Κομβικό ρόλο θα παίξει ο ενεργειακός τομέας στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα, την ευημερία και την ηγετική της θέση στην παγκόσμια σκηνή.
Στο επίκεντρο των εργασιών του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που πραγματοποιείται την Τετάρτη και την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, είναι η νέα ευρωπαϊκή συμφωνία για την ανταγωνιστικότητα. Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, η ενιαία αγορά είναι ο ισχυρός κινητήρας της σύγκλισης και της ανάπτυξης στα κράτη μέλη της ΕΕ, ωστόσο οι γεωπολιτικές εντάσεις και τα πιο δυναμικά μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται από τους διεθνείς εταίρους και ανταγωνιστές της ΕΕ, ιδίως για τις επιδοτήσεις, έχουν εκθέσει τα τρωτά σημεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, η μακροπρόθεσμη παραγωγικότητα και οι τεχνολογικές και δημογραφικές τάσεις απαιτούν επείγουσες προσαρμογές πολιτικής.
Όπως επισημαίνεται στο σχέδιο συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, απαιτείται πλέον μια νέα ευρωπαϊκή συμφωνία ανταγωνιστικότητας. Αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται προσπάθειες τόσο στο επίπεδο ΕΕ όσο και στο επίπεδο κρατών μελών για να καλυφθούν τα κενά ανάπτυξης, παραγωγικότητας και καινοτομίας μεταξύ της Ένωσης και των διεθνών εταίρων και των κύριων ανταγωνιστών της.
Η δημιουργία των συνθηκών που θα επιτρέψουν στους ευρωπαίους φορείς να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες μιας κλιματικά ουδέτερης, ψηφιακής και κυκλικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα βοηθήσει την ΕΕ να προσφέρει βιώσιμες λύσεις που λειτουργούν για όλους. Οι στόχοι της πολιτικής συνοχής για τον περιορισμό των ανισοτήτων και την τόνωση της μακροπρόθεσμης βιώσιμης ανάπτυξης παραμένουν βασικοί, σημειώνεται στο σχέδιο συμπερασμάτων και προστίθεται ότι η διασυνοριακή συνδεσιμότητα και οι υποδομές υψηλής ποιότητας διαδραματίζουν βασικό ρόλο.
Επιπλέον, τονίζεται ότι η Ευρώπη πρέπει να μειώσει την εξάρτησή της σε τομείς όπως είναι μεταξύ άλλων, η ενέργεια και οι κρίσιμες πρώτες ύλες.
Στο σχέδιο συμπερασμάτων αναγνωρίζεται ότι οι επενδύσεις σε βασικούς στρατηγικούς τομείς και υποδομές απαιτούν συνδυασμό δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες χρειάζονται πρόσβαση σε πιο διαφοροποιημένη χρηματοδότηση με χαμηλότερο κόστος, διοχετεύοντας εγχώριες αποταμιεύσεις και κινητοποιώντας το σημαντικό ποσό ιδιωτικών επενδύσεων που απαιτούνται για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης. Η πρόσβαση σε κεφάλαια θα πρέπει επίσης να διευκολυνθεί και να απλουστευθεί, ιδίως για τις μικρομεσαίες και τις νεοσύστατες επιχειρήσεις. ενώ η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα διαδραματίσει βασικό ρόλο, προστίθεται.
Βασικοί τομείς στους οποίους θα πρέπει η ΕΕ να εντείνει τις προσπάθειες για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας είναι μεταξύ άλλων, η βιομηχανία, η ενέργεια και η κυκλική οικονομία. Ειδικότερα, στο σχέδιο συμπερασμάτων αναφέρονται τα εξής:
- Στη βιομηχανία απαιτείται η εφαρμογή μιας αποτελεσματικής βιομηχανικής πολιτικής που απελευθερώνει τη βιομηχανία με ανταγωνιστικό τρόπο, αναπτύσσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ΕΕ σε ψηφιακές και καθαρές τεχνολογίες, διαφοροποιεί και διασφαλίζει στρατηγικές αλυσίδες εφοδιασμού και ενισχύει την αμυντική, τεχνολογική και βιομηχανική βάση της Ευρώπης.
- Στην ενέργεια ο στόχος είναι η επίτευξη μιας γνήσιας Ενεργειακής Ένωσης, με την εξασφάλιση της παροχής άφθονης, οικονομικά προσιτής και καθαρής ενέργειας, που εξυπηρετεί τον διττό στόχο της επιδίωξης της ευρωπαϊκής ενεργειακής κυριαρχίας και της κλιματικής ουδετερότητας. Αυτό θα απαιτήσει τη χρήση όλων των λύσεων καθαρών μηδενικών και χαμηλών εκπομπών άνθρακα, την ευελιξία, τη σημαντική ανάπτυξη και τις επενδύσεις σε δίκτυα, αποθήκευση ενέργειας και διασυνδέσεις.
- Σε ό,τι αφορά τέλος την κυκλική οικονομία, ζητούμενο είναι η αύξηση της κυκλικότητας και της αποδοτικότητας των πόρων, συμπεριλαμβανομένης της εκμετάλλευσης του δυναμικού της βιοοικονομίας, μειώνοντας έτσι τις εξαρτήσεις των πρωτογενών πόρων, ιδίως από τις κρίσιμες πρώτες ύλες.