Το ΕΣΕΚ είναι μια εθνική πολιτική με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Το πρώτο ΕΣΕΚ ολοκληρώθηκε και υποβλήθηκε στην ΕΕ το 2019. Όλα τα κράτη μέλη εκπονούν τα ΕΣΕΚ, καθώς είναι υποχρέωση σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό κανονισμό για τη διακυβέρνηση της ΕΕ και τη δράση για το κλίμα. Το 2015, η ΕΕ προσδιόρισε ποια πρέπει να είναι η εθνικά καθορισμένη συνεισφορά κάθε κράτους μέλους για να μειώσει τις εκπομπές και να πετύχει τους στόχους. Αυτή η συνεισφορά ανερχόταν σε μείωση κατά 40% των εκπομπών μέχρι το 2030 σε σχέση με το 1990, ξεκίνησε την ομιλία της η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου κατά την παρουσίαση του ΕΣΕΚ στη κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών της Βουλής, σήμερα Τετάρτη, 16 Οκτωβρίου.
Η υφυπουργός ξεκίνησε με μια αναδρομή, λέγοντας πως, «το 2019 θέσαμε στόχους, όπως τον εθνικά δεσμευτικό στόχο της πλήρους απεξάρτησης ηλεκτροπαραγωγής από τον λιγνίτη μέχρι το 2028. Ο δεύτερος στόχος ήταν το μερίδιο των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση να φτάσει το 35% μέχρι το 2030, έναντι του ευρωπαϊκού στόχου του 32%. Ο τρίτος στόχος ήταν οι ΑΠΕ να αντιπροσωπεύουν το 61-64% στην ηλεκτροπαραγωγή μέχρι το 2023. Ο τέταρτος στόχος αφορούσε τη μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στη χώρα και τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά 38%. Ο πέμπτος στόχος ήταν η μείωση των εκπομπών κατά 42% με βάση το 1990».
Το ΕΣΕΚ, συνέχισε, είχε επίσης κοινωνικοοικονομικές διαστάσεις, με απαιτούμενες επενδύσεις ύψους 44 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2030. Μετά από μελέτη του ΙΟΒΕ και της διανέοσις, υπολογίστηκε ότι η μακροοικονομική επίδραση αυτών των επενδύσεων θα οδηγούσε σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,6 δισεκατομμύρια ευρώ, 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ σε δημόσια έσοδα και 35.000 θέσεις εργασίας μέχρι το 2030.
Από το 2019 προσπαθήσαμε να αξιοποιήσουμε τα χρηματοδοτικά εργαλεία. Νέες ευρωπαϊκές υποχρεώσεις προέκυψαν, όπως ο ευρωπαϊκός νόμος για το κλίμα που θέτει μακροπρόθεσμο στόχο για μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2050. Το πακέτο Fit for 55 και η ευρωπαϊκή υποχρέωση RepowerEU πρόσθεσαν νέες προτεραιότητες για τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας, την επιτάχυνση της ανάπτυξης ΑΠΕ και τον εξηλεκτρισμό.
Είμαστε υποχρεωμένοι να ξαναξεκινήσουμε την αναθεώρηση του ΕΣΕΚ για το 2030, για αυτό προχωρήσαμε στο πρώτο σχέδιο αναθεώρησης του ΕΣΕΚ το Νοέμβριο του 2023. Το ΕΣΕΚ τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, λαμβάνοντας 180 επιστολές με εκτενείς τοποθετήσεις. Επρεπε να αποδελτιώσουμε σχεδόν 2000 σχόλια από 350 διαφορετικούς συμμετέχοντες. Τα περισσότερα σχόλια αφορούσαν τον τομέα των ΑΠΕ, κυρίως τη χωροθέτηση, τις ενεργειακές κοινότητες και το πώς οι ΑΠΕ θα συνεισφέρουν στη μείωση των τιμών.
Έχουμε 57% συμμετοχή των ΑΠΕ στο μείγμα. Έχουμε 13.738 μεγαβάτ σε ΑΠΕ, εκ των οποίων τα 7.800 είναι φωτοβολταϊκά, 5.200 αιολικά, και τα υπόλοιπα προέρχονται από βιομάζα, υδροηλεκτρικά κ.ά. Μόνο το 2024 θα ηλεκτριστούν άλλα 1.760 μεγαβάτ. Έχουμε ώριμα έργα, άλλα 14.000 μεγαβάτ είναι σε στάδιο αίτησης και άλλα 42.000 μεγαβάτ αναμένονται, τόνισε η κα. Σδούκου και συνέχισε τονίζοντας πως
«Είμαστε ηγέτες στη διείσδυση φωτοβολταϊκών. Στα κτίρια, ωστόσο, η Ελλάδα έχει παλαιωμένο κτιριακό απόθεμα που δημιουργεί μεγάλη ενεργειακή και οικονομική σπατάλη. Το 58% των κτιρίων είναι χτισμένο πριν από το 1980. Έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες, και από το 2019 προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε 200.000 νοικοκυριά να ενταχθούν σε προγράμματα εξοικονόμησης Στην ηλεκτροκίνηση, από το 2019 μέχρι σήμερα, δημιουργήσαμε πλαίσιο λειτουργίας και πήραμε πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης για επιδότηση αντικατάστασης συμβατικών οχημάτων με ηλεκτρικά. Ο στόχος το 2019 ήταν 500 ηλεκτρικά αυτοκίνητα, σήμερα είναι περίπου 45.000, ξεπερνώντας το 11%. Από 50-60 φορτιστές, σήμερα έχουμε 6.500 σημεία φόρτισης. Το 2022, οι εκπομπές ανήλθαν σε 72,9 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Προσπαθήσαμε να αποσυνδέσουμε την οικονομική ανάπτυξη από τις εκπομπές και την αύξηση της ενεργειακής κατανάλωσης. Αυτά τα πέντε χρόνια ξεπεράσαμε τους στόχους, πετυχαίνοντας υψηλές επιδόσεις και δημιουργώντας βάσεις για νεότερους».
Οι 3 κατηγορίες του ΕΣΕΚ
Το νέο ΕΣΕΚ χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες:
- Τι έχουμε να κάνουμε από το 2025 μέχρι το 2030.
- Από το 2030 μέχρι το 2040.
- Από το 2040 μέχρι το 2050.
Στην πρώτη περίοδο θα συνεχίσουμε να διατηρούμε τον ταχύ ρυθμό διείσδυσης των ΑΠΕ, να ισοσκελίσουμε τη στοχαστικότητα με την αποθήκευση ενέργειας, και μέχρι το τέλος της δεκαετίας θα πετύχουμε τον στόχο της απολιγνιτοποίησης. Στις μεταφορές θα προχωρήσουμε σε περισσότερο εξηλεκτρισμό, και στα κτίρια θα γίνουν ανακαινίσεις, ενώ θα αρχίσουμε να δουλεύουμε σε τεχνολογίες που δεν είναι ακόμη ώριμες. Θα ανοίξουμε και άλλες αγορές, συνθήκες για νέες πηγές όπως το βιομεθάνιο, το υδρογόνο, τα υπεράκτια αιολικά και η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα.
Στη δεύτερη περίοδο, θα εστιάσουμε πιο καθαρά, στον εξηλεκτρισμό στη βιομηχανία, στις μεταφορές και στα κτίρια.
Στην τρίτη περίοδο, θα εστιάσουμε στους πιο δύσκολους τομείς να εξηλεκτριστούν, όπως οι βαριές μεταφορές, τμήματα της βιομηχανίας, ναυτιλία και αεροπλοΐα.
Στόχος στο νέο ΕΣΕΚ είναι να έχουμε ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή μέχρι το 2030 στο 75% και στο 95% σε δέκα χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2035. Το 2050, με βάση τα μοντέλα, σχεδόν τριπλάσια εγκατεστημένη ισχύ ηλεκτροπαραγωγής, 72 γιγαβάτ σε σχέση με αυτή που έχουμε σήμερα. Η ζήτηση θα ανέλθει από 56 τεραβατώρες στις 130 τεραβατώρες, αποτέλεσμα του εξηλεκτρισμού.
Το 2050, τα υπεράκτια αιολικά θα αποτελούν το 1/7 της εγκατεστημένης ισχύος, καλύπτοντας το 33% της ηλεκτρικής ενέργειας που χρειαζόμαστε. Το φυσικό αέριο θα αντιπροσωπεύει το 9% της εγκατεστημένης ισχύος το 2050.
Μέχρι το 2030, σχεδιάζεται η εγκατάσταση 6 γιγαβάτ σε μπαταρίες, με έργα όπως η Αμφιλοχία. Η ισχύς πρέπει να τριπλασιαστεί μέχρι το 2050.
Στις μεταφορές, τη διανομή και τις διασυνδέσεις απαιτούνται επενδύσεις. Οι ετήσιες επενδύσεις θα ξεπερνούν το μισό δισεκατομμύριο ευρώ για τη βελτίωση της ποιότητας του ρεύματος, την αύξηση ανθεκτικότητας των δικτύων στην κλιματική αλλαγή, την ψηφιοποίηση του δικτύου και τους έξυπνους μετρητές. Ιδιαίτερη σημασία έχει η διασύνδεση των νησιών και οι διεθνείς διασυνδέσεις.
Το μέσο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας σήμερα είναι 145 ευρώ, και αυτό το κόστος θα αποκλιμακώνεται σταδιακά μέσω της ενεργειακής μετάβασης.
Θέλουμε ενεργούς καταναλωτές μέσω προώθησης μέτρων αυτοκατανάλωσης και δυναμικής τιμολόγησης ηλεκτρικής ενέργειας από τις αρχές του 2025, αρχικά από τις επιχειρήσεις.
Είναι σημαντικοί οι ενεργειακά ευάλωτοι συμπολίτες, γι’ αυτό θα αναμορφωθεί το κοινωνικό τιμολόγιο και θα προσφερθεί φθηνή ενέργεια σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης. Για τους ευάλωτους, υπάρχουν επιδοτήσεις στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ» και μείωση του ενεργειακού κόστους για επιχειρήσεις.
Για τα νησιά, η πολιτική στοχεύει να «πρασινίσουμε» το ενεργειακό μείγμα και να μειώσουμε την επιβάρυνση των Ελλήνων καταναλωτών μέσω του προγράμματος Eco.
Οι επενδύσεις που θα γίνουν θα συνεισφέρουν περίπου 95 δισεκατομμύρια ευρώ για την ενεργειακή μετάβαση στο ελληνικό σύστημα μέχρι το 2030. Η πλειονότητα, περίπου το 68% ή 65 εκατομμύρια ευρώ, αφορά την υλοποίηση πολλών παρεμβάσεων σε όλους τους τομείς τελικής χρήσης, που θα επιφέρουν μείωση του κόστους.
Η εκτίμηση είναι για 6 δισεκατομμύρια ευρώ ως ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σε ετήσια βάση από το 2025 μέχρι το 2030. Η συνεισφορά θα είναι περίπου 2,5% στο ΑΕΠ κάθε χρόνο μέχρι το 2050, με την υλοποίηση της μετάβασης να προσφέρει περίπου 210.000 θέσεις εργασίας σε ετήσια βάση μέχρι το 2050, κατέληξε η υφυπουργός.
Διαβάστε ακόμη