Στον κυκεώνα της λειψυδρίας και της κλιματικής κρίσης βρίσκεται η Ελλάδα. Οι μειωμένες βροχοπτώσεις τους χειμερινούς και φθινοπωρινούς μήνες σε όλη την Ελλάδα και κατ’ επέκταση τα λιγοστά αποθέματα νερού δημιούργησαν τα πρώτα καμπανάκια ανησυχίας. Σε πολλές περιοχές της χώρας, έχει σημάνει συναγερμός καθώς λίμνες και φράγματα στεγνώνουν. Η Αττική βρίσκεται στο επίκεντρο της συζήτησης. Τα αποθέματα νερού στους ταμιευτήρες του Μόρνου, αν οι συνθήκες δεν αλλάξουν δραματικά, αρκούν μόνο για τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια, με τους ειδικούς να χτυπούν καμπανάκι κινδύνου και να υπογραμμίζουν την ανάγκη σωστής διαχείρισης των υδάτινων πόρων.

Όπως προανήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξη Τύπου της Κυριακής στη ΔΕΘ, η κυβέρνηση σε συνεργασία με την ΕΥΔΑΠ αναμένεται να προχωρήσει στην ένωση του ταμιευτήρα του Ευήνου και Μόρνου με την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών, η οποία από μόνη της έχει τετραπλάσιο δυναμικό σε σχέση με όλους τους ταμιευτήρες οι οποίοι καλύπτουν τις ανάγκες της Αττικής. «Πρόκειται για ένα έργο το οποίο θα χρειαστεί τρία με τέσσερα χρόνια. Θα πρέπει να γίνει με διαδικασίες γρήγορες. Μιλάμε για αγωγούς βασικά, δεν μιλάμε για ένα έργο το οποίο είναι τόσο σύνθετο ούτε για τεράστιες αποστάσεις», ανέφερε ο πρωθυπουργός.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε το έργο αναγκαίο σχολιάζοντας πως «αν θέλουμε να είμαστε απολύτως σίγουροι ότι η Αττική -ως προς την ύδρευση- της είναι θωρακισμένη για τις επόμενες δεκαετίες και πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τα πιο ακραία σενάρια της κλιματικής κρίσης, είναι ένα έργο το οποίο οφείλουμε να υλοποιήσουμε». Η υλοποίησή του αναγκαστικά θα έχει μια επιβάρυνση στους λογαριασμούς της ΕΥΔΑΠ. Το εν λόγω έργο δεν έχει τεράστιο κόστος, αλλά δεν είναι ευκαταφρόνητο. «Με ελάχιστη επιβάρυνση τελικά, αμελητέα επιβάρυνση στους λογαριασμούς του νερού», τόνισε.

Δίνοντας τη γενική εικόνα ανέφερε ότι «η λειψυδρία είναι ίσως η πιο, θα έλεγα, έντονη εκδήλωση του προβλήματος της κλιματικής κρίσης. Βέβαια, η χώρα έχει αντιμετωπίσει προβλήματα λειψυδρίας και στο παρελθόν. Αλλά συνολικά η διαχείριση του νερού, του υδάτινου δυναμικού της χώρας, είναι μια πρώτη προτεραιότητα και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι 85% του νερού της χώρας πηγαίνει για άρδευση και μόλις το υπόλοιπο πηγαίνει βασικά για ανάγκες ύδρευσης. Γι’ αυτό και τα σημαντικά έργα τα οποία ανακοινώσαμε στη Θεσσαλία, τα οποία δεν χρειάζεται να επαναλάβω, έχουν τόση σημασία για την ορθή διαχείριση του νερού, με σημαντικότερο να μπορούμε να εξασφαλίζουμε ότι δεν έχουμε αχρείαστες απώλειες από το υφιστάμενο νερό το οποίο διαχειριζόμαστε. Δεν θα μιλήσω, όμως, σήμερα γι’ αυτό το ζήτημα γιατί θα χρειαζόμουν πολλή ώρα».

Μάλιστα, συμπλήρωσε λέγοντας πως «έχουμε ζητήματα ύδρευσης, πρωτίστως σε νησιά, κυρίως στις Κυκλάδες, τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν συνολικά. Γι’ αυτό και η προσπάθεια την οποία δρομολογεί το Υπουργείο για ενοποίηση των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης έχει μεγάλη σημασία. Ειδικά δε, θα έλεγα, για τα νησιά των Κυκλάδων, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε και λύσεις όπως η στενότερη συνεργασία με την ΕΥΔΑΠ, η οποία έχει μεγάλη εμπειρία και τεχνογνωσία και δυνατότητα να μπορεί να δρομολογεί τέτοια έργα και με οικονομίες κλίμακος». «Πρέπει να θωρακίσουμε, όπως κάποιοι θωράκισαν την Αττική με τα σημαντικά έργα τα οποία έγιναν πριν από κάποιες δεκαετίες, και εμείς πρέπει να αφήσουμε μια παρακαταθήκη για την Αττική, ώστε να είμαστε σίγουροι ότι δεν πρόκειται ποτέ, μα ποτέ, να αντιμετωπίσουμε ξανά ουσιαστικό πρόβλημα λειψυδρίας», κατέληξε.

Διαβάστε ακόμη