Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010, η Ελλάδα υπέστη μια πρωτοφανή κρίση, η οποία οδήγησε σε μείωση του ΑΕΠ της κατά περισσότερο από 25%. Όλοι οι βασικοί οικονομικοί τομείς επλήγησαν σοβαρά, με αποτέλεσμα και ο κατασκευαστικός κλάδος, ο οποίος αποτελούσε την αιχμή του δόρατος της ελληνικής οικονομίας, να έχει σχεδόν καταρρεύσει, ενώ σε παρακμή βρισκόταν και η αγορά ακινήτων.
Ωστόσο, αυτή η περίοδος οδήγησε σταδιακά τo ελληνικό real estate να αποκτήσει μια πιο βιώσιμη ταυτότητα, ξεφεύγοντας από το παραδοσιακό μοντέλο ανάπτυξης ακινήτων, που ακολουθούσε μέχρι τότε και το οποίο συνήθιζε να αξιολογεί μόνο την προσέγγιση κόστους-οφέλους. Ένα από τα πρώτα έργα που έδειξαν αυτήν τη στροφή προς τα βιώσιμα έργα ήταν η δημιουργία του Πολιτιστικού Κέντρου του ΙΣΝ (ΚΠΙΣΝ), το οποίο πέτυχε πιστοποίηση LEED σε επίπεδο Platinum το 2016.
Το ΚΠΙΣΝ, το οποίο σχεδιάστηκε από την RPBW, έγινε το έργο με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στη χώρα από άποψη βιωσιμότητας, αντιμετωπίζοντας την επιτακτική ανάγκη μετριασμού της κλιματικής αλλαγής και ανθεκτικότητας. Οκτώ χρόνια μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής, το ΚΠΙΣΝ συνεχίζει να θέτει ως προτεραιότητα τη βιώσιμη λειτουργία και να ανταποκρίνεται στις νέες προκλήσεις. Η Dimand ωστόσο ήταν αυτή που το 2013 προχώρησε στην κατασκευή του πρώτου συγκροτήματος γραφείων, του γνωστού «Karela Office Park», το οποίο ήταν το πρώτο έργο που πέτυχε τη πιστοποίηση LEED.
Επί του παρόντος, η ζήτηση για πράσινα κτίρια στην Ελλάδα αυξάνεται συνεχώς. Η αύξηση αυτή οφείλεται ότι η αγορά έχει ευθυγραμμιστεί με τις παγκόσμιες τάσεις της κτηματαγοράς. Μέχρι σήμερα, περιουσιακά στοιχεία στην Ελλάδα συνολικής μικτής επιφάνειας σχεδόν 3 εκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων είτε επιδιώκουν είτε έχουν ήδη ολοκληρώσει την πιστοποίηση LEED, και το μέλλον είναι πολύ ελπιδοφόρο.
Η πράσινη πολιτική μπορεί μερικές φορές να απαιτεί περισσότερα κεφάλαια, αλλά το κόστος της αδράνειας θα αποδειχθεί πολύ πιο ακριβό. Το καλοκαίρι του 2023 ήταν το θερμότερο καλοκαίρι που έχει καταγραφεί ποτέ στην Ελλάδα και πιθανότατα μπορεί να αποτελέσει το «κανονικό» καλοκαίρι του μέλλοντος. Σύμφωνα με το Ελληνικό Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, εκτιμάται ότι το ΑΕΠ της Ελλάδας θα μπορούσε να υποστεί σωρευτική απώλεια 700 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2100, εάν δεν ληφθούν μέτρα για την πρόληψη και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Είτε πρόκειται για κύματα καύσωνα είτε για ακραίες βροχοπτώσεις, τα οποία κάνουν τα ακίνητα όλο και πιο ευάλωτα σε αυτές τις συνθήκες.
Το ίδιο το παρόν, πόσο μάλλον το μέλλον, θέτει πολύ σημαντικές προκλήσεις για τα ακίνητα. Η πιο σημαντική πρόκληση είναι η επείγουσα ανάγκη να μεταβούμε σε μια οικονομία μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και ταυτόχρονα να αναπτυχθούμε με τρόπο χωρίς αποκλεισμούς. Για παράδειγμα, η προσαρμοστική επανάχρηση των κτιρίων στο κέντρο της Αθήνας αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για τη δημιουργία μιας ανθεκτικής πόλης. Ορισμένα κτίρια είναι ηλικίας άνω των 100 ετών. Ωστόσο, η παράταση της ζωής των υφιστάμενων, σε μεγάλο βαθμό απαξιωμένων ακινήτων στην Αθήνα αποτελεί πραγματική πρόκληση. Θα απαιτηθούν βαθιές περικοπές και νομοθετικός ρεαλισμός για τη διατήρηση και την παράταση της ζωής των εν λόγω κτιρίων.