Στο χαμηλότερο επίπεδο των δύο τελευταίων κατρακυλούν οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων στην ευρωπαϊκή αγορά (European Union Allowances – EUAs), καθώς μειώνονται οι εκπομπές από τις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, οι τιμές του φυσικού αερίου συνεχίζουν να υποχωρούν ενώ στην αγορά υπάρχει υπερπροσφορά δικαιωμάτων.

Την Παρασκευή, η τιμή των δικαιωμάτων στο συμβόλαιο λήξεως Δεκεμβρίου 2024 διολίσθησε έως τα 58,23 ευρώ/τόνος, καταγράφοντας απώλειες άνω του 3%. Από τις αρχές του 2024, τα δικαιώματα ρύπων υποχωρούν κατά 23% περίπου. Το 2023, η τιμή είχε σκαρφαλώσει μέχρι τα 105,14 ευρώ, δηλαδή σε ετήσια βάση οι απώλειες ανέρχονται στο 44,5%.

Η απρόσμενα μεγάλη πτώση των δικαιωμάτων ρύπων οδηγεί σε μείωση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο λιγνίτη και φυσικό αέριο. Οι αναλυτές επιμένουν στις εκτιμήσεις τους ότι το αργότερο από το 2026-2027 οι τιμές θα σταθεροποιηθούν πάνω από τα 100 ευρώ. Παράγοντες που μπορεί να στηρίξουν βραχυπρόθεσμα την ανοδική κίνηση των τιμών είναι η ένταξη από φέτος του ναυτιλιακού τομέα στο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων ρύπων (EU ETS).

Σε ό,τι αφορά, πάντως, ειδικότερα την Ελλάδα, η μεγάλη πτώση των τιμών περιορίζει σημαντικά τα έσοδα από τους πλειστηριασμούς δικαιωμάτων ρύπων, τα οποία κατευθύνονται στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για την επιδότηση των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας, στη βιομηχανία, στον Ειδικό Λογαριασμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ), στο Πράσινο Ταμείο και σε άλλες δράσεις. Η κατανομή των εσόδων προκαλεί «πονοκέφαλο» στον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θεόδωρο Σκυλακάκη, καθώς υπάρχουν ισχυρές πιέσεις από όλους τους δικαιούχους για αύξηση του ποσοστού των εσόδων που λαμβάνουν.

Αν η μέση τιμή των δικαιωμάτων διαμορφωθεί φέτος στα 60 ευρώ, τότε τα έσοδα θα υποχωρήσουν σε 1 δισ. ευρώ περίπου, από 1,4 δισ. ευρώ το 2023.