Βαδίζοντας σταθερά προς την άνοιξη, ο Φεβρουάριος του 2025 αποτυπώνεται ως ένας μήνας-καμπή για την εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπως προκύπτει από το Μηνιαίο Δελτίο του ΑΔΜΗΕ. Με τη ζήτηση να ενισχύεται, τις εξαγωγές να υπερέχουν σαφώς των εισαγωγών και τη συμμετοχή των ΑΠΕ να παραμένει ισχυρή, η εικόνα του ενεργειακού ισοζυγίου αναδεικνύει ταυτόχρονα σταθερότητα και σημεία μετάβασης. Το μείγμα παραγωγής παραμένει ισχυρά εξαρτημένο από το φυσικό αέριο, η λιγνιτική παραγωγή συνεχίζει να συρρικνώνεται, ενώ στο μέτωπο της εκπροσώπησης φορτίου, ο ανταγωνισμός μεταξύ παρόχων διατηρείται με μικρές αλλά ενδεικτικές μεταβολές. Το δε εξαγωγικό ισοζύγιο ενέργειας καταγράφει νέο ρεκόρ, επιβεβαιώνοντας τη διαρκώς ενισχυόμενη εξωστρέφεια του ελληνικού ενεργειακού συστήματος.

Η συνολική καθαρή παραγωγή ανήλθε σε 4.706 GWh, καταγράφοντας ετήσια αύξηση 29,02% σε σχέση με τον Φεβρουάριο του 2024. Πρωταγωνιστικό ρόλο διατήρησε η θερμική παραγωγή, με ποσοστό 59,5%, ενώ η συνεισφορά των ΑΠΕ διαμορφώθηκε στο 36%, και των υδροηλεκτρικών μόλις στο 4,5%. Παρότι τα ποσοστά φαίνονται να διατηρούν την παραδοσιακή κυριαρχία των θερμικών μονάδων, η αύξηση στην παραγωγή από ΑΠΕ και η δραστική μείωση της λιγνιτικής ενέργειας επιβεβαιώνουν την κατεύθυνση της ενεργειακής μετάβασης.

Η παραγωγή από φυσικό αέριο εκτινάχθηκε στις 2.359 GWh (78,3% της συμβατικής παραγωγής), σημειώνοντας αύξηση 52,99% σε σχέση με τον προηγούμενο Φεβρουάριο. Αντίθετα, η λιγνιτική παραγωγή κατέρρευσε στις 439 GWh, μειωμένη κατά 14,19%. Η υδροηλεκτρική παραγωγή (212 GWh) έμεινε σταθερά χαμηλή. Τα υπόλοιπα καύσιμα (κυρίως μονάδες ΣΗΘΥΑ) διατήρησαν ένα μικρό μερίδιο, επιβεβαιώνοντας την περιθωριοποίηση τους στο ισοζύγιο.

Η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια διαμορφώθηκε στις 8.710 GWh, αυξημένη κατά 6,75% σε ετήσια βάση, με τη ζήτηση στο σύστημα να αγγίζει τις 7.015 GWh, καταγράφοντας ενίσχυση 11,70%. Αυτή η αύξηση αποδίδεται τόσο στη βελτίωση των καιρικών συνθηκών όσο και σε μια πιο ενεργή οικονομική δραστηριότητα σε σύγκριση με τον χειμώνα του 2024. Οι πελάτες Υψηλής Τάσης κατανάλωσαν 524 GWh (12,4% της συνολικής ζήτησης), ενώ οι απώλειες του Συστήματος ανήλθαν στα 90 GWh (ποσοστό 2,02% επί της εγχεόμενης ενέργειας), παρουσιάζοντας μικρή μείωση σε σχέση με τον Ιανουάριο.

Εξίσου αποκαλυπτικό είναι το ισοζύγιο διασυνδέσεων. Για τον Φεβρουάριο 2025 η Ελλάδα ήταν καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας με 642 GWh εξαγωγές και 202 GWh εισαγωγές, επιτυγχάνοντας εξαγωγικό ισοζύγιο 440 GWh. Το 73,16% των φυσικών ροών μέσω των διασυνδέσεων αφορούσε εξαγωγές, ενώ μόνο το 26,84% ήταν εισαγωγές. Η εικόνα αυτή έρχεται σε αντίθεση με παλαιότερες περιόδους όπου οι εισαγωγές κυριαρχούσαν, σηματοδοτώντας την αυξημένη αυτάρκεια και ανταγωνιστικότητα του ελληνικού μείγματος – τουλάχιστον για τον συγκεκριμένο μήνα.

Στο μέτωπο της ζήτησης, η ανάλυση ανά κατηγορία πελατών αποκαλύπτει ότι το 83,2% της κατανάλωσης καλύφθηκε από το Δίκτυο (3.525 GWh), με τους πελάτες Υψηλής Τάσης να καταναλώνουν το 12,4% (524 GWh), ενώ τα ορυχεία κατανάλωσαν 189 GWh (4,5%). Η ιδιοκατανάλωση παραγωγής περιορίστηκε στις 90 GWh, η άντληση ήταν αμελητέα (1 GWh), και η ενέργεια που διοχετεύθηκε μέσω της διασύνδεσης της Κρήτης ανήλθε στα 62 GWh.

Σταθερότητα με μικρές ανακατατάξεις καταγράφεται στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας για τον Φεβρουάριο 2025, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ. Η ΔΕΗ διατηρεί την κυριαρχία της με μικρή αύξηση στο 51,4% από 51,08% τον Ιανουάριο, παρά τις πιέσεις κυρίως στη Μέση Τάση. Η METLEN παρουσίασε ελαφρά κάμψη στο 16,8% (από 17,04%), παραμένοντας πρώτη στην Υψηλή Τάση με μερίδιο 37,6%.

Η ΗΡΩΝ ενισχύθηκε οριακά στο 11,25%, σταθερά τρίτος πάροχος, με διείσδυση στη Μέση και Χαμηλή Τάση. Η ELPEDISON κατέγραψε σταθερότητα στο 5,89%, ενώ η NRG υποχώρησε ελαφρώς στο 4,46%. Το Φυσικό Αέριο (ΕΕΕ) μειώθηκε στο 3,25%, ενώ η ΖΕΝΙΘ ενισχύθηκε στο 3,18%. Οριακή κάμψη και για τη VOLTON (1,2%), με τη VOLTERRA να υποχωρεί κάτω από το 1% και να μην καταγράφεται. Το συνολικό τοπίο παραμένει ολιγοπωλιακό, με τις μικρότερες εταιρείες να δυσκολεύονται να ενισχύσουν τη θέση τους, ενώ οι ισχυροί παίκτες δείχνουν να εδραιώνουν τη στρατηγική τους στα επιμέρους επίπεδα τάσης.

Τέλος, η γεωγραφική κατανομή αποτυπώνει τη στροφή του άξονα της παραγωγής προς τη Στερεά Ελλάδα και την Αττική, περιοχές με ισχυρή διείσδυση φυσικού αερίου και ΑΠΕ. Η Δυτική Μακεδονία εξακολουθεί να παρέχει το μεγαλύτερο μέρος της λιγνιτικής παραγωγής, αλλά με αισθητή μείωση στην καθαρή ισχύ και την πραγματική παραγωγή.

Διαβάστε ακόμη