Το ενδεχόμενο η απόφαση του Αμερικανού Προέδρου Τζο Μπάιντεν για την αναστολή των εκκρεμών εγκρίσεων για νέα έργα εξαγωγής LNG να ευνοήσει τη Μόσχα, αναδεικνύει σε σχόλιο του το Oxford Institute for Energy Studies. Η απόφαση Μπάιντεν είναι το αποτέλεσμα των ισχυρών πιέσεων που εκδηλώθηκαν από περιβαλλοντικές οργανώσεις και την αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος. Η παύση των εγκρίσεων που ανακοινώθηκε στις 26 Ιανουαρίου καταδεικνύει ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος υπέκυψε σε αυτές τις πιέσεις. Πρακτική συνέπεια αυτής της απόφασης ότι όλες οι αιτήσεις που εκκρεμούν δεν θα εγκριθούν μέχρι τουλάχιστον τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου ή το πιθανότερο μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων από τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο τον Ιανουάριο του 2025.
Projects με εκτιμώμενη δυναμικότητα εξαγωγών περί τα 50 εκατ. τόνους ετησίως, τα οποία ήταν πιθανό να υλοποιηθούν μέσα στην επόμενη πενταετία, είναι σε κίνδυνο να μην υλοποιηθούν αν η παύση των εγκρίσεων παραταθεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή καταστεί μόνιμη. Αν και εκτιμάται ότι αυτή δεν είναι η πιθανότερη εξέλιξη και πιθανώς οι εγκρίσεις να «ξεπαγώσουν» από το 2025, ωστόσο αυτό θα επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό την επάρκεια προσφοράς φυσικού αερίου στις διεθνείς αγορές. Σε αυτή την περίπτωση, άλλα projects θα σπεύσουν να κλείσουν το κενό στην προσφορά, με τη Ρωσία να είναι καλά τοποθετημένη ώστε να μπορεί να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία. Το Ινστιτούτο ολοκληρώνει το σχόλιο του, επισημαίνοντας ότι θα ήταν «απόλυτη ειρωνεία» αν οι δράσεις του Αμερικανού Προέδρου οδηγήσουν τελικά στην αύξηση των εξαγωγών ρωσικού αερίου (είτε μέσω αγωγών είτε σε υγροποιημένη μορφή – LNG) στην Ευρώπη και σε άλλες αγορές.