Η αγορά των εταιρειών ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων (private equity) έχει δαπανήσει τρισεκατομμύρια σε ενεργειακές επενδύσεις, οι οποίες παράγουν πολύ μεγάλες ποσότητες εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, επιδεινώνοντας την κλιματική κρίση, χωρίς ωστόσο να «τραβούν τα βλέμματα», αναφέρει νέα έκθεση με τίτλο 2024 Private Equity Climate Risks Scorecard, που δημοσιεύθηκε μέσα στον Οκτώβριο.

Οι εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων έχουν ευθύνη για μια τεράστια ποσότητα εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κάθε χρόνο, αλλά συνήθως οι δραστηριότητές τους περνούν κάτω από το ραντάρ, υφίστανται ελάχιστους περιορισμούς και έχουν ελάχιστη λογοδοσία για τον ρόλο που διαδραματίζουν στην επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να αρχίσουν να «αποζημιώνουν» χρηματικά για τις αρνητικές συνέπειες των επενδύσεών τους. Χρειάζεται, δηλαδή, να αποτυπωθεί οικονομικά ο κλιματικός αντίκτυπος των επενδύσεών τους σε ορυκτά καύσιμα και με αυτόν τον τρόπο, οι επενδύσεις αυτές να γίνουν λιγότερο κερδοφόρες, ώστε να στραφούν αυτές οι εταιρείες σε επενδύσεις που υποστηρίζουν την πράσινη μετάβαση.

21 εταιρείες είναι υπεύθυνες για 1,17 δισ. μετρικούς τόνους ισοδύναμων εκπομπών CO₂ ετησίως

Η έκθεση, που επιμελήθηκαν από κοινού ερευνητές των think tank Americans for Financial Reform Education Fund, Global Energy Monitor και Private Equity Stakeholder Project, καταλήγει πως 21 μεγάλες εταιρείες επενδυτικών ιδιωτικών κεφαλαίων, κάποιες εκ των οποίων είναι από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως, είναι υπεύθυνες μέσω των τοποθετήσεών τους σε εταιρείες ορυκτών καυσίμων για 1,17 γιγατόνους εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ετησίως. Η συγκεκριμένη ποσότητα μεταφράζεται σε 1,17 δισεκατομμύρια μετρικούς τόνους ισοδύναμων εκπομπών CO₂ (CO₂e) και περιορίζεται σε τρεις κατηγορίες που καλύπτονται στο πεδίο αυτής της έρευνας: στην παραγωγή υδρογονανθράκων, σε τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και σε εργοστάσια άνθρακα. Με άλλα λόγια, οι κατηγορίες της έρευνας δεν αντιπροσωπεύουν το σύνολο του αποτυπώματος εκπομπών των εταιρειών από τις επενδύσεις στην ενέργεια. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος των 1,17 δισ. μετρικών τόνων ισοδύναμων εκπομπών CO₂ και μαζί το μέγεθος της ευθύνης αυτών των εταιρειών ιδιωτικών κεφαλαίων είναι χρήσιμες ορισμένες συγκρίσεις, ώστε να γίνει αντιληπτή η τάξη μεγέθους.

Από όλες τις πυρκαγιές στον Καναδά για το 2023 εκλύθηκαν 1,76 δισ. μετρικοί τόνοι ισοδύναμων εκπομπών CO₂. Υπενθυμίζεται πως οι πυρκαγιές αυτές είχαν ως αποτέλεσμα να καούν 7,8 εκατομμύρια εκτάρια δάσους, δηλαδή 78 εκατομμύρια στρέμματα. Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση, όλες οι πτήσεις αεροπλάνων παγκοσμίως για το έτος 2019, δηλαδή πριν τη μείωση που επήλθε με την πανδημία του COVID-19, είχαν ως αποτέλεσμα την εκπομπή 1,03 δισ. μετρικών τόνων ισοδύναμων εκπομπών CO₂. Παράλληλα, για να αντισταθμίσουμε την ποσότητα 1,17 δισ. μετρικών τόνων ισοδύναμων εκπομπών CO₂, για την οποία είναι συνυπεύθυνες οι εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω των επενδύσεών τους, θα έπρεπε να καλύψουμε μια περιοχή 317 εκατομμυρίων στρεμμάτων με πευκοδάσος. Αυτή η έκταση είναι σχεδόν δύο φορές το μέγεθος της Γαλλίας.

Η έκθεση περιλαμβάνει «βαριά ονόματα» της αγοράς private equity

Η έκθεση περιλαμβάνει «βαριά ονόματα», όπως η Apollo Global Management, η ArcLight Capital Partners, η BlackRock Private Equity Partners, η Blackstone Inc. και η KKR μεταξύ άλλων. Αξίζει να σημειωθεί πως από τις 21 εταιρείες που εξετάζει η έκθεση, τη χειρότερη «επίδοση» είχε η EIG Global Energy Partners, με τις επενδύσεις της οποίας να ευθύνονται για πάνω από 270 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμων εκπομπών CO₂ ετησίως και με το 82% των ενεργειακών επενδύσεών της να είναι σε εταιρείες ορυκτών καυσίμων.

Τα παραπάνω δεδομένα φωτίζουν μια «σκιώδη» πραγματικότητα, σε μια εποχή που ολοένα και περισσότερες εταιρείες επιδίδονται σε πρακτικές «πράσινου ξεπλύματος» (greenwashing), παρουσιάζοντας δηλαδή μια ψευδή ή παραπλανητική εικόνα ως προς τις περιβαλλοντικές τους επιδόσεις ή τις προσπάθειές τους για βιωσιμότητα.

Πέραν των ηθικών και περιβαλλοντικών ζητημάτων, εγείρονται και ζητήματα οικονομικής σταθερότητας. Οι εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων διαχειρίζονται, μεταξύ άλλων, κεφάλαια ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών ταμείων, τα οποία επενδύουν. Σε μια εποχή που η κλιματική κρίση κάνει συνεχώς πιο επιτακτική την ανάγκη για πράσινη μετάβαση και τις επενδύσεις σε καθαρές τεχνολογίες, οι επίμονες επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα δημιουργούν έντονες αμφιβολίες ως προς την οικονομική βιωσιμότητα αυτών των επενδύσεων και την ασφάλεια και σταθερότητα των εταιρειών ιδιωτικών κεφαλαίων και, κατά συνέπεια, των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών ταμείων που έχουν εμπιστευτεί τα κεφάλαιά τους σε αυτές. Οι εκτεταμένες επενδύσεις, δηλαδή, σε ορυκτά καύσιμα σε μια εποχή που υπάρχει προσπάθεια για μείωση της χρήσης τους, θέτει υπό αμφισβήτηση τη σταθερότητα της διεθνούς οικονομίας.

Η στάση που κρατούν οι επικεφαλής των private equity εταιρειών

Ο ρόλος των εταιρειών private equity αλλά και άλλων επενδυτών όπως μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, είναι κομβικός για την πορεία της πράσινης μετάβασης και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Παρά ταύτα, πολλοί επικεφαλής τέτοιων φορέων δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται τόσο να λάβουν ενεργά μέρος στη διαδικασία λήψης διεθνών συλλογικών αποφάσεων για κλιματική δράση. Όπως έχει αναφέρει το energygame.gr, αρκετά ηγετικά στελέχη επενδυτικών φορέων και διεθνών τραπεζών δεν αναμένεται να παραβρεθούν στην επικείμενη COP29, επικαλούμενοι «μειωμένες προσδοκίες» για τη φετινή Διάσκεψη, καθώς και άλλους λόγους. Μεταξύ αυτών που δεν αναμένεται να παραβρεθούν στην COP29 βρίσκεται και ο Λάρι Φινκ, CEO της BlackRock.

Υπενθυμίζεται πως η 29η Διάσκεψη των Μερών (COP29) ξεκινάει σε έναν μήνα και θα διεξαχθεί στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν. Οι Διασκέψεις των Μερών (Conference of Parties – COPs) είναι το ανώτατο όργανο λήψης αποφάσεων της Σύμβασης-πλαίσιο του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC -United Nations Framework Convention for Climate Change). Οι κύριοι στόχοι της COP29, όπως έχει ανακοινώσει η αζερική Προεδρία, είναι η συμφωνία για έναν νέο ετήσιο στόχο για τη χρηματοδότηση που θα καταβάλλουν οι εύπορες χώρες, προκειμένου να βοηθήσουν τις πιο φτωχές να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή, η «οικοδόμηση» υποστήριξης γύρω από μια δέσμευση να αυξηθεί η παγκόσμια ικανότητα αποθήκευσης ενέργειας έξι φορές πάνω από τα επίπεδα του 2022 και να φτάσει μέχρι το 2030 τα 1.500 GW, καθώς και η προσπάθεια για τη δημιουργία μιας παγκόσμιας αγοράς υδρογόνου.

Ανάγκη για «ρύθμιση» του τομέα επενδυτικών ιδιωτικών κεφαλαίων

Η έκθεση καταλήγει πως είναι απαραίτητο οι εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων να υιοθετήσουν κάποια κλιματικά standards, να υπάρξει δηλαδή ρύθμιση του συγκεκριμένου τομέα, ώστε να μη δρα ανεξέλεγκτα. Πιο συγκεκριμένα, τονίζεται πως είναι απαραίτητο να υπάρξει ευθυγράμμιση των επενδύσεων αυτών των εταιρειών με επιστημονικούς κλιματικούς στόχους για τον περιορισμό της παγκόσμιας θέρμανσης στους 1,5⁰C, αποκάλυψη της ακριβούς έκθεσης των εταιρειών ιδιωτικών κεφαλαίων σε επενδύσεις ορυκτών καυσίμων, καθώς και αποκάλυψη των εκπομπών και των επιπτώσεων που αυτές συνεπάγονται, αναφορά ενός σχεδίου ενεργειακής μετάβασης σε επίπεδο χαρτοφυλακίου, ενσωμάτωση της κλιματικής και περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, αλλά και παροχή διαφάνειας στις πολιτικές δαπάνες και στο lobbying για το κλίμα.

Τέλος, όπως προαναφέρθηκε, θα πρέπει να αποτυπωθεί οικονομικά το κόστος που προκαλούν αυτές οι επενδύσεις στην επιδείνωση της κλιματικής κρίσης. Αν οι εταιρείες αρχίσουν να αποζημιώνουν για το κόστος αυτό, τότε οι επενδύσεις σε εταιρείες ορυκτών καυσίμων θα γίνουν λιγότερο κερδοφόρες και οι επενδύσεις σε καθαρές τεχνολογίες θα γίνουν πιο ελκυστικές. Ωστόσο, για να συμβούν αυτά θα πρέπει να υπάρχει αυξημένη διαφάνεια στις επενδύσεις και ρύθμιση της αγοράς ιδιωτικών κεφαλαίων.

Διαβάστε ακόμη