Σε μια εποχή κατά την οποία η ενέργεια αναδεικνύεται σε καθοριστικό παράγοντα για τη βιωσιμότητα του πλανήτη και την οικονομική ανάπτυξη, οι προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη βαρύτητα. Στο πλαίσιο αυτό, ο Κωνσταντίνος Παπαηλιού, Πρόεδρος του Διεθνούς Συμβουλίου Μεγάλων Τεχνών Ηλεκτρικής Ενέργειας (CIGRE), μίλησε στο podcast του ΑΔΜΗΕ «Στην Πρίζα», ρίχνοντας φως στις στρατηγικές που διαμορφώνουν το ενεργειακό μέλλον. Η συζήτηση ξεκίνησε από μια θεμελιώδη παρανόηση που συνοδεύει τον ηλεκτρισμό: «Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι το ρεύμα βγαίνει από την πρίζα. Και όντως βγαίνει. Αλλά για να φτάσει εκεί έχει διανύσει μια τεράστια διαδρομή, βασισμένη σε προηγμένη τεχνολογία και τεράστιες επενδύσεις», σημείωσε ο Παπαηλιού. Αυτή η φαινομενικά αυτονόητη διαπίστωση αποκαλύπτει την πολυπλοκότητα που έχουν τα ηλεκτρικά δίκτυα και το κρίσιμο ζήτημα των διασυνδέσεων, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ενεργειακής μετάβασης.
Η CIGRE, όπως εξήγησε ο Παπαηλιού, ιδρύθηκε το 1921 ως τεχνικός βραχίονας του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (IEC), με σκοπό την ανάπτυξη προτύπων και τεχνικών λύσεων για τον ηλεκτρισμό. Αρχικά, επικεντρώθηκε στην προώθηση της διάδοσης του ηλεκτρισμού, αργότερα στην ανάγκη διεθνών διασυνδέσεων των δικτύων και σήμερα, στην αντιμετώπιση της ενεργειακής μετάβασης και του εξηλεκτρισμού ως μέσου για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος. «Ο εξηλεκτρισμός πρέπει να προχωρήσει. Και αυτό είναι κάτι που αποτελεί δική μου αποστολή ως Πρόεδρος», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Οι τεράστιες επενδύσεις που χρειάζονται σε δίκτυα μεταφοράς
Ο Παπαηλιού ανέδειξε την κρίσιμη σημασία των διασυνδέσεων, χρησιμοποιώντας ένα χαρακτηριστικό σλόγκαν: «No transition without transmission» – δηλαδή, δεν υπάρχει ενεργειακή μετάβαση χωρίς επαρκείς διασυνδέσεις. Εξήγησε ότι οι ΑΠΕ είναι συχνά τοποθετημένες σε περιοχές μακριά από τα κέντρα ζήτησης, γεγονός που απαιτεί τεράστιες επενδύσεις σε δίκτυα μεταφοράς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Γερμανία, όπου οι ΑΠΕ αναπτύσσονται κυρίως στο βορρά, αλλά η βιομηχανία βρίσκεται στον νότο. «Η Γερμανία έχει προγραμματίσει 10.000 χιλιόμετρα νέων γραμμών υψηλής τάσης, περισσότερες από όσες διαθέτει συνολικά η Ελλάδα», επισήμανε.
Το ζήτημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο η δημιουργία νέων γραμμών, αλλά και η συντήρηση των υφιστάμενων. «Οι περισσότερες από τις υπάρχουσες γραμμές υψηλής τάσης παγκοσμίως χτίστηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σήμερα έχουν ξεπεράσει τη διάρκεια ζωής τους», προειδοποίησε, προσθέτοντας ότι η ανανέωση των υποδομών είναι εξίσου κρίσιμη με την ανάπτυξη νέων έργων.
Ένα από τα μεγάλα εμπόδια της ενεργειακής μετάβασης είναι το κόστος. Ο Παπαηλιού ήταν ξεκάθαρος: «Η μετάβαση αυτή είναι 100% απαραίτητη, αλλά δεν θα είναι δωρεάν». Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες της Κομισιόν, οι επενδύσεις σε δίκτυα υψηλής τάσης στην Ευρώπη απαιτούν δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτές οι δαπάνες μετακυλίονται στους καταναλωτές, αυξάνοντας τις χρεώσεις στο ρεύμα. Ωστόσο, επισήμανε ότι η ενεργειακή ασφάλεια που παρέχουν οι διασυνδέσεις μπορεί να οδηγήσει σε σταθερότερες και ενδεχομένως χαμηλότερες τιμές, αποτρέποντας κρίσεις τύπου 2022.
Την ίδια στιγμή, η κοινή γνώμη αντιδρά στη δημιουργία νέων γραμμών μεταφοράς, είτε λόγω αισθητικής, είτε λόγω φόβων για την υγεία. «Στη Γερμανία, οι νέες διασυνδέσεις από το Αμβούργο ως το Μόναχο κατασκευάζονται υπογείως επειδή οι κάτοικοι δεν θέλουν να βλέπουν τις εναέριες γραμμές. Αυτό δεκαπλασιάζει το κόστος», σημείωσε. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι πολυάριθμες επιστημονικές μελέτες έχουν αποδείξει πως οι γραμμές υψηλής τάσης δεν ενέχουν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία, τονίζοντας την ανάγκη καλύτερης επικοινωνίας αυτών των δεδομένων στο κοινό.
Ο ρόλος της πυρηνικής ενέργειας
Ένα άλλο ζήτημα που έθιξε ο Πρόεδρος της CIGRE ήταν η πυρηνική ενέργεια. Παρά το γεγονός ότι η πυρηνική ενέργεια θεωρείται αμφιλεγόμενη, ο Παπαηλιού τη χαρακτήρισε απαραίτητη για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών: «Δεν μπορούμε να την αποκλείουμε ιδεολογικά επειδή κάποτε υπήρξε το Τσέρνομπιλ ή η Φουκουσίμα. Στη δεύτερη περίπτωση, μάλιστα, δεν υπήρξε ούτε ένας θάνατος από την πυρηνική διαρροή». Υποστήριξε ότι χωρίς την πυρηνική ενέργεια, η μετάβαση στις ΑΠΕ θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, κάτι που φαίνεται να αναγνωρίζουν όλο και περισσότερες χώρες, επιστρέφοντας στην ανάπτυξη νέων πυρηνικών αντιδραστήρων.
Οι προκλήσεις και η απουσία ανθρώπινου δυναμικού
Η ενεργειακή μετάβαση απαιτεί όχι μόνο τεράστιες επενδύσεις σε υποδομές, αλλά και σημαντική αύξηση της παραγωγής κρίσιμων υλικών, όπως καλώδια υψηλής τάσης, μετασχηματιστές και εξοπλισμός HVDC. Ο Παπαηλιού αναφέρθηκε στη σημασία της παραγωγής καλωδίων, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα διαθέτει μια ισχυρή εταιρεία, τα Ελληνικά Καλώδια, που μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτόν τον τομέα.
Ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση, όμως, αποτελεί το ανθρώπινο δυναμικό. «Πού θα βρούμε τους τεχνίτες να ανέβουν στα 80 μέτρα και να εγκαταστήσουν αγωγούς; Πού θα βρούμε τους μηχανικούς που θα σχεδιάσουν τα νέα δίκτυα;» αναρωτήθηκε. Σε αυτό το πλαίσιο, η CIGRE σκοπεύει να προωθήσει εκπαιδευτικά προγράμματα για να προσελκύσει νέους στο κλάδο της ηλεκτρικής ενέργειας.
Κλείνοντας, ο Παπαηλιού έθεσε τρεις βασικούς πυλώνες δράσης για το μέλλον: την προώθηση της τεχνικής γνώσης σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, την ενίσχυση της κατανόησης γύρω από την αναγκαιότητα της ενεργειακής μετάβασης και την προσέλκυση νέων στο χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας. Όπως τόνισε, «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση για το μέλλον του πλανήτη».
Η συζήτηση αυτή ανέδειξε τις πολυεπίπεδες προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης, προσφέροντας μια σφαιρική εικόνα του πώς τεχνική γνώση, κοινωνική αποδοχή και επενδύσεις σε υποδομές πρέπει να συνδυαστούν για να επιτευχθεί ένας πιο βιώσιμος ενεργειακός κόσμος.
Διαβάστε ακόμη