Τα πέντε «θέλω» και τις πέντε «κόκκινες γραμμές» της καταθέτει ο Σύνδεσμος των εταιρειών ηλεκτροπαραγωγής της ΕΕ Eurelectric (στον οποίο αντιπρόεδρος του ΔΣ είναι ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ Γιώργος Στάσσης), ενόψει της παρουσίασης του Σχεδίου Δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για Προσιτές Τιμές Ενέργειας που αναμένεται τον επόμενο μήνα. Το Σχέδιο αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε μια συγκυρία που εκφράζονται φόβοι για αναζωπύρωση της ενεργειακής κρίσης στην ΕΕ, με βασικό διακύβευμα την εξεύρεση του σημείου ισορροπίας μεταξύ stakeholders με αντικρουόμενα συμφέροντα, όπως είναι οι εταιρίες ηλεκτροπαραγωγής και οι μεγάλοι καταναλωτές (ενεργοβόρος βιομηχανία). Ερωτηματικό είναι, επίσης, το κατά πόσο θα ενσωματώσει το σχέδιο της Κομισιόν κάποιες από τις πλέον «ριζοσπαστικές» προτάσεις της Έκθεσης Ντράγκι που θα μπορούσαν να ανατρέψουν το σημερινό status quo στις ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρισμού.

Τα πέντε  «ναι» της  Eurelectric

Σε κάθε περίπτωση, η Εurelectric λέει «ναι»:

1.Στην περαιτέρω μαζική διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, επικαλούμενη –μεταξύ άλλων- την εκτίμηση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (ΙΕΑ) ότι οι Ευρωπαίοι καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος εξοικονόμησαν 100 δισ. ευρώ από τους λογαριασμούς τους την περίοδο 2021-2023 χάρη στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων ισχύος 150 GW που «πέταξαν εκτός συστήματος» ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα της τάξης των 230 Τεραβατωρών. Εξέλιξη που σύμφωνα με την Eurelectric είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές και τη διαμόρφωση πιο ανταγωνιστικών τιμών για τις βιομηχανίες, επιχείρημα που αμφισβητείται πάντως από την πλευρά της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που υποστηρίζει ότι επιβαρύνεται με πολύ υψηλότερο ενεργειακό κόστος σε σχέση με άλλες περιοχές του κόσμου (και δη τις ΗΠΑ) και ζητά την λήψη μέτρων προς διαφορετική κατεύθυνση

2.Στον ταχύ εξηλεκτρισμό διάφορων κλάδων της οικονομίας ώστε να μειωθούν τα (υψηλά) κόστη των σχετικών επενδύσεων δια της κατανομής τους σε μια μεγαλύτερη πίτα καταναλωτών. Όσο υψηλότερη η ζήτηση για ηλεκτρισμό, τόσο χαμηλότερο θα είναι το κατά κεφαλήν κόστος των σχετικών επενδύσεων είναι το βασικό επιχείρημα της Eurelectric, τα οποίο πάντως βρίσκεται «αντιμέτωπο» με το γεγονός ότι τα τελευταία 20 χρόνια η ζήτηση για ηλεκτρισμό στην ΕΕ είναι στάσιμη στο 23% της τελικής ζήτησης για ενέργεια, ποσοστό που απέχει αρκετά από τον στόχο του 35% για το 2030 που προβλέπει το Σχέδιο Δράσης της Eurelectric για τον Εξηλεκτρισμό. Στο πλαίσιο αυτό, ο Σύνδεσμος προτείνει μέτρα όπως τη μείωση της φορολογίας στον ηλεκτρισμό (η οποία είναι 1,4 φορές μεγαλύτερη σε σχέση με τη φορολογία στο φυσικό αέριο), τη θέσπιση μηχανισμών για την μείωση του κινδύνου των –πολλές φορές εμπροσθοβαρών- επενδύσεων που εκτιμώνται στα 140 δισ. ετησίως για τα επόμενα χρόνια και την επέκταση, αναβάθμιση και ψηφιοποίηση των δικτύων διανομής ηλεκτρισμού.

3.Στη μεγαλύτερη χρήση μακροπρόθεσμων εργαλείων για την προμήθεια ηλεκτρισμού, όπως τα PPAs και τα συμβόλαια επί διαφοράς (CfDs).  Σύμφωνα με την Eurelectric, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ) θα μπορούσε να στηρίξει την ανάπτυξη των PPAs μέσω της εισαγωγής εγγυήσεων για το ρίσκο του αντισυμβαλλομένου. Η ενεργοβόρος βιομηχανία από την πλευρά της προτείνει ως εργαλείο για την διείσδυση των «πράσινων» PPA το σχήμα Green Pool που προβλέπει την ενίσχυση των εταιρειών με στόχο να μετριαστούν τα λεγόμενα shaping costs που συνδέονται με την «ευθυγράμμιση» του στοχαστικού προφίλ παραγωγής των σταθμών ΑΠΕ, ιδίως των φωτοβολταϊκών, με το προφίλ κατανάλωσης των βιομηχανιών που σε πολλές περιπτώσεις χρειάζονται ενέργεια σε 24ωρη βάση, 7 ημέρες την εβδομάδα.

4.Στην εισαγωγή περισσότερης ευελιξίας τόσο από την πλευρά της προσφοράς ηλεκτρικής ενέργειας όσο και από την πλευρά της ζήτησης, μεταξύ άλλων μέσω της αύξησης της αποθήκευσης  και της ενεργοποίησης της απόκρισης της ζήτησης από την πλευρά των καταναλωτών, κάτι με το οποίο συμφωνεί και η πλευρά της ενεργοβόρου βιομηχανίας.

5.Στην εφαρμογή της Οδηγίας και του Κανονισμού της ΕΕ για την αρχιτεκτονική της αγοράς ηλεκτρισμού (Electricity Market DesignEMD): Ουσιαστικά η Εurelectric τάσσεται υπέρ της διατήρησης του υφιστάμενου μοντέλου της οριακής τιμολόγησης επικαλούμενη στοιχεία σύμφωνα με τα οποία είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των διαφορών των χονδρεμπορικών τιμών μεταξύ των χωρών της ΕΕ και την εξοικονόμηση κόστους 34 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις της ΕΕ. «Αυτό έχει επιτευχθεί διασφαλίζοντας ότι οι πιο αποδοτικοί διαθέσιμοι πόροι σε ολόκληρη την ΕΕ αξιοποιούνται ανά πάσα στιγμή», υποστηρίζει η Eurelectric, θέση πάντως που δεν συμμερίζονται όλοι οι συμμετέχοντες στις αγορές, ούτε όλες οι κυβερνήσεις. Υπενθυμίζεται ότι  η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών που ζητά δομικές αλλαγές στην ενιαία αγορά ηλεκτρισμού, εκτιμώντας ότι είναι ενιαία μόνο κατ’ όνομα.

Και τα πέντε «όχι»

Στον αντίποδα, η Eurelectric λέει «όχι»:

1.Στο πλαφόν στις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού, το έκτακτο και προσωρινό μέτρο που χρησιμοποιήθηκε ευρέως από σειρά κυβερνήσεων -συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής- κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης και συνέβαλε ουσιωδώς στην άμβλυνση των παρενεργειών της. Σύμφωνα με τη Eurelectric, το εν λόγω μέτρο λειτουργεί ως αντικίνητρο για τους μεγάλους καταναλωτές να εισέλθουν σε μακροπρόθεσμα συμβόλαια αντιστάθμισης του κινδύνου και η θέσπισή του θα παρέπεμπε «σε μια ημι-μόνιμη κατάσταση κρίσης με συνεχείς παρεμβάσεις στην αγορά». Υπενθυμίζεται ότι την επαναφορά του πλαφόν επανάφερε στο τραπέζι η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ κατά τη μίνι-περιφερειακή κρίση τιμών ηλεκτρισμού το περασμένο καλοκαίρι, πρόταση που όμως δεν έτυχε θετικής υποδοχής από την Κομισιόν.

2.Στην υποχρεωτική παράταση μακροπρόθεσμών συμβάσεων  με ρήτρα ανάκτησης εσόδων για τις πυρηνικές μονάδες και τους σταθμούς ΑΠΕ. Σύμφωνα με την Eurelectric, πρόκειται για μέτρο που είναι «αντιπαραγωγικό για τους πόρους που λειτουργούν στη βάση σημάτων «σπανιότητας» από την αγορά όπως οι υδροηλεκτρικές μονάδες, οι οποίες παράγουν ηλεκτρισμό όταν παρατηρείται σπανιότητα προσφοράς, παρέχοντας ευελιξία στο σύστημα. Η υποχρεωτική ένταξή τους σε μακροπρόθεσμες συμβάσεις θα τις μετέτρεπε σε μονάδες βάσης, με λιγότερη αξία για το σύστημα.

3.Στην αντιμετώπιση των εταιρειών ηλεκτροπαραγωγής ως επενδυτικών εταιρειών, κάτι που σύμφωνα πάντα με την Eurelectric θα μείωνε την ικανότητα των ενεργειακών ομίλων να αντισταθμίζουν τους κινδύνους που αναλαμβάνουν καθώς θα έπρεπε να καταθέτουν περισσότερα ενέχυρα για να κάνουν αγοραπωλησίες ενέργειας, σαν να ήταν τράπεζες. Αυτό σημαίνει λιγότερη προσφορά PPAs στην αγορά και συνεπάγεται το ότι η διαχείριση κινδύνου θα γινόταν δυσκολότερη και πιο δαπανηρή για τις ενεργειακές εταιρίες, οδηγώντας εντέλει σε υψηλότερα κόστη για τους καταναλωτές.

4.Στην απαίτηση οι πάροχοι ενέργειας να προσφέρουν μέρος της επιδοτούμενης ηλεκτροπαραγωγής τους (π.χ. μέσω εγγυημένων τιμών αποζημίωσης για την παραγωγή από ΑΠΕ) μέσω PPAs που θα τιμολογούνται στο κόστος παραγωγής συν ένα εύλογο περιθώριο κέρδους σε ευρωπαϊκές ενεργοβόρες επιχειρήσεις που είναι εκτεθειμένες στον διεθνή ανταγωνισμό, βιομηχανίες. Πρόκειται για μια πρόταση της έκθεσης Ντράγκι την οποία επικροτεί η ενεργοβόρος βιομηχανία και στην οποία αντέδρασε έντονα εξαρχής η Eurelectric, κάνοντας λόγο για μια «ανησυχητική πρόταση στο μέτρο που θα δημιουργούσε ένα είδος ρυθμιζόμενης τιμής ηλεκτρισμού για ορισμένες κατηγορίες καταναλωτών, κάτι που θα σηματοδοτούσε υπαναχώρηση από τη διαδικασία απελευθέρωσης των αγορών και θα οδηγούσε σε ρυθμιστική αστάθεια».

5.Τέλος, η Eurelectric λέει όχι στην εξαίρεση από τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις ρεύματος ή την προνομιακή μεταχείριση ορισμένων καταναλωτών στο πεδίο αυτό «φωτογραφίζοντας» και πάλι τους βιομηχανικούς καταναλωτές, χωρίς να τους κατονομάζει. Όπως υποστηρίζει, η εξαίρεση συγκεκριμένων κατηγοριών καταναλωτών από την καταβολή κάποιων χρεώσεων όπως οι χρεώσεις συστήματος αναπόφευκτα αυξάνει το κόστος για άλλους καταναλωτές, δημιουργώντας αντικίνητρα για την διαδικασία εξηλεκτρισμού «Εάν υπάρχει πολιτική βούληση για τη στήριξη της βιομηχανίας, τότε αυτό θα πρέπει να συμβεί εκτός των αγορών ηλεκτρισμού», καταλήγει.

Διαβάστε ακόμη