Η ενεργειακή αγορά μεταβάλλεται, οι επενδύσεις τρέχουν, οι ανανεώσιμες πηγές κερδίζουν έδαφος, και η Ελλάδα κάνει το μεγάλο βήμα, μετατρέπεται σε εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας. Παρ’ όλα αυτά, οι καταναλωτές εξακολουθούν να αναρωτιούνται: Πότε θα δούμε ουσιαστικές μειώσεις στους λογαριασμούς του ρεύματος; Σε ένα σκηνικό που θυμίζει σκακιέρα με κινήσεις στρατηγικής, η Αλεξάνδρα Σδούκου, Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, φιλοξενήθηκε στο podcast «Στην Πρίζα» του ΑΔΜΗΕ και μίλησε με τον Νίκο Φιλιππίδη για όλα τα κρίσιμα ζητήματα της αγοράς ενέργειας: τιμολόγια, ανανεώσιμες πηγές, διασυνδέσεις, επενδύσεις και υδρογονάνθρακες. Και κυρίως, απάντησε στο μεγάλο ερώτημα: Γιατί, ενώ έχουμε φθηνότερο ρεύμα, οι πολίτες δεν το βλέπουν ακόμα στους λογαριασμούς τους;
Από την πρώτη στιγμή, η Σδούκου έδωσε το στίγμα της πραγματικότητας που έχει διαμορφωθεί: «Ξέρεις, κάποτε στην ενέργεια ασχολούνταν πολύ λίγοι και πολύ εξειδικευμένοι. Τώρα αγγίζει την καθημερινότητά μας. Όσο περίπλοκα κι αν είναι τα ενεργειακά, στο τέλος της ημέρας επηρεάζουν τη ζωή μας».
Η συζήτηση δεν θα μπορούσε να μην ξεκινήσει από τα τιμολόγια ρεύματος, έναν τομέα όπου οι αλλαγές των τελευταίων ετών είχαν ως στόχο τη διαφάνεια και τη μείωση των χρεώσεων. Μέχρι πρόσφατα, οι καταναλωτές χάνονταν σε έναν λαβύρινθο 160 διαφορετικών τιμολογίων, όπου οι όροι και οι τιμές άλλαζαν συνεχώς. «Μπήκε επιτέλους μια τάξη. Πριν υπήρχαν 160 διαφορετικά τιμολόγια! Ποιος μπορούσε να βγάλει άκρη; Τώρα ξέρεις τι πληρώνεις και μπορείς να συγκρίνεις», σχολίασε.
Με την κατηγοριοποίηση των τιμολογίων σε πράσινα, μπλε και κίτρινα, οι καταναλωτές μπορούν πλέον να γνωρίζουν τι χρεώνουν οι προμηθευτές και να επιλέξουν την πιο συμφέρουσα λύση. Και όπως αποκαλύπτει η Σδούκου, η στρατηγική αυτή αποδίδει. Το 2024, οι τιμές του ρεύματος ήταν 10% χαμηλότερες από το 2023, ωστόσο οι πολίτες συνεχίζουν να ανησυχούν για τις διακυμάνσεις των τιμολογίων. «Βλέπουμε μια τάση αρκετών καταναλωτών να στραφούν προς τα σταθερά τιμολόγια 12μηνης διάρκειας, ώστε να έχουν σιγουριά και να μην αγχώνονται κάθε μήνα για τις διακυμάνσεις». Παράγουμε περισσότερη ενέργεια, αλλά γιατί δεν πέφτουν οι λογαριασμοί;
Η Ελλάδα έκανε το ιστορικό βήμα και πλέον εξάγει ηλεκτρική ενέργεια. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, το 2024 η χώρα είχε περισσότερη παραγωγή από όση κατανάλωσε και η ενεργειακή αυτάρκεια είναι πλέον πραγματικότητα. Όμως, αυτή η είδηση δεν φαίνεται να ενθουσιάζει τον καταναλωτή, ο οποίος συνεχίζει να αναρωτιέται: «Εντάξει, γίναμε εξαγωγείς, αλλά πότε θα δω μείωση στον λογαριασμό μου»; Η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας επιχείρησε να απαντήσει λέγοντας «το 2024, για πρώτη φορά, η Ελλάδα έγινε εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας. Και έρχεται ο πολίτης και σου λέει: ”Τι να το κάνω; Είδα μείωση στον λογαριασμό μου;” Όχι ακόμα, αλλά είναι μεγάλη επιτυχία. Είναι θέμα χρόνου να δούμε το αποτύπωμά της στις τιμές».
Η απάντηση βρίσκεται στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και στο μεγάλο στοίχημα της αποθήκευσης. Μέσα σε πέντε χρόνια, το ποσοστό της ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα διπλασιάστηκε, φτάνοντας το 57%, ενώ ο στόχος για το 80% μέχρι το 2030 φαίνεται πλέον εφικτός και νωρίτερα.
Ωστόσο, υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα: η ενέργεια από ΑΠΕ δεν μπορεί πάντα να καταναλωθεί τη στιγμή που παράγεται. Όταν υπάρχει υπερπαραγωγή, τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά κλείνουν, γιατί δεν υπάρχει τρόπος να αποθηκευτεί η ενέργεια. «Είναι δυνατόν να έχουμε τόσο ρεύμα που να το κλείνουμε και να μην μπορούμε να το αποθηκεύσουμε; Εκεί είναι το μεγάλο στοίχημα! Αν δεν επενδύσουμε στην αποθήκευση, πώς θα αξιοποιήσουμε την καθαρή ενέργεια που παράγουμε;»
Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις αλλάζουν το παιχνίδι
Ένας ακόμη κρίσιμος παράγοντας είναι οι διεθνείς διασυνδέσεις. Η Ελλάδα υλοποιεί μεγάλα ενεργειακά έργα, συνδέοντας το ηλεκτρικό της σύστημα με την Κύπρο, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τη Γερμανία. «Πριν λίγα χρόνια, αν έλεγες ότι η Ελλάδα θα διασυνδεθεί ηλεκτρικά με τη Σαουδική Αραβία, θα γελούσαν. Τώρα είναι πραγματικότητα».
Ο στόχος δεν είναι μόνο η ενεργειακή ασφάλεια, αλλά και η μετατροπή της χώρας σε κόμβο εξαγωγής πράσινης ενέργειας. Όσο περισσότερη ανανεώσιμη ενέργεια μπορεί να διοχετευθεί προς τις διεθνείς αγορές, τόσο μεγαλύτερο το όφελος και για τους Έλληνες καταναλωτές.
Υδρογονάνθρακες: Το 2025 θα είναι αποκαλυπτικό
Παρότι η Ελλάδα επενδύει στην πράσινη ενέργεια, η κυβέρνηση δεν αφήνει πίσω τις έρευνες για υδρογονάνθρακες. Μεγάλες πολυεθνικές, όπως η ExxonMobil και η Chevron, επενδύουν στην Ελλάδα, δείχνοντας ενδιαφέρον για τα πιθανά κοιτάσματα. «Αν αυτές οι εταιρείες έρχονται εδώ και πληρώνουν μισθώματα για έρευνες, κάτι βλέπουν. Δεν ρισκάρουν τα κεφάλαιά τους χωρίς σοβαρές ενδείξεις», σημείωσε η Αλ. Σδούκου. Και έκλεισε το θέμα λέγοντας: «Το 2025 θα είναι αποκαλυπτική χρονιά όσον αφορά τις έρευνες υδρογονανθράκων».
Εν ολίγοις, η ενεργειακή στρατηγική της Ελλάδας βασίζεται σε τέσσερις άξονες: διαφάνεια στα τιμολόγια, αύξηση των ΑΠΕ, διεθνείς διασυνδέσεις και στρατηγικές επενδύσεις. Όλα δείχνουν ότι οι καταναλωτές θα αρχίσουν να βλέπουν ουσιαστικές μειώσεις στις τιμές, όσο ο ανταγωνισμός αυξάνεται και οι ανανεώσιμες πηγές εδραιώνονται. «Η πράσινη μετάβαση είναι μονόδρομος αν θέλουμε ενεργειακή ανεξαρτησία και χαμηλό κόστος ενέργειας. Όσο περνούν τα χρόνια, τα ορυκτά καύσιμα θα γίνονται όλο και πιο ακριβά. Δεν υπάρχει γυρισμός».
Διαβάστε ακόμη