Χθες συμπληρώθηκαν τρία χρόνια από την ημέρα που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Από την έναρξη του πολέμου, τον Φεβρουάριο του 2022, η ΕΕ επιδίωξε την ενεργειακή απεξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια. Αφενός, ο «ενεργειακός» εκβιασμός του Βλαντιμίρ Πούτιν, που χρησιμοποίησε την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από τη Ρωσία προκειμένου να εμποδίσει την ευρωπαϊκή αντίδραση, και αφετέρου, η στρατηγική επιλογή ενίσχυσης της Ουκρανίας, ώθησαν την ΕΕ να επιδιώξει σταδιακή μείωση της χρήσης ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου. Ωστόσο, τα δεδομένα δείχνουν πως δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να πετύχει τον στόχο της. Αυτό έχει ως παράπλευρη απώλεια την Ουκρανία, αφού τα χρήματα από τις ρωσικές εισαγωγές της ΕΕ κατευθύνονται στη χρηματοδότηση του ρωσικού στρατού.
Ανάλυση του CREA δείχνει πως μόνο το τρίτο έτος από την εισβολή της στην Ουκρανία, η Ρωσία κέρδισε 242 δισεκατομμύρια ευρώ από τις παγκόσμιες εξαγωγές ορυκτών καυσίμων. Η Ρωσία φαίνεται πως έχει προσαρμοστεί στις κυρώσεις της G7+ και σε αρκετές περιπτώσεις τις έχει παρακάμψει. Οι εισαγωγές της ΕΕ από τη Ρωσία κατά το τρίτο έτος της εισβολής παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητες, φτάνοντας τα 21,9 δισεκατομμύρια ευρώ, μια μείωση κατά 6% σε αξία σε σχέση με το περασμένο έτος, αλλά μόνο 1% σε όγκο.
Η ανάλυση τονίζει πως το 61% (83 δισ. ευρώ) των θαλάσσιων εξαγωγών της Ρωσίας κατά το τρίτο έτος της εισβολής μεταφέρθηκε από τον λεγόμενο «σκιώδη στόλο» που έχει αναπτύξει η χώρα του Βλαντιμίρ Πούτιν. Μάλιστα, μέσω του σκιώδους στόλου μεταφέρθηκε το 71% του ρωσικού αργού πετρελαίου. Το 16ο πακέτο κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας υπόσχεται να αντιμετωπίσει τα “σκιώδη” δεξαμενόπλοια. Η αποτελεσματικότητά του, ωστόσο, μένει να φανεί.
Παράλληλα, φαίνεται πως το ρωσικό πετρέλαιο μεταφορτώνεται σταθερά σε χωρικά ύδατα και Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) της ΕΕ. Η ανάλυση αναφέρει πως πετρέλαιο αξίας 11 δισ. ευρώ έχει μεταφορτωθεί σε ύδατα της ΕΕ από την έναρξη της εισβολής, με τα «σκιώδη» δεξαμενόπλοια να ευθύνονται για το 35% αυτών των μεταφορών. Αυτές οι μεταφορές από πλοίο σε πλοίο επιτρέπουν στους φορείς εκμετάλλευσης να αποκρύπτουν την προέλευση του πετρελαίου και να επιταχύνουν την παράδοσή του στους προορισμούς τους.
Οι εξαιρέσεις της ΕΕ για εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και η «άβολη αλήθεια»
Παραμένοντας στο πετρέλαιο, αξίζει να σημειωθεί πως το 2022, η Σλοβακία, η Ουγγαρία και η Αυστρία, έλαβαν άδεια από την ΕΕ να εξαιρεθούν από τα μέτρα για το ρωσικό πετρέλαιο, αφού η εξάρτησή τους από αυτό ήταν πολύ μεγάλη. Ωστόσο, εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως τα εν λόγω κράτη μέλη δεν διαφοροποίησαν τις εισαγωγές τους μέσω άλλων πηγών. Αντιθέτως, εκμεταλλεύτηκαν την εξαίρεση, εισάγοντας 19 δισ. ευρώ σε αργό πετρέλαιο μέσω του αγωγού Druzhba από την έναρξη της πλήρους κλίμακας εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Κατά το τρίτο έτος της εισβολής, εισήγαγαν πετρέλαιο αγωγού αξίας 4,9 δισ. ευρώ από τη Ρωσία.
Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει ο Luke Wickenden, Αναλυτής Ενέργειας στο CREA, «οι συνεχιζόμενες εισαγωγές αυτών των χωρών της ΕΕ αποκαλύπτουν μια άβολη αλήθεια: δεν πρόκειται για τεχνικούς περιορισμούς, αλλά για την προτεραιοποίηση των κερδών από το φθηνότερο ρωσικό αργό έναντι της ευρωπαϊκής ασφάλειας και της αλληλεγγύης προς την Ουκρανία».
Μια ακόμη σημαντική πηγή εσόδων για τη Ρωσία ήταν η εκμετάλλευση της δυνατότητας να εξάγει πετρέλαιο σε χώρες που δεν της είχαν επιβάλει κυρώσεις, να επεξεργάζεται το ρωσικό πετρέλαιο στα διυλιστήρια αυτών των χωρών και εν συνεχεία να εξάγεται διυλισμένο σε χώρες της G7+. Το CREA επισημαίνει πως κατά το τρίτο έτος της εισβολής, οι χώρες της G7+ εισήγαγαν πετρελαϊκά προϊόντα αξίας 18 δισ. ευρώ από έξι διυλιστήρια στην Ινδία και την Τουρκία που επεξεργάζονται ρωσικό αργό πετρέλαιο. Εκτιμάται ότι πετρέλαιο αξίας 9 δισ. ευρώ από αυτές τις εισαγωγές είχε ως πρώτη ύλη ρωσικό αργό πετρέλαιο. Οι εισαγωγές προϊόντων διύλισης από διυλιστήρια που χρησιμοποιούν ρωσικό αργό απέφεραν στη Ρωσία εκτιμώμενα φορολογικά έσοδα 4 δισ. ευρώ κατά το τρίτο έτος της εισβολής της στην Ουκρανία.
Ως προς το ρωσικό LNG, τα κράτη-μέλη της ΕΕ εισήγαγαν LNG αξίας 7 δισ. ευρώ κατά το τρίτο έτος της εισβολής, σημειώνοντας αύξηση 9% σε όγκους σε ετήσια βάση. Η έλλειψη μιας ενιαίας πολιτικής εντός της ΕΕ απέναντι στο ρωσικό LNG έχει εμποδίσει μέχρι στιγμής την επιβολή μιας συλλογικής απαγόρευσης της εισαγωγής του. Ωστόσο, υπολογίζεται πως ακόμη και η θέση ενός ανώτατου ορίου τιμής στο ρωσικό LNG, στα 17 ευρώ ανά MWh, θα μείωνε τα ρωσικά έσοδα κατά 49%, δηλαδή κατά εκτιμώμενα 2,8 δισ. ευρώ ετησίως. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως, σε αντίθεση με το πετρέλαιο, οι χώρες της G7+ εξακολουθούν να διατηρούν σημαντική επιρροή στη μεταφορά του ρωσικού LNG, καθώς το 95% του διακινήθηκε σε δεξαμενόπλοια που ανήκουν ή είναι ασφαλισμένα από κράτη της G7+ το 2024.
Διαβάστε ακόμη