Tο νομοσχέδιο που πρότειναν προ ολίγων ημερών οι Γάλλοι βουλευτές, με το οποίο ζητούσαν οι εταιρείες του ηλεκτρονικού εμπορίου γρήγορης μόδας όπως η Shein και η Temu, οι οποίες τα τελευταία χρόνια έχουν διαταράξει τον τομέα του λιανικού εμπορίου, να πληρώνουν πρόστιμα ύψους έως και 50% της τιμής πώλησης των ενδυμάτων τους για να αντισταθμίσουν τις περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις, ανοίγει ξανά τη συζήτηση για τις αλυσίδες fast fashion.
Συγκεκριμένα, εκτός από τις διάσημες ηλεκτρονικές πλατφόρμες των Shein και Temu, στο στόχαστρο μπαίνουν ξανά για το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα και οι μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων όπως τα Zara, το Forever 21 και τα H&M, τα οποία παράγουν φθηνά και μοντέρνα ρούχα για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των νέων καταναλωτών.
Ωστόσο, η fast fashion έχει σημαντικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο το οποίο προβληματίζει κυβερνήσεις και Διεθνείς Οργανισμούς. Σύμφωνα με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών (UNEP), η βιομηχανία μόδας είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής νερού και ευθύνεται για περίπου 10% των παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα – περισσότερο από όλες τις διεθνείς πτήσεις και τη ναυτιλία μαζί. Δυστυχώς, τα προβλήματα της fast fashion συχνά παραβλέπονται από τους καταναλωτές.
Το μοντέλο της γρήγορης μόδας ονομάζεται έτσι επειδή περιλαμβάνει τον ταχύτατο σχεδιασμό, την παραγωγή, την διανομή και το marketing ρούχων, πράγμα που σημαίνει ότι οι retailers μπορούν να διαθέτουν μεγάλες ποσότητες προϊόντων με μεγαλύτερη ποικιλία, επιτρέποντας στους καταναλωτές να αποκτήσουν περισσότερη μόδα και διαφοροποίηση προϊόντων σε χαμηλή τιμή.
Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η Zara έφτασε στη Νέα Υόρκη. Η «Fast fashion» επινοήθηκε από τους New York Times για να περιγράψει την αποστολή της Zara να χρειάζεται μόνο 15 ημέρες για να φτάσει ένα ρούχο από το στάδιο του σχεδιασμού στα καταστήματα. Οι μεγαλύτεροι παίκτες στον κόσμο της fast fashion περιλαμβάνουν τη Zara, την UNIQLO, την Forever 21 και την H&M.
Σύμφωνα με ανάλυση του Business Insider, η παραγωγή ρούχων ωστόσο εξαντλεί πηγές νερού και μολύνει ποτάμια και ρυάκια, ενώ το 85% όλων των υφασμάτων καταλήγουν σε χωματερές κάθε χρόνο. Ακόμη και το πλύσιμο των υφασμάτων απελευθερώνει 500.000 τόνους μικροϊνών στον ωκεανό κάθε χρόνο, το ισοδύναμο με 50 δισεκατομμύρια πλαστικά μπουκάλια.
Η έκθεση της Quantis International του 2018 διαπίστωσε ότι οι τρεις κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν τις επιπτώσεις της ρύπανσης της βιομηχανίας παγκοσμίως είναι το βάψιμο και το φινίρισμα (36%), η προετοιμασία της κλωστής (28%) και η παραγωγή ινών (15%). Η έκθεση διαπίστωσε επίσης ότι η παραγωγή ινών έχει τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στην απορρόφηση γλυκού νερού και στην ποιότητα των οικοσυστημάτων λόγω της καλλιέργειας βαμβακιού, ενώ τα στάδια βαφής και φινιρίσματος, προετοιμασίας της κλωστής και παραγωγής ινών έχουν τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στην εξάντληση πόρων, λόγω των ενεργοβόρων διαδικασιών που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα.
Σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος του ΟΗΕ, οι εκπομπές από την κατασκευή υφασμάτων αναμένεται να αυξηθούν κατακόρυφα κατά 60% έως το 2030.
Αναλυτικά οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της Fast Fashion
- Νερό
Ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος της fast fashion περιλαμβάνει την εξάντληση μη ανανεώσιμων πηγών, την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου και τη χρήση τεράστιων ποσοτήτων νερού και ενέργειας. Η βιομηχανία της μόδας είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής νερού στη βιομηχανία, απαιτώντας περίπου 2.650 λίτρα για την παραγωγή ενός βαμβακερού πουκάμισου και 7.570 λίτρα νερού για την παραγωγή ενός ζευγαριού τζιν. Το Business Insider επίσης προειδοποιεί ότι η βαφή υφασμάτων είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυπαντής του νερού παγκοσμίως, καθώς το νερό που περισσεύει από τη διαδικασία βαφής συχνά απορρίπτεται σε τάφρους, ρυάκια ή ποτάμια.
- Μικροΐνες
Επιπλέον, οι μάρκες χρησιμοποιούν συνθετικές ίνες όπως πολυεστέρα, νάιλον και ακρυλικό που χρειάζονται εκατοντάδες χρόνια για να βιοαποικοδομηθούν. Μια έκθεση του 2017 από την Διεθνή Ένωση Διατήρησης της Φύσης (IUCN) υπολόγισε ότι το 35% όλων των μικροπλαστικών – μικροσκοπικά κομμάτια μη βιοαποικοδομήσιμου πλαστικού – στον ωκεανό προέρχονται από το πλύσιμο συνθετικών υφασμάτων όπως ο πολυεστέρας.
- Ενέργεια
Η παραγωγή της μετατροπής πλαστικών ινών σε υφάσματα είναι μια διαδικασία που απαιτεί μεγάλη κατανάλωση ενέργειας και απαιτεί μεγάλες ποσότητες πετρελαίου και εκλύει πτητικά σωματίδια και οξέα όπως το υδροχλώριο. Επιπλέον, το βαμβάκι, το οποίο υπάρχει σε μεγάλη ποσότητα προϊόντων fast fashion, δεν είναι επίσης φιλικό προς το περιβάλλον στην παραγωγή του. Τα εντομοκτόνα που θεωρούνται απαραίτητα για την ανάπτυξη του βαμβακιού ενέχουν κινδύνους για την υγεία των αγροτών.
- Κοινωνικό Πρόβλημα
Η γρήγορη μόδα δεν έχει μόνο τεράστιο περιβαλλοντικό αντίκτυπο. Στην πραγματικότητα, ο κλάδος θέτει επίσης κοινωνικά προβλήματα, ιδίως στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Σύμφωνα με το μη κερδοσκοπικά ιδρύματα, το 80% των ενδυμάτων κατασκευάζεται από νεαρές γυναίκες μεταξύ 18 και 24 ετών. Μια έκθεση του Υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ του 2018 βρήκε στοιχεία καταναγκαστικής και παιδικής εργασίας στη βιομηχανία της μόδας στην Αργεντινή, το Μπαγκλαντές, τη Βραζιλία, την Κίνα , Ινδία, Ινδονησία, Φιλιππίνες, Τουρκία, Βιετνάμ και άλλες. Ταχεία παραγωγή σημαίνει ότι οι πωλήσεις και τα κέρδη αντικαθιστούν την ανθρώπινη ευημερία.