Η Ελλάδα έχει την τελευταία δεκαετία μεταμορφώσει το ενεργειακό της μείγμα, υιοθετώντας λύσεις πράσινης μετάβασης, με τις ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά να παράγουν σχεδόν τα δύο τρίτα της ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας. Σύμφωνα με τους New York Times, όμως πνέει ούριος άνεμος και για τις επενδύσεις γύρω από το φυσικό αέριο, αφού η Ελλάδα πραγματοποιεί μία «στρατηγική στροφή» στα ορυκτά καύσιμα, όχι για εγχώρια κατανάλωση, αλλά για να τοποθετηθεί ως βασικός προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη.

Η μετατόπιση αυτή αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης παγκόσμιας τάσης όπου σημαντικές επενδύσεις διοχετεύονται σε υποδομές φυσικού αερίου. Σύμφωνα με το Global Energy Monitor, σχεδόν 1,5 τρισεκατομμύρια δολάρια θα επενδυθούν σε αγωγούς και τερματικούς σταθμούς παγκοσμίως, με το 20% αυτών των δαπανών στην Ευρώπη. Παρά την παγκόσμια ώθηση για μετάβαση μακριά από τα ορυκτά καύσιμα, το φυσικό αέριο προωθείται ως «καύσιμο μετάβασης» λόγω των καθαρότερων ιδιοτήτων καύσης του σε σύγκριση με τον άνθρακα και το πετρέλαιο και της αξιοπιστίας του έναντι ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως η αιολική και η ηλιακή.

Στην Ελλάδα, έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικές επενδύσεις σε νέους αγωγούς. Μάλιστα, στα μέσα Ιουνίου προσδιορίζεται τώρα η έναρξη της εμπορικής λειτουργίας του FSRU Αλεξανδρούπολης, όπως φέρεται να δήλωσε ο Κώστας Σιφναίος, Εκτελεστικός Διευθυντής της Gastrade που διαχειρίζεται την υποδομή, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης του ΔΕΣΦΑ για τον Κάθετο Διάδρομο που έλαβε χώρα την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα, σύμφωνα με το Montel. Το FSRU επρόκειτο αρχικά να ξεκινήσει να λειτουργεί στα τέλη Απριλίου, όμως κατά τη φάση της δοκιμαστικής λειτουργίας εντοπίστηκαν τεχνικά θέματα που έχρηζαν επίλυσης και κατέστησαν αναγκαία την επανεξέταση του χρονοδιαγράμματος. Το FSRU θα ανοίξει μια δεύτερη «πύλη» εισόδου LNG στην Ελλάδα και θα μπορεί να τροφοδοτεί τόσο την εγχώρια αγορά όσο και τις υπόλοιπες χώρες που συμμετέχουν στη πρωτοβουλία του Κάθετου Διαδρόμου που συνδέει την Ελλάδα με τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία. Πρόκειται δηλαδή για μια από τις υποδομές-κλειδί που υπηρετούν τον στρατηγικό στόχο της Ευρώπης για διαφοροποίηση των πηγών και οδεύσεων φυσικού αερίου και για απεξάρτηση από το ενεργειακό «άρμα» της Ρωσίας.

Η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου σημείωσε πρόσφατα σε εκδήλωση του ΔΕΣΦΑ ότι η Ελλάδα είναι ένας πυλώνας ενεργειακής σταθερότητας και ένα φυσικό σημείο εισόδου φυσικού αερίου με κατεύθυνση από το Νότο στο Βορρά. Στο πλαίσιο αυτό έχουν υλοποιηθεί σημαντικές επενδύσεις, όπως είναι ο Διασυνδετήριος Αγωγός Ελλάδας – Βουλγαρίας, το FSRU στην Αλεξανδρούπολη, ο σταθμός συμπίεσης φυσικού αερίου στην Κομοτηνή, καθώς και ο ζωτικής σημασίας τερματικός σταθμός LNG στη Ρεβυθούσα, έργα που αυξάνουν την εξαγωγική δυναμικότητα της χώρας.

Η νέα αυτή υποδομή -αναφέρουν οι NWT- αναμένεται να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια και στη γεωπολιτική στρατηγική για την απομόνωση της Ρωσίας μέσω της μείωσης της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αυξήσει σημαντικά τις εξαγωγές LNG προς την Ευρώπη, διπλασιάζοντας από τότε που ξεκίνησε η σύγκρουση στην Ουκρανία, και προωθούν ενεργά την Ελλάδα ως νέο κόμβο για τις αμερικανικές εξαγωγές φυσικού αερίου.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα αυτή η στρατηγική καθοδηγείται από αξιωματούχους όπως ο Τζέφρι Πάιατ, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ελλάδα και την Ουκρανία, ο οποίος τώρα ηγείται ενεργειακών πρωτοβουλιών στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ο Πάιατ και άλλοι έχουν πιέσει τα ευρωπαϊκά έθνη να αξιοποιήσουν τη νέα υποδομή της Ελλάδας, εξασφαλίζοντας μια αγορά για το αμερικανικό LNG.

Παρά τα οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη για την Ελλάδα, η εξάρτηση από το φυσικό αέριο εγείρει ανησυχίες. Οι περιβαλλοντολόγοι προειδοποιούν ότι αυτό θα μπορούσε να επιβραδύνει τη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη, περιοχές που ήδη υστερούν στην υιοθέτηση της πράσινης ενέργειας. Επιπλέον, υπάρχουν και οικονομικές ανησυχίες· Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η ζήτηση της Ευρώπης για ΥΦΑ θα κορυφωθεί φέτος και στη συνέχεια θα μειωθεί, αφήνοντας ενδεχομένως τις νέες υποδομές φυσικού αερίου αναξιοποίητες και οικονομικά μη βιώσιμες χωρίς σημαντικές δημόσιες επιδοτήσεις.

Ένα επίμαχο ζήτημα είναι η πρόταση για έναν δεύτερο πλωτό τερματικό σταθμό φυσικού αερίου στην Ελλάδα, η οποία έχει αντιμετωπίσει έντονη αντίθεση από περιβαλλοντικές ομάδες όπως το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF). Αυτές οι ομάδες υποστηρίζουν ότι οι συνεχιζόμενες επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα είναι αντιπαραγωγικές, ειδικά καθώς η Ελλάδα έχει αποδείξει την ικανότητα να λειτουργεί το ηλεκτρικό της δίκτυο εξ ολοκλήρου με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αν και για λίγο. Παρά την επιθυμία των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα ως κόμβο για να απομονώσουν οικονομικά τη Ρωσία, τουλάχιστον ένα μέρος του φυσικού αερίου που φτάνει στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας θα εξακολουθεί να είναι ρωσικό. Χώρες όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, που έχουν επικρατήσει στο γεωπολιτικό χάσμα μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, λένε ότι θα συνεχίσουν να αγοράζουν ρωσικό φυσικό αέριο ακόμη και μετά το κλείσιμο της διαδρομής του αγωγού μέσω της Ουκρανίας, αναφέρουν οι NWT.

Παρά τις αντιπαραθέσεις, η Ελλάδα προχωρά με τα έργα υποδομής φυσικού αερίου, τοποθετώντας τον εαυτό της ως κεντρικό παίκτη στον ενεργειακό εφοδιασμό της περιοχής. Αυτή η κίνηση έχει σημαντικές γεωπολιτικές επιπτώσεις, καθώς ευθυγραμμίζεται με τις προσπάθειες της Δύσης να μειώσει τη ρωσική επιρροή στις ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας. Ωστόσο, υπογραμμίζει επίσης τη σύνθετη ισορροπία μεταξύ οικονομικών συμφερόντων, ενεργειακής ασφάλειας και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας στην εν εξελίξει παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση.

Διαβάστε ακόμη