Ανοδικές τάσεις επικρατούν στις αγορές ενέργειας τις δύο τελευταίες εβδομάδες, καταδεικνύοντας ενδεχομένως ότι έχουμε δει τα χαμηλότερα επίπεδα, ειδικά σε ό,τι αφορά τις τιμές του φυσικού αερίου. Την Τετάρτη, η τιμή του TTF στην ευρωπαϊκή αγορά σκαρφάλωσε έως τα 28,575 ευρώ/θερμική μεγαβατώρα ή υψηλότερα κατά 23,9% περίπου από τα χαμηλά των 23,878 ευρώ της 23ης Φεβρουαρίου. Ανάλογη κίνηση παρατηρείται και στα δικαιώματα εκπομπών ρύπων, όπου χθες η τιμή ανήλθε έως τα 62,70 ευρώ/τόνος ή υψηλότερα κατά 20,1% περίπου από το χαμηλό της 23ης Φεβρουαρίου.

Η άνοδος των δύο τελευταίων εβδομάδων μπορεί να οφείλεται σε «τεχνικούς» παράγοντες ή τα παρόντα επίπεδα να αντανακλούν με μεγαλύτερη ακρίβεια την πραγματική εικόνα της αγοράς, καθώς η έντονη πτώση των τιμών του φυσικού αερίου μέχρι σχεδόν τα τέλη Φεβρουαρίου οφείλεται και στο γεγονός ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά έσπευσαν να κλείσουν ταχύτερα τα συμβόλαια αποθήκευσης φυσικού αερίου (storage contracts) που παραδοσιακά αγοράζουν στην έναρξη της λεγόμενης περιόδου θέρμανσης, στις αρχές Οκτωβρίου και κλείνουν αυτή την περίοδο του έτους.

Οι ήπιες για την εποχή καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες κράτησαν σε χαμηλά επίπεδα την κατανάλωση του καυσίμου, με αποτέλεσμα πολλοί traders να κινδυνεύσουν να μείνουν με συμβόλαια χωρίς αξία. Ενδεικτικά της χαμηλής ζήτησης είναι και τα υψηλά επίπεδα πλήρωσης των ευρωπαϊκών αποθηκών φυσικού αερίου, τα οποία ξεπερνούν το μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας.

Πέρα, όμως, από τους «τεχνικούς» παράγοντες, το κυριότερο ζήτημα που θα απασχολήσει τις διεθνείς αγορές ενέργειας -και κυρίως την ευρωπαϊκή-τους επόμενους μήνες είναι η πιθανή τιμολόγηση του «πολιτικού κινδύνου» που αφορά στην έκβαση των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ τον ερχόμενο Νοέμβριο.

Όπως επισημαίνουν έμπειροι αναλυτές, η ανησυχία δεν σχετίζεται με τα θεμελιώδη της αγοράς, δηλαδή την επαρκή προσφορά φυσικού αερίου, αλλά την ανησυχία που θα αρχίζει σταδιακά να αναδεικνύεται για το μέλλον της συνεργασίας ΗΠΑ – Ευρώπης στο (πολύ πιθανό με βάση τα σημερινά δεδομένα) ενδεχόμενο να επικρατήσει ο Ντόναλντ Τραμπ έναντι του Τζο Μπάιντεν στην εκλογική αναμέτρηση της 5ης Νοεμβρίου.

Αυτό που φοβούνται οι αναλυτές είναι μια πιθανή εργαλειοποίηση του φυσικού αερίου από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ίσως επιχειρήσει να αποσπάσει περισσότερα προνόμια για τα αμερικανικά προϊόντα, φέρνοντας πιο κοντά το φάσμα ενός νέου εμπορικού «πολέμου» ΗΠΑ – Ευρώπης. Η Ευρώπη απομακρύνθηκε από τη σχέση ασύμμετρης αλληλεξάρτησης που είχε με τη Ρωσία και πλέον είναι εξαρτημένη από το μεγαλύτεροι εμπορικό της ανταγωνιστή, γεγονός που την αφήνει εκτεθειμένη στους πολιτικούς χειρισμούς του εκάστοτε Αμερικανού Προέδρου.

Άλλωστε και επί της θητείας Μπάιντεν, η αμερικανική κυβέρνηση άρχισε να ορθώνει προστατευτικά τείχη. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η -κατ’ όνομα- Πράξη για τη Μείωση του Πληθωρισμού (Inflation Reduction Act – IRA), η οποία με τα γενναιόδωρα κίνητρα που προσφέρει και σε συνδυασμό με τις τέσσερις έως πέντε φορές φθηνότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου που υπάρχουν στις ΗΠΑ, έχει οδηγήσει -και- πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές βιομηχανίες να εγκαταλείπουν την Ευρώπη και να μεταφέρουν τμήμα της παραγωγικής τους δραστηριότητα σε αμερικανικό έδαφος,