Οι επιστήμονες μελετούν τον αντίκτυπο της «σκόνης υψηλού γεωγραφικού πλάτους (HLD)», ιδίως από την Ισλανδία, για να κατανοήσουν καλύτερα τον ρόλο της στην κλιματική αλλαγή και τα καιρικά φαινόμενα. Η Ισλανδία, με τις απέραντες ερήμους της που αποτελούνται από μαύρη ηφαιστειακή σκόνη, παράγει σωματίδια που μπορούν να ταξιδέψουν μέχρι την ηπειρωτική Ευρώπη. Τα σωματίδια αυτά, που διακρίνονται λόγω της σύνθεσης του μαύρου ηφαιστειακού γυαλιού τους, συμβάλλουν σε καταιγίδες σκόνης που έχουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Η Ισλανδία είναι η μεγαλύτερη και πιο ενεργή περιοχή ερήμου στην Ευρώπη, αλλά αντί για πορτοκαλί αμμώδεις αμμόλοφους, οι ερημικές περιοχές της έκτασης 44.000 km2 είναι επίπεδες, άγονες εκτάσεις μαύρης ηφαιστειακής σκόνης. Όπως και οι κανονικές έρημοι, παράγουν άμμο που μπορεί να οδηγήσει σε ισχυρές καταιγίδες σκόνης σε θυελλώδεις καιρικές συνθήκες.

Πίσω στον χρόνο, οι προσπάθειες των αποίκων των Βίκινγκς να καλλιεργήσουν τη γη ήταν ανεπιτυχείς, οδηγώντας σε εκτεταμένη υποβάθμιση. Σήμερα, μόνο το 2% περίπου της Ισλανδίας καλύπτεται από δάση. Με την ερημοποίηση να επιταχύνεται, η σκόνη από τις ερήμους της Ισλανδίας ανεβαίνει σχεδόν 135 ημέρες το χρόνο, μολύνοντας περιοχές στην Ευρώπη και την Ισλανδία, σύμφωνα με το euronews.

Οι επιπτώσεις της σκόνης

Οι κλιματικές επιπτώσεις της σκόνης σε υψηλά γεωγραφικά πλάτη διαφέρουν από εκείνες της σκόνης της ερήμου σε χαμηλότερα γεωγραφικά πλάτη, όπως η Σαχάρα. Ενώ η σκόνη της Σαχάρας αντανακλά το ηλιακό φως, η ισλανδική σκόνη το απορροφά, συμβάλλοντας στην αύξηση της θερμοκρασίας. Η επίδραση αυτή είναι ιδιαίτερα έντονη όταν η σκόνη καθιζάνει στους παγετώνες, καθώς επιταχύνει τη διαδικασία τήξης. Η παρουσία σκόνης σε παγετώνες, όπως ο Myrdalsjokull, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικό λιώσιμο των πάγων. Καθώς οι παγετώνες υποβαθμίζονται και εκτίθεται περισσότερη σκόνη, ο κύκλος δημιουργίας σκόνης εντείνεται. Αυτή η σκόνη δεν είναι μόνο ένας σημαντικός ρύπος, αλλά και ένας παράγοντας κλιματικής αλλαγής, που επηρεάζει τις περιοχές της Αρκτικής και όχι μόνο, συμπεριλαμβανομένων των παγετώνων και των θαλάσσιων πάγων της Γροιλανδίας.

Η παρακολούθηση των εστιών σκόνης και η συλλογή δεδομένων είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση των μοντέλων σκόνης, με τους ερευνητές να επικεντρώνονται στην Ισλανδία για την ανάπτυξη ακριβέστερων περιφερειακών μοντέλων σκόνης. Με την υποστήριξη του Προγράμματος Παρακολούθησης Copernicus, οι επιστήμονες στοχεύουν να βελτιώσουν τις παγκόσμιες προβλέψεις σκόνης συμπεριλαμβάνοντας πηγές υψηλού γεωγραφικού πλάτους, καθώς τα τρέχοντα μοντέλα συχνά δεν έχουν επαρκή ανάλυση. Κάθε χρόνο, περίπου δύο δισεκατομμύρια τόνοι σκόνης και άμμου εισέρχονται στην ατμόσφαιρα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αναπνευστικές ασθένειες και να επηρεάσει την ορατότητα.

Είναι ενδιαφέρον ότι η HLD μπορεί επίσης να έχει δυνητικά ψυκτικά αποτελέσματα συμβάλλοντας στον σχηματισμό νεφών. Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αυτά τα σωματίδια επηρεάζουν τη δυναμική των νεφών είναι ζωτικής σημασίας για την πρόβλεψη της υπερθέρμανσης του πλανήτη και των καιρικών συνθηκών. Μελετώντας τη σκόνη, οι επιστήμονες ελπίζουν να βελτιώσουν τα κλιματικά μοντέλα και να βελτιώσουν τις προβλέψεις, προσφέροντας πληροφορίες για τις μελλοντικές αλλαγές του κλίματος.

Διαβάστε ακόμη