Σειρά μέτρων «εμπνευσμένα» από καλές πρακτικές άλλων χωρών της ΕΕ (Ιταλία, Βέλγιο) και κεντρική στόχευση τη μόνιμη μείωση του κόστους της ενέργειας για τις επιχειρήσεις προτείνει μελέτη του οίκου Compass Lexecon που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών (ΕΒΙΚΕΝ), η οποία παρεμβαίνει με τον τρόπο αυτό στον δημόσιο διάλογο που έχει ανοίξει -σε ευρωπαϊκό επίπεδο- για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας που «περνά» από το φθηνότερο ρεύμα. Λαμβάνοντας υπόψη αφενός το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο, αφετέρου τις προωθούμενες αλλαγές (όπως π.χ. τις νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στις βιομηχανίες -CISAF) και φυσικά τη μελέτη Draghi, η CompassLexecon προτείνει μακρόπνοα μέτρα ώστε το φθηνό κόστος των ΑΠΕ να περνά απευθείας στους καταναλωτές. Προτείνει, επίσης, και συμπληρωματικά μέτρα που μπορούν να συνδράμουν προς την κατεύθυνση αυτή διευκολύνοντας τις βιομηχανίες να αντισταθμίσουν τους κινδύνους κατά την μεταβατική περίοδο.

Σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr, η μελέτη εστιάζει στις δυνητικές μεταρρυθμίσεις στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας και δη στην Αγορά Επόμενης Ημέρας, ώστε να καταστεί ανταγωνιστικό το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τις βιομηχανίες. Από τις σημαντικότερες εξ αυτών είναι η αλλαγή του μοντέλου ώστε να μην περνά υποχρεωτικά όλη η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια μέσα από το ΕΧΕ (κάτι που αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα) και η ανάπτυξη «καθαρής» ευελιξίας στο ηλεκτρικό σύστημα, δηλαδή αποθήκευση και μηχανισμούς απόκρισης στη ζήτηση (demand response) που παρέχουν κίνητρα στους καταναλωτές για να προσαρμόζουν την κατανάλωσή τους ανάλογα με τα «σήματα τιμών» στην αγορά.

Κεντρική ιδέα είναι ότι η δέσμη μέτρων που παρουσίασε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Σχέδιο Δράσης για Προσιτές Τιμές Ενέργειας) περνά «κάτω από τον πήχη» και δεν αρκεί για να οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές ενέργειας στο ορατό μέλλον. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα πρέπει να στραφεί σε «εθνικές λύσεις», αξιοποιώντας την εμπειρία από μέτρα που έχουν δοκιμαστεί με επιτυχία σε άλλες χώρες όπως η Ιταλία και το Βέλγιο.

Το μοντέλο της Ιταλίας για πράσινη ενέργεια στις βιομηχανίες

Εξέχουσα θέση στη μελέτη καταλαμβάνει η πρόταση για θέσπιση ενός κρατικού φορέα (Low Carbon Contracting Entity), όπως ο GSE στην Ιταλία, που είναι ο αντίστοιχος ΔΑΠΕΕΠ, και η BEWATT στο Βέλγιο που από τη μια θα συνάπτει συμβάσεις επί διαφοράς (CfDs) με παραγωγούς ΑΠΕ και από την άλλη θα συνάπτει ΡΡΑs με βιομηχανίες, εξετάζοντας διάφορα σχήματα. Μεταξύ αυτών, το ιταλικό μοντέλο Energy Release 2.0, στη βάση του οποίου ο GSE διαθέτει 24TWh πράσινης ενέργειας στις ενεργοβόρες βιομηχανίες (περίπου 25% της κατανάλωσης τους) για τρία χρόνια με τιμή 65 ευρώ/Μεγαβατώρα.

Σαν αντάλλαγμα, οι βιομηχανίες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να χτίσουν μονάδες ΑΠΕ διπλάσιας δυναμικότητας και να επιστρέψουν την ίδια ποσότητα στο GSE τα επόμενα είκοσι έτη στην ίδια τιμή. Έτσι μειώνεται η έκθεση του νέου φορέα (που στην περίπτωση της Ελλάδας θα μπορούσε να είναι ο ΔΑΠΕΕΠ), στη μεταβλητότητα των τιμών της αγοράς αφού μεταφέρει μέρος του κινδύνου στις βιομηχανίες.

Η φιλοσοφία του ιταλικού μοντέλου που σύμφωνα με την CompassLexecon θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα είναι ότι η φθηνή ενέργεια των ΑΠΕ «βγαίνει» από το Χρηματιστήριο Ενέργειας και διοχετεύεται απευθείας στις βιομηχανίες με τη μεσολάβηση ενός κρατικού φορέα. Το εν λόγω μοντέλο επιτρέπει στους καταναλωτές άμεση πρόσβαση σε σταθερό ανταγωνιστικό κόστος ηλεκτρισμού και σε δεύτερο χρόνο δημιουργεί τις προϋποθέσεις για αύξηση της δυναμικότητας των ΑΠΕ.

Στο Βέλγιο η κυβέρνηση εξετάζει ένα μοντέλο όπου ο κρατικός φορέας (BEWATT) θα συνάπτει PPA έχοντας «ματσάρει» σε αυτά ηλεκτρική ενέργεια από πυρηνικές μονάδες και θαλάσσια αιολικά. Μια άλλη «καλή πρακτική εξωτερικού» που αναλύει η μελέτη της CompassLexecon αφορά στην ανταγωνιστική διαδικασία στην Ιταλία για προϊόντα που αφορούν παραγωγή 50 GWh από «εικονικές μπαταρίες». Τα συμβόλαια αυτά επιτρέπουν στον αγοραστή να χρησιμοποιήσει ένα virtual σύστημα αποθήκευσης σαν να ήταν δικό του, για να αποθηκεύει και να πουλάει ηλεκτρική ενέργεια όταν το επιθυμεί.

Ενίσχυση της ρευστότητας στην προθεσμιακή αγορά

Ένα άλλο προτεινόμενο μέτρο είναι η εμβάθυνση της προθεσμιακής (forward) αγοράς στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας και ο εμπλουτισμός της με νέα προϊόντα, ώστε να αποκτήσει την απαραίτητη ρευστότητα και κρίσιμη μάζα που θα της επιτρέψει να λειτουργεί ως αποτελεσματικό εργαλείο αντιστάθμισης κινδύνου για τους συμμετέχοντες, συμπεριλαμβανομένων και των βιομηχανιών. Το ότι η forward αγορά στην Ελλάδα είναι «ρηχή» (με το ποσοστό των αγοραπωλησιών ενέργειας που διενεργούνται σε αυτή να είναι πολύ χαμηλότερο από αυτό άλλων χωρών της ΕΕ, όπως η Γερμανία, η Ιταλία, η Ουγγαρία, η Γαλλία και η Πολωνία) συνεπάγεται αφενός περιορισμένη ορατότητα για τις τιμές στο μέλλον, αφετέρου υψηλή συσχέτιση των τιμών λιανικής με το χονδρεμπορικό κόστος.

Όλα τα μέτρα που προτείνονται στη μελέτη επιχειρούν να απαντήσουν στο ερώτημα πώς θα ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας, πώς θα αντισταθμιστεί ο κίνδυνος αύξησης των τιμών του ρεύματος στο μέλλον και εντέλει πώς θα μειωθεί το ενεργειακό κόστος για τις επιχειρήσεις μέχρι να αρθούν οι στρεβλώσεις της ελληνικής αγοράς, που χαρακτηρίζεται από ασθενείς διασυνδέσεις με την Κεντρική Ευρώπη, σημαντική παρουσία του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα και σχετικά χαμηλή διείσδυση PPAs που χωρίς μπαταρίες δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της «απώλειας» της φωτοβολταϊκής παραγωγής όταν δύει ο ήλιος.

Σχολιάζοντας τα ευρήματα της μελέτης, πηγές της ΕΒΙΚΕΝ υπογραμμίζουν πως «είναι σαφές ότι οι ελληνικές βιομηχανίες δεν θα επιβιώσουν εφόσον δεν ληφθούν ρυθμιστικά μέτρα για να λειτουργήσει σωστά η χονδρεμπορική αγορά χωρίς φαινόμενα χειραγώγησης των τιμών».

Διαβάστε ακόμη