Η αδυναμία της ελληνικής βιομηχανίας βιομάζας είναι «η έλλειψη πρώτης ύλης», όπως ανέφερε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θ. Σκυλακάκης, στο 1ο Περιφερειακό Φόρουμ Βιομάζας. «Είμαστε σε μία κρίσιμη καμπή, γιατί βρισκόμαστε προ των πυλών από την έναρξη μίας μεγάλης μεταρρύθμισης που αφορά την τεχνολογία πρώτης ύλης». Οι τεχνολογίες της βιομάζας δεν είναι πρώιμες. Η βιώσιμη διαχείριση των δασών -όπως ανέφεραν στο συνέδριο άνθρωποι της αγοράς- είναι συνυφασμένη με την αξιοποίηση της δασικής βιομάζας για την παραγωγή βιοενέργειας, προϊόντων ξυλείας, στερεών βιοκαυσίμων – πέλετ, προκειμένου να μετριαστούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα δασικά οικοσυστήματα της χώρας. «Όσο δεν λαμβάνονται μέτρα η εικόνα δεν θα αλλάξει», σχολίασε ο κ. Σκυλακάκης. Όσον αφορά την πρώτη ύλη από πλαστικά απόβλητα βρίσκεται προ των πυλών μία μεταρρύθμιση που θα περιλαμβάνεται στο επερχόμενο νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ για να δημιουργηθεί ένα ιδιωτικό σύστημα. Το σύστημα αυτό θα συμπληρώνει τις προσπάθειες που γίνονται για να δημιουργηθεί μία ροή βιομάζας από αστικά απόβλητα, και να δημιουργηθεί πρώτη ύλη. Σημειώνεται πως εξελίξεις αναμένονται και όσον αφορά τα αγροτικά απόβλητα.
Το ΥΠΕΝ πριν το Πάσχα δημιούργησε ένα καινούργιο σύστημα για τη διαχείριση των δασών. Στόχος είναι να ξεκινήσει η ενεργητική διαχείριση των ελληνικών δασών και προπαντός εκείνων των δασικών οικοσυστημάτων στη νότια Ελλάδα, περιοχή περισσότερο ευάλωτη στην κλιματική κρίση, που είναι εδώ και πολλές δεκαετίες χωρίς καμία διαχείριση. «Τα περισσότερα δάση στην Ελλάδα είναι εκτός διαχείρισης γεγονός που δημιουργεί μεγάλη επικινδυνότητα για πυρκαγιές. Τα δάση έχουν συσσωρεύσει καύσιμη ύλη η οποία από κοινού με την κλιματική αλλαγή προκαλεί μεγάλης εμβέλειας πυρκαγιές, ανέφερε ο υπουργός. Ως εκ τούτου, απομακρύνονται οι τεράστιες ποσότητες εύφλεκτης υπερβάλλουσας βιομάζας που έχει συσσωρευτεί σε αυτά, με ταυτόχρονη ανάπτυξη της οικονομίας του δάσους. Παρά τα υλικά βιομάζας που υπάρχουν στα ελληνικά δάση το 2020 στην Ελλάδα δώσαμε 23 εκατ. για να εισάγουμε καυσόξυλα και 22,6 εκατ. για να εισάγουμε κάρβουνα.
Η διαχείριση μέσω αυτού του νέου συστήματος είναι πλέον ενεργή, ενώ επιδοτείται η χαμηλής ενεργειακής και οικονομικής αξίας βιομάζα που σε άλλη περίπτωση θα έμενε μέσα στο δάσος. «Η εν λόγω βιομάζα μένει ακόμα στα δάση που είναι υπό διαχείριση». Την ίδια ώρα μπαίνει στο τραπέζι το κομμάτι της της επιδότησης. Η επιδότηση της απομάκρυνσης της βιομάζας, με ταυτόχρονη θεσμοθέτηση Υβριδικών Σχημάτων συνεργασίας δασικών συνεταιρισμών και ιδιωτικών επιχειρήσεων που μεταποιούν βιομάζα (για παραγωγή προϊόντων ξύλου, πέλετ, ενέργειας κ.λπ.), που υπό την επίβλεψη της δασικής υπηρεσίας θα αναλάβουν να εφαρμόσουν σύγχρονες, διαχειριστικές μελέτες που καθιστούν τα δάση παραγωγικά προφυλάσσοντάς τα ταυτόχρονα -κατά το δυνατόν- από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Το κομμάτι του ιδιωτικού τομέα μπορεί -ανάλογα με την προβλεπόμενη διαχειριστική μελέτη- να αναλάβει για ένα εύλογο χρονικό διάστημα (10 -15 χρόνια) ολόκληρη τη διαχείριση του δάσους. Όταν η βιομάζα θα βγαίνει από το δάσος θα πιστοποιείται, ενώ τη στιγμή που θα πωλείται σε τρίτους θα μπαίνει το κομμάτι της επιδότησης. «Η επιδότηση θα είναι σημαντική. Στο μάκρος του χρόνου προβλέπουμε ότι ένα ποσό της τάξεως των 100 εκατ. θα δίνεται για αυτή την υπολειπόμενη βιομάζα», σημείωσε ο υπουργός.
Πιστοποίηση όλης της πορείας της βιομάζας ώστε να μπορούμε να έχουμε και σημαντικά εθελοντικά δικαιώματα ρύπων στο πλαίσιο ενός συστήματος εθελοντικών δικαιωμάτων που «τρέχει» παράλληλα το ΥΠΕΝ. Από το 2024 αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία ένα σύστημα δημοπρασιών Πιστώσεων Άνθρακα (Carbon Credits) που θα προκύπτουν από τη διαχείριση του δάσους ώστε ο μηχανισμός να αυτοχρηματοδοτείται. Ουσιαστικά ένα δάσος που θα μπαίνει σε διαχείριση θα δημιουργεί «δικαιώματα εκπομπών ρύπων», τα οποία θα μπορούν να εξαγοράζουν ρυπογόνες βιομηχανίες, ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες, αλλά και ναυτιλιακές ή αεροπορικές εταιρείες, όπως γίνεται και με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ). Δηλαδή θα προσφέρει στις επιχειρήσεις περαιτέρω δυνατότητα επίτευξης του στόχου μηδενικών εκπομπών, επιπλέον των όσων ορίζονται από το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (EU ETS). «Στόχος είναι στην πρώτη φάση το ΥΠΕΝ θα επιδοτεί μέσω της αξίας δικαιωμάτων ρύπων από το ETS, ενώ μετά θέλουμε ένα σημαντικό κομμάτι της επιδότησης για την εξαγωγή της βιομάζας να προέρχεται από τα εθελοντικά δικαιώματα ρύπων τουλάχιστον στα δημόσια δάση. Η ενεργειακή αξιοποίηση μόνο συνδυαστικά μπορεί να έχει επιτυχία. Οι τιμές ενέργειας σε ένα σύστημα με υψηλή διείσδυση ΑΠΕ θα είναι χαμηλές. Η πολλαπλή αξιοποίηση της βιομάζας είναι μονόδρομος για βιώσιμες επενδύσεις με γνώμονα την ηλεκτροπαραγωγή. Οι τιμές στην αγορά για ηλεκτρική ενέργεια σε πολλές ώρες της ημέρας θα είναι χαμηλές. Έχει σημασία ότι η βιομάζα είναι ουδέτερη από πλευράς CO2 συνεπώς πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε οι τιμές των ρύπων και αν αυτές οι επενδύσεις είναι ανταγωνιστικές. Είναι σημαντικό να έχουμε πρώτη ύλη».
Οι προκλήσεις στην Ελλάδα
Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛΕΑΒΙΟΜ) πρέπει να υπάρχει επιτάχυνση των διαχειριστικών μελετών, στελέχωση και ενδυνάμωση των δασικών υπηρεσιών, εκπαίδευση δασεργατών. Ιδιωτικές εταιρείες και εταιρείες με γνώση πιστοποίησης μπορούν να παρέχουν την τεχνογνωσία τους και να βοηθήσουν. Θα απαιτηθούν επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό. Όπως δήλωσε ο κ. Νικόλαος Δαμάτης, Διπλ. Μηχανικός Παραγωγής & Διοίκησης Γεν. Γραμματέας Δ.Σ. Ελληνικής Εταιρείας Ανάπτυξης Βιομάζας (ΕΛΕΑΒΙΟΜ) είναι σημαντικό να σταθούμε στη συνεισφορά της βιομάζας στη θέρμανση. «Υπάρχει μία τάση στην Ευρώπη για εξηλεκτρισμό της θέρμανσης, μέχρι το 2050, το 90% της θέρμανσης θα είναι από αντλίες θερμότητες. Ωστόσο, ένα 10% πρέπει να παραμένει από ΑΠΕ. Πιστοποιημένα συστήματα θέρμανσης με πιστοποιημένα καύσιμα βιομάζας μπορούν να δώσουν λύση». Την ίδια ώρα απαιτείται συνεχής καταγραφή του δυναμικού της βιομάζας, πληροφόρηση σε ετήσια βάση, -μόλις ολοκληρωθούν οι διαχειριστικές μελέτες τα επόμενα χρόνια, ώστε να ξέρουμε ποιο είναι το δυναμικό. Είναι σημαντικό να γίνεται η σύζευξη των ποσοτήτων που επιδοτούνται να βγουν με τις ποσότητες που παραδίδονται για τελική χρήση στις διάφορες βιομηχανίες.
Το μοντέλο της Αυστρίας και η εικόνα στην Ευρώπη
Λιγότερο από 5% της βιοενέργειας εισάγεται στην Ευρώπη, ενώ συνολικά το 57% των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στην Ευρώπη καλύπτεται από τη βιοενέργεια (θέρμανση, βιομηχανικές ανάγκες, μεταφορές). Το 28% της ξυλείας στην Αυστρία χρησιμοποιείται για παραγωγή ενέργειας. Η εν λόγω χώρα που δείχνει τον δρόμο στην αξιοποίηση της εν λόγω αγορά έχει δημιουργήσει το ταμείο των Δασών στην Αυστρία. Το Ταμείο διαθέτει περίπου 450 εκατ. ευρώ και περιλαμβάνει 10 μέτρα τα οποία καλύπτουν διάφορους τομείς όπως αναδάσωση, ανάπτυξη δασών με γνώμονα την προσαρμογή στο κλίμα, μέτρα αντιπυρικής προστασίας, αλλά και την πρωτοβουλία για την ξυλεία που είναι σημαντικό κομμάτι για τη βιομηχανία των δασών. «Ένας ισχυρός κλάδος ξυλείας, μας επιτρέπει να επεξεργαζόμαστε περισσότερο ξύλο απ’ ότι έχουμε. Εξάγουμε πέλετ και οι συνολικές πωλήσεις από την ξυλεία ανέρχονται σε 5,4 δισεκατομμύρια σε πωλήσεις. 17% κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας και πολλές θέσεις εργασίας», ανέφερε ο Paul Ehgartner, αναπληρωτής επικεφαλής της Διεύθυνσης «Αλυσίδα αξίας με βάση το ξύλο», Αυστριακό Ομοσπονδιακό Υπουργείο Γεωργίας, Δασών, Περιφερειών και Διαχείρισης Υδάτων. Στην Αυστρία πιστεύουν ότι μέσω της χρήσης παρέχεται προστασία. Η βιώσιμη διαχείριση των δασών είναι το «κλειδί» και βρίσκεται σε συνάρτηση με την πρόσληψη των πυρκαγιών. Το 85% των πυρκαγιών στην Αυστρία σχετίζεται με ανθρώπινες δραστηριότητες. Χρειάζεται θεσμικό σύστημα, οικονομικοί μηχανισμοί και συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων. Στην Αυστρία θέλουν να ενισχύσουν τη χρήση της ξυλείας ως υλικό και ως πηγή παραγωγής ενέργειας, ώστε να συμβάλει στην προστασία του κλίματος.
Διαβάστε ακόμη