τη μειωμένη υγρασία και την έλλειψη βροχοπτώσεων δημιούργησε τις τέλειες συνθήκες για την εξάπλωση δασικών πυρκαγιών σε πολλές περιοχές της χώρας​. Οι δασικές πυρκαγιές του Ιουλίου 2022 χαρακτηρίστηκαν ως οι χειρότερες των τελευταίων ετών και ανάγκασαν χιλιάδες κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Οι πιο καταστροφικές πυρκαγιές ξέσπασαν στα προάστια της Αθήνας, στη Βόρεια και Κεντρική Εύβοια και στην Πελοπόννησο, καταστρέφοντας χιλιάδες στρέμματα δασικής γης και προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές σε καλλιέργειες και υποδομές

Η κατάσταση χαρακτηρίστηκε ανεξέλεγκτη, με ισχυρούς ανέμους να επιδεινώνουν την εξάπλωση των φλογών. Η φωτιά στην Αττική προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, ενώ η Εύβοια, που είχε ήδη πληγεί σφοδρά το 2021, υπέστη νέες απώλειες. Οι δασικές εκτάσεις συρρικνώθηκαν περαιτέρω, επιδεινώνοντας την περιβαλλοντική και οικονομική κατάσταση της περιοχής. Το συνολικό ανθρώπινο και οικονομικό κόστος ήταν τεράστιο, με δεκάδες χιλιάδες πολίτες να αναγκάζονται να εκκενώσουν τις εστίες τους, χιλιάδες εκτάρια δάσους να μετατρέπονται σε στάχτη και τη χώρα να μετράει ακόμα τις επιπτώσεις​.

Το 2023 ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά για την Ελλάδα, καθώς αντιμετώπισε τη πιο καταστροφική πλημμύρα που έχει καταγραφεί στη χώρα. Το σαρωτικό πέρασμα της κακοκαιρίας «Daniel» έπληξε ολόκληρες περιοχές στην κεντρική και στην ανατολική Ελλάδα, αφήνοντας ζημιές εκατομμυρίων πίσω της. Το 2023, παρότι καταγράφηκε μικρότερος αριθμός πυρκαγιών σε σύγκριση με τα έτη 2022, 2021, 2020 και 2019, η συνολική καμένη έκταση αυξήθηκε σημαντικά. Συγκεκριμένα, ο αριθμός των πυρκαγιών μειώθηκε κατά 28,8% σε σχέση με το 2022, κατά 44,7% σε σχέση με το 2021, κατά 87,2% σε σχέση με το 2020 και κατά 11,3% σε σχέση με το 2019. Ωστόσο, οι καμένες εκτάσεις αυξήθηκαν κατά 668% σε σχέση με το 2022, κατά 32% σε σχέση με το 2021, κατά 1.057,4% σε σχέση με το 2020 και κατά 1.508% σε σχέση με το 2019, σύμφωνα με την υπηρεσία Copernicus.

Η σύγκριση αυτή αναδεικνύει μια σημαντική τάση: παρά τη μείωση των πυρκαγιών, αυτές που εκδηλώθηκαν προκάλεσαν καταστροφή μεγαλύτερης κλίμακας. Οι φωτιές που ξέσπασαν το 2023 ήταν λιγότερες αλλά πιο εκτεταμένες και καταστροφικές. Το φαινόμενο αυτό υπογραμμίζει τη σημασία όχι μόνο της μείωσης του αριθμού των πυρκαγιών αλλά και της διαχείρισης της έντασής τους. Ακραίες καιρικές συνθήκες, ανεπαρκής δασική διαχείριση και η επίδραση της κλιματικής αλλαγής πιθανώς συνέβαλαν στη μεγάλη αύξηση των καμένων εκτάσεων, παρά τη συνολική μείωση των περιστατικών.

Ο πλανήτης πλήρωσε 4,2 τρισεκατομμύρια δολάρια

Παγκοσμίως, περισσότερες από 765.000 ανθρώπινες ζωές χάθηκαν από ακραία καιρικά φαινόμενα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ενώ οι οικονομικές ζημιές ξεπερνούν τα 4,2 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Στην κορυφή της λίστας των πιο πληγεισών χωρών μεταξύ 1993 και 2022 βρίσκονται περιοχές που είτε πλήττονται συστηματικά από καταιγίδες και τυφώνες, είτε έχουν βιώσει καταστροφές που άλλαξαν ριζικά τη φυσιογνωμία τους. Στη μικρή νησιωτική χώρα της Ντομίνικα, οι συνεχείς τροπικές καταιγίδες έχουν διαλύσει ολόκληρες κοινότητες, με τον τυφώνα Maria το 2017 να προκαλεί ζημιές που ξεπερνούσαν το 270% του ΑΕΠ της. Στην Κίνα, περισσότεροι από 42.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους λόγω πλημμυρών, τυφώνων και καυσώνων, ενώ οι οικονομικές απώλειες αγγίζουν τα 706 δισεκατομμύρια δολάρια. Το Ονδούρας, από την άλλη, χτυπήθηκε από τον κυκλώνα Mitch το 1998, καταστρέφοντας το 70% των καλλιεργειών και των υποδομών του, οδηγώντας σε μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση.

Η Ευρώπη δεν αποτελεί εξαίρεση στη ζοφερή αυτή εικόνα. Η Ιταλία έχει βρεθεί πολλές φορές αντιμέτωπη με ακραίες θερμοκρασίες και ξηρασίες, με τους καύσωνες του 2003 και του 2022 να προκαλούν χιλιάδες θανάτους. Η Ισπανία έχει βιώσει αλλεπάλληλα κύματα ακραίας ζέστης και δασικές πυρκαγιές που απειλούν τις γεωργικές εκτάσεις της χώρας. Η Ελλάδα, εδώ και τρεις δεκαετίες, βρίσκεται σταθερά ανάμεσα στις χώρες με τις μεγαλύτερες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και οικονομικούς πόρους, με τους καύσωνες, τις πλημμύρες και τις φωτιές να διαμορφώνουν έναν εφιαλτικό κύκλο που δεν δείχνει σημάδια επιβράδυνσης.

Το 2022 ήταν μια χρονιά-σοκ για πολλές χώρες, επιβεβαιώνοντας ότι η κλιματική κρίση δεν κάνει διακρίσεις, πλήττοντας τόσο φτωχές όσο και πλούσιες οικονομίες. Στο Πακιστάν, οι ακραίες πλημμύρες του καλοκαιριού κατέστρεψαν περισσότερα από 33 εκατομμύρια σπίτια, οδηγώντας σε 1.700 θανάτους και ζημιές που ξεπερνούν τα 15 δισεκατομμύρια δολάρια. Στην Ιταλία, η ξηρασία στην κοιλάδα του Πάδου και ο πρωτοφανής καύσωνας του 2022 οδήγησαν σε περισσότερους από 18.000 θανάτους, προκαλώντας έκτακτα μέτρα διαχείρισης νερού. Στην Ισπανία, οι θερμοκρασίες έφτασαν τους 43,2°C, αφήνοντας πίσω τους 11.000 νεκρούς.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έμειναν αλώβητες. Ο τυφώνας Ian σάρωσε τη Φλόριντα και τις Καρολίνες, προκαλώντας καταστροφές ύψους 23 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ ακραία καιρικά φαινόμενα όπως ο χειμώνας Elliot και οι έντονες καταιγίδες άφησαν εκατοντάδες νεκρούς και προκάλεσαν χάος στη χώρα. Στην Πορτογαλία, το θερμότερο καλοκαίρι της ιστορίας της έφτασε τους 47°C, αφήνοντας πίσω του 2.000 νεκρούς, ενώ στη Βουλγαρία, η παρατεταμένη ζέστη του 2022 προκάλεσε 1.200 θανάτους από θερμοπληξία.

Η προειδοποίηση είναι σαφής. Όσο η κλιματική αλλαγή κλιμακώνεται, τόσο η απουσία δράσης θα μεταφράζεται σε απώλειες που κανένα κράτος δεν μπορεί να αντέξει. Ο χρόνος δεν είναι πλέον σύμμαχος. Οι κυβερνήσεις έχουν δύο επιλογές: να επενδύσουν τώρα στην προσαρμογή και τον μετριασμό ή να βρεθούν αντιμέτωπες με ένα μέλλον όπου κάθε φυσική καταστροφή θα αφήνει πίσω της ακόμα περισσότερους νεκρούς και οικονομικές καταρρεύσεις. Η ερώτηση δεν είναι αν μπορούμε να το αντέξουμε. Η ερώτηση είναι αν μπορούμε να επιβιώσουμε χωρίς δράση.

Διαβάστε ακόμη