Τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις που θα έχουν στην ανταγωνιστικότητα της ενεργοβόρου βιομηχανίας πρωτοβουλίες όπως ο Διασυνοριακός Μηχανισμός Αντιστάθμισης Άνθρακα (CBAM) και η κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων έως το 2035, κρούει η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών (ΕΒΙΚΕΝ) σχολιάζοντας το προσχέδιο του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Η Ένωση προειδοποιεί ότι τα μέτρα αυτά θα επιφέρουν σημαντική αύξηση τιμών σε μια σειρά βιομηχανικών προϊόντων, κάτι που δεν ληφθεί υπόψη στον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της πράσινης μετάβασης.
Περαιτέρω, η ΕΒΙΚΕΝ δράττεται της ευκαιρίας για να ζητήσει διαρθρωτικές αλλαγές στη λειτουργία της ελληνικής χονδρεμπορικής αγοράς -αρχής γενομένης από την κατάργηση του μοντέλου της υποχρεωτικής αγοράς, βάσει του οποίου σήμερα όλη η ενέργεια περνάει υποχρεωτικά από το Χρηματιστήριο Ενέργειας. Επισημαίνει επίσης για μια ακόμη φορά την ανάγκη στήριξης των ενεργοβόρων βιομηχανιών -πέρα από το μέτρο της κατά προτεραιότητας χορήγησης όρων σύνδεσης σε έργα ΑΠΕ που έχουν συνάψει PPA με βιομηχανικούς offtakers, «εκτός εάν η πολιτική ηγεσία δώσει την προτεραιότητα που απαιτείται και ασκήσει πολιτική πίεση στις Βρυξέλλες για την έγκριση του μηχανισμού Green pool που προβλέπει την προσαρμογή του προφίλ λειτουργίας των ΑΠΕ στο ομαδοποιημένο (pool) προφίλ της ζήτησης των βιομηχανιών».
Το ιταλικό μοντέλο
Προτείνεται επίσης να εξεταστεί η υιοθέτηση μέτρων για τη στήριξη των βιομηχανιών έντασης ενέργειας, παρόμοια με την πρόταση της Ιταλίας που προβλέπει -κατά πληροφορίες- τη διάθεση σε βιομηχανίες έντασης ενέργειας μέσω δημοπρασιών ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας 20 TWh για τα τρία επόμενα έτη σε τιμή 60 ευρώ/Mεγαβατώρα μέσω συμβάσεων οικονομικών διαφορών (CfD)) με αντίστοιχη δέσμευση των εν λόγω βιομηχανιών να αναπτύξουν έργα ΑΠΕ, την παραγόμενη ενέργεια των οποίων θα πωλούν ακολούθως στη χονδρεμπορική αγορά στην τιμή των 60 ευρώ/ΜWh.
Όπως υποστηρίζει η ΕΒΙΚΕΝ σε μακροσκελή επιστολή που απευθύνει στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ και υπογράφει ο πρόεδρος της Ένωσης Αντώνης Κοντολέων, μέσω της οποίας σχολιάζει βασικές παραδοχές και μέτρα πολιτικής του ΕΣΕΚ, «είναι σαφές ότι οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας πολύ δύσκολα θα γίνουν ανταγωνιστικές χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές στο ισχύον μοντέλο αγοράς σε βαθμό που να ευνοούν τον εξηλεκτρισμό της βιομηχανίας και γενικότερα της οικονομίας.
Οι στόχοι για τις ΑΠΕ
Αναφερόμενοι στον στόχο για συμμετοχή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή στο 77% το 2030 θεωρούμε ότι θα επιφέρει σημαντικό πρόβλημα με την ευστάθεια του συστήματος για μεγάλες περιόδους, παρά την όποια ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης». Και τούτο διότι η ΕΒΙΚΕΝ εκτιμά ότι η συνολική ισχύς των φωτοβολταϊκών το 2030 ενδέχεται να πλησιάσει τα 19 GW βάσει του αριθμού των όρων σύνδεσης για έργα ΑΠΕ, που έχουν δοθεί και τους παρατηρούμενους ρυθμούς υλοποίησης των έργων. Σίγουρα πάντως θα είναι πολύ υψηλότερη των 13,5 GW που αναφέρονται στο κείμενο. Την ίδια στιγμή, αμφισβητεί την παραδοχή για -μικρή, έστω- αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρισμό έως το τέλος της δεκαετίας
Η περαιτέρω αύξηση των ΑΠΕ στο μείγμα θα οδηγήσει σε μαζικές απορρίψεις της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, καθώς η συνολικά παραγόμενη ενέργεια θα ξεπερνάει κατά πολύ τη ζήτηση σε βαθμό που τα όποια έργα αποθήκευσης θα έχουν τεθεί σε λειτουργία δεν θα μπορούν να εξομαλύνουν το πρόβλημα.
Η αποθήκευση CO2 στον Πρίνο
Όσον αφορά στα μέτρα που προδιαγράφει το ΕΣΕΚ για την απανθρακοποίηση των βιομηχανιών, η ΕΒΙΚΕΝ θεωρεί ότι για τις βιομηχανίες των οποίω οι εκπομπές χαρακτηρίζονται hard to abate (είναι δύσκολο δηλαδή να μειωθούν δια του εξηλεκτρισμού των διεργασιών τους), θεωρεί κρίσιμο να δοθεί λύση στην εκκρεμότητα με την αποθήκευση του CO2 Πρίνο, ώστε να προχωρήσουν τα σχεδιαζόμενα έργα δέσμευσης του CO2 στις τσιμεντοβιομηχανίες και στα διυλιστήρια.
Κίνδυνος για αυξήσεις έως 40% στο κόστος παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων
Η ΕΒΙΚΕΝ σημειώνει ότι « το προς διαβούλευση κείμενο αποφεύγει να αναφέρει ότι μια από τις πιο σημαντικές παρεμβάσεις που προτείνονται είναι η σταδιακή μείωση, από το 2026 έως το 2035, που θα επέλθει η ολική κατάργηση, των δωρεάν δικαιωμάτων CO2 (EUAs), που διατίθενται μέχρι σήμερα σε συγκεκριμένους βιομηχανικούς κλάδους, όπως το τσιμέντο, ο χάλυβας, το αλουμίνιο και τα λιπάσματα (carbon leakage). Η επακόλουθη αύξηση της ζήτησης στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο από τις βιομηχανίες για EUAs, μετά την κατάργηση των δωρεάν, θα έχει σαν αποτέλεσμα τη σταδιακή αύξηση των τιμών τους (…) Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι από το 2026 σταδιακά θα προκύψει σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής σε μια σειρά βιομηχανικά προϊόντα κατ’ ελάχιστον 30-40% μέχρι το 2034, γεγονός που είναι βέβαιο ότι δεν έχει ληφθεί υπόψη για την κατασκευή υποδομών όπως ηλεκτρικές διασυνδέσεις, νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ Η αύξηση αυτή προφανώς θα έχει σημαντική αρνητική επίπτωση στη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και αναπόφευκτα θα περάσει στους ευρωπαίους καταναλωτές».
Για το μηχανισμό CBAM επισημαίνεται ότι οι αρνητικές επιπτώσεις για τις ελληνικές βιομηχανίες χάλυβα και τσιμέντου θα είναι μεγαλύτερες ως προς τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, καθώς o δείκτης έντασης εμπορίου για το χάλυβα στην Ελλάδα είναι 52,7% έναντι 25,3% στην ΕΕ και για το τσιμέντο 24,7% στην Ελλάδα έναντι 6,7% στην ΕΕ».
Σχολιάζοντας τα μέτρα για την απόκριση ζήτησης (demand response), η ΕΒΙΚΕΝ επισημαίνει ότι το ΕΣΕΚ παραλείπει να αναφέρει ότι στο νέο ευρωπαϊκό κανονισμό λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας αναδεικνύεται ως προτεραιότητα η ενθάρρυνση της συμμετοχής της Ζήτησης (non fossil flexibility) στην αγορά (είτε στην αγορά επόμενης ημέρας, είτε στην αγορά εξισορρόπησης), ώστε να μειωθεί το συνολικό αποτύπωμα άνθρακα στην αγορά. “Προς τούτο ο νέος κανονισμός προβλέπει τη δυνατότητα τα κράτη μέλη να θεσπίσουν μηχανισμό επιδότησης της διαθεσιμότητας ισχύος της Ζήτησης (non fossil flexibility support schemes), σαν επιπλέον κίνητρο για τη συμμετοχή της ζήτησης, εφόσον δεν ικανοποιείται ένας ενδεικτικός στόχος ελάχιστης συμμετοχής της ζήτησης στην αγορά. Αντίθετα παρατηρούμε ότι στο κείμενο προβάλλεται ως αναγκαίος ο σχεδιασμός ενός κατάλληλου εθνικού μηχανισμού αποζημίωσης μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο καθώς την περίοδο 2030-2040 εκτιμάται ακόμα μεγαλύτερη μείωση των ωρών λειτουργίας τους λόγω της ανάπτυξης εγκαταστάσεων αποθήκευσης ενέργειας.
Τέλος, όσον αφορά στην εξέλιξη των ρυθμιζόμενων χρεώσεων ηλεκτρικού ρεύματος (Χρεώσεις Χρήσης Δικτύου, ΥΚΩ, ΕΤΜΕΑΡ) και τον στόχο για συγκράτησή τους σε εύλογα επίπεδα, η ΕΒΙΚΕΝ σχολιάζει ότι «αναμένεται σημαντική αύξηση των ρυθμιστικών χρεώσεων στη χώρα μας, γεγονός που θα επιδράσει αρνητικά στον εξηλεκτρισμό όλων των δράσεων».
Διαβάστε ακόμη