Οικονομική ζημιά 100 εκατ. ευρώ εκτιμά ότι θα έχει ο ΑΔΜΗΕ από την πρόταση της ΡΑΑΕΥ για διαφορετική αποζημίωση των έργων σύνδεσης των παραγωγών ή των καταναλωτών Υψηλής Τάσης στο σύστημα από τα υπόλοιπα έργα του εθνικού συστήματος μεταφοράς.

Ειδικότερα, η ΡΑΑΕΥ πρότεινε να γίνει μια Ειδική Περιουσιακή Βάση, ώστε αυτά τα έργα να αποζημιώνονται με μια διαφορετική (χαμηλότερη) απόδοση και όχι με το εγκεκριμένο WACC που ισχύει.
Η Ρυθμιστική Αρχή στην επιχειρηματολογία της υπέρ της ανάγκης διαφορετικής απόδοσης αναφέρει ότι ο Διαχειριστής φέρει μειωμένο βαθμό κινδύνου, καθώς τα εν λόγω έργα υλοποιούνται στο σύνολό τους από τους παραγωγούς, και όχι από τον ΑΔΜΗΕ, ο οποίος (απλά) καταβάλλει απολογιστικά το κόστος.

Η διαφορετική αυτή αποζημίωση, ωστόσο σημαίνει ότι με δεδομένο το κόστος του δανεισμού, η δραστηριότητα αυτή θα είναι ζημιογόνα. Υπολογίζεται ότι πρόκειται για διασυνδέσεις με έργα ισχύος 2 GW για τα οποία ο ΑΔΜΗΕ θα πρέπει να δαπανήσει 450 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Διαχειριστή, οι επενδύσεις σε αυτά τα έργα θα αποβούν ζημιογόνες, στην περίπτωση που αυτές αποζημιώνονται με WACC ίσο με το κόστος δανεισμού, οδηγώντας τελικά σε υπονόμευση της ανάπτυξης των ΑΠΕ στην Ελλάδα.

Το κόστος αυτό είναι το 50% της συνολικής δαπάνης για τις διασυνδέσεις, αφού το συνολικό κατασκευαστικό κόστος επιμερίζεται (50% – 50%) μεταξύ των παραγωγών και του Διαχειριστή σύμφωνα με το σχετικό νόμο (άρθρο 98 του ν. 4951/2022).

Ο συγκεκριμένος νόμος προέκυψε λόγω της ανάγκης επιτάχυνσης των επενδύσεων σε ΑΠΕ, προκειμένου να «πρασινίσει» το ενεργειακό μείγμα, και να επιτευχθούν οι στόχοι που έχει θέσει η Ελλάδα για την πράσινη μετάβαση.

Επομένως, τονίζει ο ΑΔΜΗΕ τα έργα του Διαχειριστή, είτε πρόκειται για έργα επέκτασης, είτε για έργα ενίσχυσης του συστήματος, δεν διαφοροποιούνται ως προς τα εγγενή χαρακτηριστικά τους και κατά συνέπεια δεν δικαιολογείται η διακριτή κατηγοριοποίηση και η διαφορετική ρυθμιστική μεταχείριση τους, αφού κάτι τέτοιο κινείται ενάντια στο πνεύμα του νομοθέτη και αντιβαίνει τις αρχές της ισότητας.
Πληροφορίες, αναφέρουν ότι η διαπραγμάτευση μέσω επιστολών συνεχίζεται, αν και η πλευρά της ΡΑΑΕΥ, φαίνεται αποφασισμένη να υποστηρίξει μέχρι τέλους την πρότασή της. Θεωρεί πως ένα χαμηλότερο WACC που καλύπτει το κόστος δανεισμού συν ένα εύλογο περιθώριο, είναι αρκετό.

Δεν κάνει λόγο ο νόμος για διαφορετικό WACC –Τα έργα ΑΠΕ γίνονται προς όφελος του καταναλωτή

Ο ΑΔΜΗΕ υπέβαλε στην ΡΑΑΕΥ έναν πλήρη μηχανισμό ο οποίος πετυχαίνει τους στόχους του συγκεκριμένου νόμου, διασφαλίζει ότι οι καταναλωτές δεν θα κληθούν να επωμισθούν υπέρογκες δαπάνες και ότι ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής θα αναλάβει τις εν λόγω επενδύσεις με έναν τρόπο οικονομικά βιώσιμο, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις υπόλοιπες επενδύσεις που καλείται να υλοποιήσει.

Η ΡΑΑΕΥ ωστόσο έθεσε θέμα ανταποδοτικότητας των εν λόγω επενδύσεων στους καταναλωτές, αγνοώντας ότι η προώθηση των πράσινων επενδύσεων στο ενεργειακό μείγμα γίνεται προς όφελος του καταναλωτή. Κυρίως επειδή στα έργα που αφορούν οι επίμαχες συνδέσεις περιλαμβάνονται και θερμικές μονάδες.

Στην τελευταία επιστολή που εστάλη από την Ρυθμιστική Αρχή στον ΑΔΜΗΕ, τίθεται θέμα ανταποδοτικότητας των εν λόγω επενδύσεων για τους καταναλωτές και εισηγείται τη δεύτερη περιουσιακή βάση και τη μικρότερη αποζημίωση στον ΑΔΜΗΕ για τα έργα αυτά.

Ο ΑΔΜΗΕ επεσήμανε στη ΡΑΑΕΥ ότι ο νόμος δεν κάνει καμία μνεία στη δημιουργία διακριτής περιουσιακής βάσης για τα έργα επέκτασης του συστήματος ούτε και οποιαδήποτε αναφορά περί διακριτής απόδοσης έναντι των υπόλοιπων έργων.

Ο σχετικός νόμος, τονίζει, έχει λάβει ειδικές πρόνοιες για το κατασκευαστικό κόστος των έργων επέκτασης των δικτύων, ορίζοντας ότι μέρος του κόστους των σχετικών δικτύων θα χρηματοδοτηθεί από τους μεγάλους παραγωγούς ΑΠΕ και τους βιομηχανικούς καταναλωτές, για την σύνδεσή τους στο σύστημα. Επομένως και η ανταποδοτικότητα στους καταναλωτές των σχετικών επενδύσεων έχει ήδη θεμελιωθεί από το νομοθέτη χωρίς να τίθεται οποιαδήποτε αμφισβήτηση.

Και τονίζει ότι δεν μπορούν να θέτουν ότι τα έργα ενίσχυσης του συστήματος μεταφοράς ενέργειας για τη σύνδεση παραγωγών/καταναλωτών στην υψηλή και υπερυψηλή τάση, είναι ανταποδοτικά, ενώ τα έργα επέκτασης του συστήματος (ιδίως όταν πρόκειται για σύνδεση σταθμών ΑΠΕ), τα οποία αποτελούν τη λογική και τεχνική συνέχεια των έργων ενίσχυσης και αυτονόητη προϋπόθεση για τη σύνδεση των σταθμών πράσινης ενέργειας στο σύστημα μεταφοράς, δεν είναι ανταποδοτικά.

Για τον λόγο αυτό άλλωστε τα έργα ενίσχυσης, εντάσσονται στην περιουσιακή βάση του ΑΔΜΗΕ για το σύνολο της αξίας τους, λαμβάνουν εύλογη απόδοση και χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου μέσω των Χρεώσεων Χρήσης Συστήματος.

Τέλος, όπως σημειώνει ο ΑΔΜΗΕ, τα συγκεκριμένα έργα δεν διαφέρουν σε τίποτα από όλα τα υπόλοιπα και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Συστήματος και οποιοσδήποτε διαφορετικός μηχανισμός αποζημίωσης θα καθιστούσε τις συγκεκριμένες επενδύσεις μη βιώσιμες για τον ΑΔΜΗΕ και έτσι η ίδια η ΡΑΑΕΥ θα υπονομεύσει την υλοποίηση των έργων ΑΠΕ.