Στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος βρίσκονται οι ελληνικές υποδομές LNG, καθώς αποτελούν στρατηγικό σημείο για πολλούς παραγωγούς λόγω της γεωπολιτικής θέσης της χώρας και της δυνατότητας που προσφέρουν για πρόσβαση σε νέες, αναδυόμενες αγορές. Η Ελλάδα, αξιοποιώντας τη στρατηγική γεωγραφική της θέση ως σταυροδρόμι τριών ηπείρων, καθιερώνεται ως βασικός ενεργειακός κόμβος για την εισαγωγή και τη διαμετακόμιση LNG από τις αραβικές χώρες προς την Ευρώπη. Ο ΔΕΣΦΑ, αναγνωρίζοντας τη σημασία των υποδομών LNG, δίνει προτεραιότητα στην ανάπτυξη και ενίσχυσή τους. Παράλληλα, προωθεί ενεργά συνεργασίες με χώρες της Μέσης Ανατολής, στοχεύοντας στην αύξηση των εισαγωγών LNG από την περιοχή, ενισχύοντας τη διαφοροποίηση των πηγών και τη στρατηγική θέση της Ελλάδας στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη.
«Οι υποδομές LNG της Ελλάδας έχουν ήδη προσελκύσει σημαντικό ενδιαφέρον, με συμφωνίες διάθεσης χωρητικότητας που καλύπτουν τα επόμενα χρόνια, υποδεικνύοντας την αυξανόμενη ζήτηση για μεταφορά LNG μέσω της χώρας», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η Μαρία Ρίτα Γκάλι, Διευθύνουσα Σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ, στο πλαίσιο του 13ου Αραβο-Ελληνικού Οικονομικού Φόρουμ, χορηγός επικοινωνίας του οποίου ήταν το energygame.gr. Τα Μνημόνια Συνεργασίας (MoUs) που έχει υπογράψει ο ΔΕΣΦΑ με εθνικές εταιρείες φυσικού αερίου και αρμόδιες αρχές αραβικών χωρών δημιουργούν το πλαίσιο για τη διευκόλυνση της ροής LNG από την περιοχή προς την Ελλάδα, μέσω συνεργειών και σχεδιασμού κοινών έργων υποδομής. Στο Κουβέιτ, ο ΔΕΣΦΑ έχει παρουσία μέσω της λειτουργίας ενός από τους μεγαλύτερους σταθμούς εισαγωγής LNG στον κόσμο, που τέθηκε σε λειτουργία το 2021. Η εταιρεία απασχολεί 160 άτομα στο Κουβέιτ, αριθμός που αντιπροσωπεύει σχεδόν το 1/3 του ανθρώπινου δυναμικού της στην Ελλάδα. Η κα Γκάλι εξέφρασε υπερηφάνεια για την ασφαλή λειτουργία της μονάδας, σημειώνοντας ότι έχει συμπληρώσει 1,5 εκατομμύριο εργατοώρες χωρίς ατύχημα και έχει επιτύχει 100% διαθεσιμότητα.
Τα νούμερα είναι θετικά και αναφορικά με την τρέχουσα διαδικασία δημοπρασιών του ΔΕΣΦΑ για τη δέσμευση χρονοπαραθύρων (slots) εκφόρτωσης και δυναμικότητας αεριοποίησης στον Τερματικό Σταθμό LNG της Ρεβυθούσας η οποία προσέλκυσε το ενδιαφέρον της αγοράς. Σύμφωνα με ανακοίνωση του διαχειριστή, η υψηλή ζήτηση αποτυπώνεται στο γεγονός ότι, για την περίοδο 2025-2030, όλες οι διαθέσιμες θέσεις έχουν ήδη δεσμευθεί, με εξαίρεση τέσσερις. Στις δημοπρασίες του ΔΕΣΦΑ για την περίοδο 2025-2030 παρατηρήθηκε υψηλή δέσμευση slots για την εκφόρτωση LNG. Το 2025 δεσμεύθηκαν όλα τα 41 προσφερόμενα slots, αντιστοιχώντας σε 35 TWh. Το 2026 δεσμεύθηκαν 21 από τα 22 slots για την εκφόρτωση 35 TWh από συνολική προσφερόμενη ποσότητα 35,5 TWh. Το 2027 δεσμεύθηκαν όλα τα 44 slots με συνολική ποσότητα 36,5 TWh, ενώ το 2028 δεσμεύθηκαν επίσης όλα τα 44 slots για 35 TWh. Για το 2029 δεσμεύθηκαν τα 43 προσφερόμενα slots για 35,5 TWh, ενώ το 2030 δεσμεύθηκαν 40 slots με ποσότητα 33,5 TWh. Οι δημοπρασίες του ΔΕΣΦΑ, που καλύπτουν την περίοδο 2025-2039, αναμένεται να ολοκληρωθούν στα μέσα Φεβρουαρίου 2025.
Με δεδομένο ότι τα απαραίτητα έργα στο εγχώριο σύστημα βρίσκονται ήδη σε τροχιά υλοποίησης από τον ΔΕΣΦΑ, η Ελλάδα ενισχύει τις εξαγωγικές της δυνατότητες στον τομέα του φυσικού αερίου. Μέσω του επενδυτικού σχεδίου του ΔΕΣΦΑ ύψους 1,3 δισ. ευρώ, αναβαθμίζονται οι υποδομές LNG, αυξάνοντας τη χωρητικότητα και βελτιώνοντας τη διασυνδεσιμότητα με τις γειτονικές χώρες. Τα έργα αυτά στηρίζουν την πρωτοβουλία του Κάθετου Διαδρόμου, που επιτρέπει τη μεταφορά LNG σε χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης χωρίς πρόσβαση στη θάλασσα, όπως η Μολδαβία και η Ουκρανία. «Η Ελλάδα ενδυναμώνει τον ρόλο της ως ενεργειακός κόμβος και διασφαλίζει τη διαφοροποίηση πηγών και οδών προμήθειας, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής», τόνισε η CEO του ΔΕΣΦΑ.
Ο Κάθετος Διάδρομος Φυσικού Αερίου δεν αποτελεί πλέον μια θεωρητική πρωτοβουλία, αλλά μια πραγματικότητα που ήδη λειτουργεί και εξελίσσεται. Η χωρητικότητά του αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά μέσω έργων που βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης από τους Διαχειριστές Συστημάτων Μεταφοράς της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας, της Μολδαβίας και της Ουκρανίας. Τα έργα αυτά, με προγραμματισμένη ολοκλήρωση εντός των επόμενων 12 έως 18 μηνών, θα επιτρέψουν τη μεταφορά σημαντικών ποσοτήτων LNG από τον Τερματικό Σταθμό της Ρεβυθούσας και το FSRU της Αλεξανδρούπολης. Παράλληλα, θα ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια και θα προωθήσουν τη διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, καθιστώντας τον Διάδρομο θεμέλιο λίθο για την περιφερειακή ενεργειακή σταθερότητα. Η μεγάλη εικόνα δείχνει ότι η ολοκλήρωση των πλέον «ώριμων» έργων του Κάθετου Διαδρόμου θα ενισχύσει ουσιαστικά την εξαγωγική δυναμικότητα της Ελλάδας μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Αυτή η προοπτική, που ήδη αναγνωρίζεται από την αγορά, καταδεικνύει τον κρίσιμο ρόλο της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου, προσφέροντας αυξημένες δυνατότητες μεταφοράς φυσικού αερίου προς τη Νοτιοανατολική και Κεντρική Ευρώπη. Πρόκειται για μια στρατηγική εξέλιξη που ενισχύει όχι μόνο τη θέση της χώρας στην περιφερειακή ενεργειακή αγορά, αλλά και τη διαφοροποίηση και ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.
Νέα πεδία συνεργασίας το υδρογόνο και η αποθήκευση CO₂
Την ίδια ώρα νέα πεδία συνεργασίας αναζητεί ο ΔΕΣΦΑ, με το ενδιαφέρον του να στρέφεται στις χώρες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και του αραβικού κόσμου. Κεντρικό στοιχείο αυτής της στρατηγικής αποτελεί το υδρογόνο, με την Ελλάδα να διαθέτει μια μοναδική γεωγραφική θέση, καθώς βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, προσφέροντας δυνατότητες σύνδεσης της Μέσης Ανατολής με την Ευρώπη. Ωστόσο, η υλοποίηση αυτής της στρατηγικής απαιτεί σημαντικές επενδύσεις στις υποδομές, καθώς και τη διασφάλιση μεγάλων αγοραστών (off-takers) που θα δεσμευτούν για την αγορά υδρογόνου σε ανταγωνιστικές τιμές. Το διακύβευμα για τη βιωσιμότητα και την επιτυχία των σχετικών έργων είναι η ενίσχυση διμερών και πολυμερών συνεργασιών, όπως αυτών με τη Γερμανία και την Αίγυπτο, ενώ στον χάρτη ενδιαφέροντος του ΔΕΣΦΑ μπαίνει και το Κουβέιτ.
«Η χρήση υδρογόνου είναι κρίσιμη για την επίτευξη των στόχων απανθρακοποίησης. Η στρατηγική της χώρας επικεντρώνεται στην ανάπτυξη υποδομών που θα καταστήσουν την Ελλάδα κεντρικό παίκτη στον ευρωπαϊκό και διεθνή ενεργειακό χάρτη», τόνισε η Μαρία Ρίτα Γκάλι. Όπως και στην Ελλάδα, η ενεργειακή μετάβαση στις αραβικές χώρες αποκτά σημαντική δυναμική, καθώς πολλές χώρες της περιοχής προχωρούν σε ενέργειες για τη διαφοροποίηση των ενεργειακών τους χαρτοφυλακίων, ξεπερνώντας το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και ενσωματώνοντας ανανεώσιμες πηγές όπως η ηλιακή και η αιολική ενέργεια, καθώς και αναδυόμενες τεχνολογίες όπως το υδρογόνο. «Υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για το υδρογόνο ως μελλοντική ενεργειακή πηγή, με έργα πράσινου και μπλε υδρογόνου να αναπτύσσονται σε χώρες όπως το Ομάν, το Κατάρ και η Σαουδική Αραβία», τόνισε.
Παρά αυτές τις προόδους, παραμένουν προκλήσεις. Αυτές περιλαμβάνουν την ανάπτυξη της απαραίτητης υποδομής για τη διανομή ανανεώσιμης ενέργειας, τη διασφάλιση της αποθηκευτικής ικανότητας ενέργειας και την εξισορρόπηση των οικονομικών παραμέτρων λόγω της μακροχρόνιας εξάρτησης της περιοχής από τα έσοδα από το πετρέλαιο. Ωστόσο, μέσω ενός συνδυασμού πολιτικής υποστήριξης, διεθνών συνεργασιών και τεχνολογικών λύσεων, οι αραβικές χώρες σημειώνουν ουσιαστική πρόοδο στην καθιέρωσή τους ως βασικοί παίκτες στην παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση. Η συνεργασία με το Κουβέιτ και την Αίγυπτο αντικατοπτρίζει την προσπάθεια του ΔΕΣΦΑ να αξιοποιήσει τη γεωπολιτική του θέση και να προωθήσει την τεχνολογία CCS και τις εφαρμογές υδρογόνου, υποστηρίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη υποδομών φυσικού αερίου και ανανεώσιμων αερίων. Επιπλέον, η εστίαση στον ψηφιακό μετασχηματισμό και η διερεύνηση νέων αγορών ενισχύουν τη στρατηγική διαφοροποίησης και βιώσιμης ανάπτυξης της εταιρείας.
Ο ΔΕΣΦΑ έχει υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας με τις σημαντικότερες εταιρείες φυσικού αερίου της Αιγύπτου, την EGAS και την GASCO. Η συνεργασία αυτή επικεντρώνεται στην αξιολόγηση της αγοράς CCUS στην Ελλάδα, την Αίγυπτο και την ΕΕ, την ανταλλαγή τεχνογνωσίας, την εκτίμηση κόστους και προοπτικών αποθήκευσης CO₂ στην Αίγυπτο, καθώς και στον εντοπισμό πιθανών τομέων συνεργασίας. Παράλληλα, εξετάζονται εμπορικά μοντέλα, το κανονιστικό πλαίσιο και τα εμπόδια για την ανάπτυξη της αλυσίδας αξίας CCUS. Η Αίγυπτος διαθέτει σημαντικό δυναμικό για τέτοια έργα, τα οποία μπορούν να υποστηρίξουν τη βιομηχανική της ανάπτυξη και την ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η Μαρία Ρίτα Γκάλι η συνεργασία αυτή μπορεί να προωθήσει την τεχνολογία CCS για τη βιομηχανική παραγωγή και να ενισχύσει την ενεργειακή σχέση Ελλάδας-Αιγύπτου.
Διαβάστε ακόμη