Από το Σεπτέμβριο θα βρεθεί στο «μικροσκόπιο» της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ) το ζήτημα των επιπλέον ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας για τις οποίες θα επιβαρυνθούν οι προμηθευτές για το 1ο εξάμηνο του 2022. Ο υπολογισμός αυτών των ποσοτήτων που οφείλονται στις απώλειες συστήματος (τεχνικές και μη) θα προκύψει με βάση τα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ, ενώ οι οριστικές εκκαθαρίσεις θα εγκριθούν από τη Ρυθμιστική Αρχή.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η απόκλιση ανάμεσα στις ποσότητες που χρεώθηκαν οι προμηθευτές και στα στοιχεία που προκύπτουν από την οριστική εκκαθάριση -με βάση το συντελεστή κανονικοποίησης- είναι μεγάλη και προσδιορίζεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια. Η εκτίμηση που υπάρχει για το εξεταζόμενο διάστημα είναι πως το ποσοστό των ρευματοκλοπών ήταν πολύ μεγαλύτερο.
Άρα, το «αγκάθι» αυτό θα το επωμιστούν οι προμηθευτές, οι οποίοι θα κληθούν, αναλογικά ο καθένας, να αντιμετωπίσουν το ζήτημα της μετακύλισης των επιβαρύνσεων στα τιμολόγια ρεύματος, δηλαδή στους καταναλωτές. Πρόκειται για μια δύσκολη εξίσωση και οι προμηθευτές θέτουν δύο ερωτήματα: Αφενός την καθυστέρηση της γνωστοποίησης αυτών των ποσών, αφετέρου το γεγονός πως δεν είναι γνωστοί οι λόγοι αύξησης των απωλειών συστήματος. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς στο Energygame.gr η αρχική εκτίμηση για τις απώλειες είναι πως προσέγγισαν το 15% και πλέον με τους επανυπολογισμούς με βάση το συντελεστή κανονικοποίησης προσεγγίζουν το 18%. Ακόμα όμως και το 15% είναι πολύ μεγάλο όπως τονίζουν και σε χώρες όπως η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι 7-8% Επισημαίνουν, μάλιστα, πως το μερίδιο των ρευματοκλοπών είναι δυσανάλογα μεγάλο.
Ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ) έχει στείλει σχετική επιστολή τον περασμένο Μάρτιο, τονίζοντας πως η μεθοδολογία επιμερισμού της περιοδικά μετρούμενης κατανάλωσης ανά περίοδο κατανομής χρήζει διερεύνησης. Στην επιστολή ανέφερε πως «το ποσοστό των πραγματικών απωλειών του Δικτύου Διανομής (τεχνικές και μη), όπως αυτό αποτυπώνεται στον Συντελεστή Κανονικοποίησης κατά τη χρονική στιγμή της εκτέλεσης της Οριστικής Εκκαθάρισης, διαφαίνεται ότι αποκλίνει σημαντικά από τον Συντελεστή Απωλειών της περιόδου για την οποία διενεργείται η Οριστική Εκκαθάριση. Η ως άνω διαπίστωση οφείλεται τόσο στην μεθοδολογία της Μελέτης Απωλειών, όσο και στην προφανή αδυναμία του Διαχειριστή να περιορίσει την αύξηση των μη τεχνικών απωλειών». Ακόμη επισήμανε πως «η χρόνια αδυναμία αποτελεσματικής εκτίμησης και αντιμετώπισης των συνολικών απωλειών του Δικτύου -από τον Διαχειριστή- είναι εξαιρετικά προβληματική και εγείρει σοβαρά ερωτήματα ως προς την ορθότητα των αποτελεσμάτων των περιοδικών εκκαθαρίσεων. Η αβεβαιότητα σχετικά με το ύψος των απωλειών, προκαλεί σημαντική χρηματοοικονομική επισφάλεια στους εκπροσώπους φορτίου και έχει δυσμενείς επιπτώσεις για τη λειτουργία της αγοράς προμήθειας και τον ανταγωνισμό».
Διαβάστε ακόμη