Ο Κανονισμός Δημοπρασιών Εγγυήσεων Προέλευσης αναμένεται να εγκριθεί από την Ολομέλεια της ΡΑΑΕΥ και ακολούθως, με δεδομένο ότι η σχετική πλατφόρμα έχει ολοκληρωθεί να μπει στην τελική ευθεία για να λειτουργήσει η νέα αυτή αγορά.
Σχολιάζοντας τον υπό διαβούλευση Κανονισμό, η ΗΡΩΝ τονίζει ότι για τους Έλληνες Συμμετέχοντες στις Δημοπρασίες που είναι οι κάτοχοι Λογαριασμών Εγγυήσεων Προέλευσης του Μητρώου Εγγυήσεων Προέλευσης του ΔΑΠΕΕΠ θα έπρεπε αυτόματα να υπάγονται στο Μητρώο Συμμετεχόντων στις Δημοπρασίες και να μην απαιτείται διαδικασία εγγραφής.
Ειδικότερα η εταιρεία σημειώνει: «Δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί οι κάτοχοι Λογαριασμών Εγγυήσεων Προέλευσης του Μητρώου Εγγυήσεων Προέλευσης του ΔΑΠΕΕΠ αφού δικαιούνται να συμμετέχουν αδιάκριτα στις Δημοπρασίες, οφείλουν να τηρούν τη διακριτή διαδικασία εγγραφής τους σε αυτό, και δεν προβλέπεται η αυτόματη υπαγωγή τους ως Συμμετέχοντες στις Δημοπρασίες. Εξάλλου για την ενεργοποίηση του δικαιώματος συμμετοχής μιας Εταιρείας σε μια Δημοπρασία σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Άρθρο 9 του Κανονισμού θα πρέπει να ακολουθηθεί μια συγκεκριμένη διαδικασία υποβολής δικαιολογητικών.
Συνεπώς, για τους Έλληνες Συμμετέχοντες στις Δημοπρασίες η Εταιρεία μας κρίνει ότι η διαδικασία εγγραφής τους και στο Μητρώο Συμμετεχόντων προσδίδει περιττή πολυπλοκότητα και πρέπει να απαλειφθεί. Αντίθετα, τονίζει η εταιρεία, ότι η διαδικασία εγγραφής στο Μητρώο Συμμετεχόντων οφείλει να διατηρηθεί ως υποχρέωση αποκλειστικά και μόνο για τους ξένους Συμμετέχοντες, οι οποίοι δεν κατέχουν Λογαριασμό Εγγυήσεων Προέλευσης στο Μητρώο Εγγυήσεων Προέλευσης του ΔΑΠΕΕΠ και θα πρέπει να ελεγχθούν ως προς τη νομιμότητα της συμμετοχής τους στις Δημοπρασίες.
Να απαλειφθεί, είναι η γενική υποχρέωση μη ύπαρξης οιωνδήποτε ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τον ΔΑΠΕΕΠ
Η ΗΡΩΝ σημειώνει ότι πρέπει να απαλειφθεί, είναι η γενική υποχρέωση μη ύπαρξης οιωνδήποτε ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τον ΔΑΠΕΕΠ ως προϋπόθεση εγγραφής στο Μητρώο Συμμετεχόντων των Δημοπρασιών.
Η εν λόγω πρόβλεψη αναφέρει η εταιρεία, λειτουργεί ασύμμετρα προς τους Έλληνες συμμετέχοντες έναντι των ξένων, οι οποίοι δεν αξιολογούνται με το αντίστοιχο κριτήριο ως προς τη χρηματοπιστωτική τους φερεγγυότητα.
Σημειώνει, ότι οι Δημοπρασίες Εγγυήσεων Προέλευσης είναι μία διακριτή δραστηριότητα στην οποία οι Συμμετέχοντες αξιολογούνται ως προς τη φερεγγυότητά τους και αντίστοιχα επωμίζονται με τις προβλεπόμενες στον Κανονισμό κυρώσεις αν δεν πληρούν τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις. Συνεπώς, κατά την άποψη της Εταιρείας, το δικαίωμα συμμετοχής στην εκάστοτε Δημοπρασία ΕΠ που διενεργείται από τον ΔΑΠΕΕΠ, όπως σωστά ορίζεται στο Άρθρο 9 του Κανονισμού, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του αποκλειστικά και μόνο τις εκκρεμείς οφειλές ή και άλλες υποχρεώσεις των Συμμετεχόντων που σχετίζονται με προηγούμενες Δημοπρασίες και σε καμία περίπτωση τις συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον ΔΑΠΕΕΠ που δεν σχετίζονται με τις Δημοπρασίες.
Να γίνονται μηνιαία οι δημοπρασίες-προσοχή στην Τιμή Εκκίνησης
Αναφορικά με τους γενικούς όρους των Δημοπρασιών η ΗΡΩΝ θεωρεί ότι οι Δημοπρασίες πρέπει να διενεργούνται μηνιαία και στην περίπτωση που αυτό δεν καθίσταται εφικτό και οι Δημοπρασίες αφορούν σε Εγγυήσεις Προέλευσης πολλαπλών μηνών, αυτές να προσφέρονται ως διακριτά προϊόντα μηνιαίας διάρκειας.
«Αυτό σημαίνει ότι το κριτήριο που διατυπώνεται στο σημείο 8 του άρθρου 18 του Κανονισμού σχετικά με την κατακύρωση των πιο πρόσφατων ΕΠ στον ανάδοχο που έχει υποβάλει την υψηλότερη προσφορά, ενώ κρίνεται εύλογο, δεν θα βρίσκει εφαρμογή και πρέπει να απαλειφθεί καθώς θα προστεθεί απαίτηση ότι τα προϊόντα δημοπράτησης θα είναι μηνιαία».
Επίσης πάλι αναφορικά με τους γενικούς όρους των Δημοπρασιών η εταιρεία θεωρεί ότι θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στον προσδιορισμό της Τιμής Εκκίνησης της κάθε Δημοπρασίας, καθώς η Τιμή Εκκίνησης σύμφωνα με την ευρωπαϊκή εμπειρία έχει οδηγήσει σε άγονες Δημοπρασίες. «Συνεπώς», αναφέρει, «θα μπορούσε το δικαίωμα του ΔΑΠΕΕΠ για προσδιορισμό διαφορετικής Τιμής Εκκίνησης, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς, να συνδεθεί με τις εκτιμήσεις του Φορέα Ελέγχου σχετικά με την πιθανότητα η καθορισμένη με το προτεινόμενο ποσοστό Τιμή Εκκίνησης να οδηγήσει σε άγονη Δημοπρασία».
Τέλη διαχείρισης του Μητρώου Εγγυήσεων Προέλευσης και Εγγύηση Συμμετοχής
Ειδική αναφορά κάνει η εταιρεία στο ότι ο Συμμετέχων οφείλει να καταβάλει στον Φορέα Έκδοσης τέλη διαχείρισης του Μητρώου Εγγυήσεων Προέλευσης».
Σύμφωνα με το Άρθρο 11 του Κανονισμού ένας Συμμετέχοντας οφείλει προκειμένου να του κατακυρωθεί μία ΕΠ από τη Δημοπρασία να καταβάλει συγκεκριμένο Τέλος Αγοράς αυτής.
Η εταιρεία θεωρεί ότι το εν λόγω Τέλος Αγοράς επαρκεί και για τη μεταβίβαση της εν λόγω ΕΠ στο Λογαριασμό του αφού ουσιαστικά αφορά την ολοκλήρωση της παροχής της ίδιας υπηρεσίας. Η έννοια του τέλους μεταβίβασης που αναφέρεται στο άρθρου 18Β του ν.3468/2006 προφανώς αφορά σε ΕΠ που δεν κατακυρώνονται στο πλαίσιο των Δημοπρασιών.
Σχετικά με την Εγγύηση Συμμετοχής η εταιρεία κρίνει ότι θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στους Συμμετέχοντες να την καταβάλουν και υπό τη μορφή της Εγγυητικής Επιστολής και όχι απαραίτητα αποκλειστικά υπό την μορφή του χρηματικού ποσού. Εξάλλου αυτή η δυνατότητα παρέχεται και από όλους τους φορείς της αγοράς.
Τέλος η εταιρεία σε σχέση με την Υπουργικής Απόφασης σχετικά με την εφαρμογή του Συστήματος Εγγυήσεων Προέλευσης Ηλεκτρικής Ενέργειας από Α.Π.Ε και Σ.Η.Θ.Υ.Α. και Μηχανισμού Διασφάλισής του, κάνει τις εξής παρατηρήσεις:
Ειδική πρόβλεψη πρέπει να προστεθεί στην υπουργική απόφαση
Το πρώτο σχόλιο αφορά το μεγάλο ζήτημα που έχει ανακύψει με Τελικούς Καταναλωτές- Πελάτες οι οποίοι επιθυμούν να αποδείξουν ότι η κατανάλωσή τους προέρχεται από 100% από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η εφαρμογή του νέου Συστήματος Εγγυήσεων Προέλευσης με τον προσδιορισμό του ενεργειακού μείγματος μέσω της ανάκλησης αζημίως ΕΠ που προέρχονται από την παραγόμενη ενέργεια σταθμών ΑΠΕ και σταθμών ΣΗΘΥΑ που λειτουργούν πριν τον Ιανουάριο του 2021 και λαμβάνουν λειτουργική ενίσχυση, οδηγεί σε ένα ενεργειακό μείγμα το οποίο δεν προέρχεται από 100% ΑΠΕ παραγόμενη ενέργεια.
Συνεπώς για να μπορέσουν να ικανοποιηθούν τα αιτήματα πελατών που επιθυμούν η κατανάλωσή τους να είναι προερχόμενη από 100% ΑΠΕ παραγόμενη ενέργεια, πρέπει να προστεθεί ειδική πρόβλεψη στην Υπουργική Απόφαση που να επιτρέπει την ανάκληση επιπλέον ΕΠ για της εν λόγω Πελάτες οι οποίες θα αντισταθμίζουν την ενέργεια που έχει παραχθεί από ΣΗΘΥΑ.
Η εν λόγω πρόβλεψη, αναφέρει η εταιρεία, επειδή επηρεάζει το υπολειπόμενο μείγμα της χώρας, θα πρέπει να προσδιοριστεί σαφώς στην Υπουργική που αφορά την εφαρμογή του Συστήματος των ΕΠ.
Ανάκληση Εγγυήσεων Προέλευσης από τον παραγωγό
Το δεύτερο σχόλιο αφορά τη δυνατότητα των καταναλωτών να ανακαλούν απευθείας ΕΠ από τον παραγωγό τους σε περίπτωση σύναψης μαζί του διμερούς συμφωνίας (PPA).
Η εν λόγω δυνατότητα έρχεται σε αντίθεση με την ευρύτερη πρόβλεψη ότι ένας Προμηθευτής μπορεί να ανακαλεί ΕΠ αποκλειστικά και μόνο για τους καταναλωτές που εκπροσωπεί και δημιουργεί προβλήματα στον προσδιορισμό του ενεργειακού μείγματος του κάθε Προμηθευτή.
Εξάλλου και η ίδια η Ευρωπαϊκή Οδηγία συνδέει τις εγγυήσεις προέλευσης με τον προσδιορισμό του ενεργειακού μείγματος του προμηθευτή όταν ήδη στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 αυτής αναφέρει ότι: «Για τους σκοπούς της απόδειξης στους τελικούς πελάτες του μεριδίου ή της ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο ενεργειακό μείγμα προμηθευτή ενέργειας και στην ενέργεια που παρέχεται στους καταναλωτές βάσει σύμβασης που συνάπτεται με αναφορά της κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να είναι δυνατόν να παρέχεται εγγύηση για την προέλευση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια.»
Συνεπώς, η σύνδεση του τελικού καταναλωτή με τον Προμηθευτή του για την ανάκληση των ΕΠ και ο μετέπειτα ορθός προσδιορισμός του ενεργειακού μείγματος του Προμηθευτή είναι σημαντική και οδηγεί σε μεγαλύτερη διαφάνεια και ενίσχυση του ανταγωνισμού. Αντίθετα η παράλληλη δυνατότητα ακύρωσης ΕΠ απευθείας από τους παραγωγούς στους τελικούς καταναλωτές λειτουργεί στρεβλωτικά, υποβαθμίζοντας τα δικαιώματα και τον ρόλο των Προμηθευτών και κατ’ επέκταση θα πρέπει να απαλειφθεί και να περιοριστεί μόνο ως δικαίωμα των αυτοπρομηθευόμενων καταναλωτών.