Με τις πληροφορίες των τελευταίων ημερών να συγκλίνουν στο συμπέρασμα πως το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου– Ελλάδας έχει μπει σε ένα κομβικό σημείο, δημοσιεύτηκαν τα αποτελέσματα της διαβούλευσης, σε σχέση με τη μεθοδολογία υπολογισμού του εσόδου. Από τα σχόλια τα οποία δημοσιεύτηκαν εκφράζεται η ανάγκη να αυξηθεί το ασφάλιστρο WACC (μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου) στο 2% και να αυξηθεί το διάστημα παροχής πρόσθετης απόδοσης στα δώδεκα έτη.
Υπενθυμίζεται, πως σύμφωνα με το κείμενο που τέθηκε σε διαβούλευση από τη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων προβλεπόταν πρόσθετη απόδοση 1% για χρονικό διάστημα επτά ετών. Επιπλέον, προβλεπόταν μηχανισμός αντικινήτρου απομειώνοντας το ποσοστό πρόσθετης απόδοσης έως 0.5% για κάθε έτος καθυστέρησης.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Τις επιφυλάξεις της για τα παραπάνω ζητήματα εξέφρασε η εταιρεία Meridiam η οποία έχει ενταχθεί στη μετοχική σύνθεση της Great Sea Interconnector, υπεύθυνης για την υλοποίηση του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης. Η Meridiam στη διαβούλευση για το ρυθμιζόμενο έσοδο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης-Κύπρου επισημαίνει, λαμβάνοντας υπόψη την αναγκαιότητα συμμετοχής τρίτων επενδυτών στη μετοχική σύνθεση, ότι η παροχή 2,5% premium wacc για 12 χρόνια θα ήταν αναμενόμενη και ευπρόσδεκτη.
Από την άλλη η Nexans, που έχει αναλάβει την κατασκευή του καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου αναφέρει πως θα ήταν ζωτικής σημασίας να εκχωρηθεί το μέγιστο ποσό premium WACC (2%), δεδομένου ότι αυτό το έργο, με βάση την τεχνογνωσία της εταιρείας είναι αρκετά περίπλοκο τεχνικά και επειδή έχει αναγνωριστεί ως Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI). Επίσης, αναφέρει πως το έργο θα συμβάλει στον τερματισμό της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου, γεγονός που είναι μείζονος σημασίας για την Ευρώπη. Παράλληλα, διερωτάται γιατί προβλέπεται ένας μηχανισμός αντικινήτρου που συνδέεται με το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου.
Υπενθυμίζεται, πως τον περασμένο μήνα η Nexans είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο παύσης των εργασιών, αν δεν προχωρήσει η καταβολή των δόσεων. Το αδιέξοδο εν μέρει έλυσε το «πράσινο» φως που άναψε η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων. Απομένει η αντίστοιχη απόφαση της κυπριακής αρχής. Όπως ανέφερε ο πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ κ. Μάνος Μανουσάκης στην Καθημερινή της Κύπρου, «είμαστε σε συνεχή επαφή με την Κυπριακή ρυθμιστική Αρχή ώστε να ληφθούν έγκαιρα τρεις ακόμη ρυθμιστικές αποφάσεις που απαιτούνται, οι οποίες είναι απαραίτητες για να μπορέσει να προχωρήσει ομαλά το έργο χωρίς καθυστερήσεις. Από τις επαφές που έχουμε είμαστε αισιόδοξοι ότι οι αποφάσεις αυτές θα ληφθούν εγκαίρως».
Να σημειωθεί πως στην ίδια διαβούλευση για το ρυθμιζόμενο έσοδο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης- Κύπρου, ο ΑΔΜΗΕ επισημαίνει πως είναι αναγκαίο το χρονικό διάστημα παροχής πρόσθετης απόδοσης να οριστεί στα δώδεκα έτη και η αύξηση του WACC Premium να φτάσει τουλάχιστον στο 2%.«Επιπρόσθετα ο καθορισμός του ύψους της πρόσθετης απόδοσης σε μία ποσοστιαία μονάδα (1%) αλλά κυρίως η πρόβλεψη της Αρχής για την ενεργοποίηση μηχανισμού αντικινήτρου στην περίπτωση μη τήρησης του χρονοδιαγράμματος υλοποίησης του έργου, ο οποίος συνίσταται στην αποκλιμάκωση της πρόσθετης απόδοσης, «…απομειώνοντας το ποσοστό πρόσθετης απόδοσης έως 0.5% για κάθε έτος καθυστέρησης», σε συνδυασμό με την πολυπλοκότητά του και τους αντικειμενικούς κινδύνους που ενέχει η υλοποίηση του, αφενός δεν συνάδει με την υλοποίηση του εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού να καταστεί η Ελλάδα χώρα ενεργειακός κόμβος και εξαγωγέας πράσινης ενέργειας και αφετέρου καθιστά το έργο μη ελκυστικό σε δυνητικούς επενδυτές» αναφέρει ο ΑΔΜΗΕ.
Χθες, ο Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας Γιώργος Παπαναστασίου μιλώντας στην Επιτροπή Ενέργειας της Κυπριακής Βουλής ανέφερε πως η Κυπριακή Δημοκρατία θα λάβει την όποια απόφασή της σε σχέση με την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Ελλάδας αφού πρώτα πάρει και αξιολογήσει τη μελέτη κόστους – οφέλους από τον φορέα υλοποίησης (ΑΔΜΗΕ), προσθέτοντας ότι εκτίμηση της κυβέρνησης είναι πως «η χρέωση θα είναι πολύ μικρότερη από το όφελος που θα δει ο Κύπριος καταναλωτής».
Να σημειωθεί πως η μελέτη κόστους-οφέλους θα αξιολογηθεί από το Ινστιτούτο Κύπρου, το Πανεπιστήμιο Κύπρου και από έναν οίκο αξιολόγησης του εξωτερικού. Εφόσον, οι τρεις φορείς ανάψουν το «πράσινο» φως τότε θα υπάρξει η απόφαση για τη συμμετοχή ή όχι της κυπριακής δημοκρατίας στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου.
Διαβάστε ακόμη