Σε μια εποχή συνεχών ενεργειακών προκλήσεων και γεωπολιτικών αναταραχών, η Ελλάδα διαμορφώνει μια στρατηγική που εδράζεται στη ρεαλιστική προσέγγιση της ενεργειακής μετάβασης. Όπως υπογράμμισε ο Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Τσάφος, κατά την τοποθέτησή του στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, η χώρα αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, επενδύοντας στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενισχύοντας τη διασυνδεσιμότητα με άλλες χώρες και προσεγγίζοντας τους υδρογονάνθρακες με μεθοδικό και πρακτικό τρόπο. Η ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας δεν εστιάζει μόνο στην πράσινη μετάβαση, αλλά και στην ασφάλεια, τη σταθερότητα και την ανταγωνιστικότητα του ενεργειακού κόστους — πάντα με γνώμονα τον ρόλο της χώρας ως πυλώνα συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.

Ειδικότερα, απαντώντας σε ερώτηση για τη σημασία της περιφερειακής συνεργασίας, ο  Νίκος Τσάφος, ξεκίνησε από την ενεργειακή ασφάλεια.  Ανέφερε ότι η Ελλάδα προσπαθεί να βασιστεί στα συγκριτικά της πλεονεκτήματα — πρώτα και κύρια στον ήλιο και στον άνεμο.  Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα διαθέτει μία από τις υψηλότερες διεισδύσεις ΑΠΕ τόσο στην Ευρώπη όσο και παγκοσμίως, ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον στον τομέα είναι πολλαπλάσιο από αυτό που έχει αναπτυχθεί μέχρι σήμερα. Χαρακτηριστικά ανέφερε πως η χώρα παρήγαγε τόση πολλή ενέργεια από ΑΠΕ, ώστε η χώρα έγινε για πρώτη φορά καθαρός εξαγωγέας ενέργειας από το 2000.

Ο κ. Τσάφος εστίασε στο γεγονός πως η ελληνική στρατηγική βασίζεται σε μια ρεαλιστική προσέγγιση της ενεργειακής μετάβασης. Μετά από παρότρυνση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για επιτάχυνση των διαδικασιών, παρατηρήθηκε αναζωπύρωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την εκδήλωση ενδιαφέροντος από την εταιρεία Chevron για έρευνες υδρογονανθράκων στην Ελλάδα. Αυτό, όπως σημείωσε, αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης σε πολιτικό, οικονομικό και γεωλογικό επίπεδο. «Οι εταιρείες δεν επενδύουν αν δεν πιστεύουν πως υπάρχει δυναμική» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Τόνισε επίσης πως η Ελλάδα και η Ευρώπη θα χρειαστούν φυσικό αέριο στο προσεχές διάστημα. Εφόσον μπορεί να παραχθεί εγχώρια, είναι λογικό να εξεταστεί η δυνατότητα αξιοποίησης των υδρογονανθράκων, πάντα μέσα από μια ρεαλιστική προσέγγιση.

Σε ό,τι αφορά την περιφερειακή συνεργασία, ο Υφυπουργός ανέλυσε τέσσερα επίπεδα:

  1. Η Ελλάδα είναι σημαντικός εξαγωγέας πετρελαϊκών προϊόντων. Εισάγει αργό πετρέλαιο, το διυλίζει και εξάγει τα προϊόντα, κυρίως σε χώρες της περιοχής.
  2. Η χώρα λειτουργεί ως ενεργειακός κόμβος, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού αερίου που εισέρχεται στην Ελλάδα εξάγεται εκ νέου, κυρίως προς Ιταλία και Βουλγαρία. Οι υποδομές — τόσο υφιστάμενες όσο και νέες — εξυπηρετούν περιφερειακές αγορές (π.χ. Ρεβυθούσα, FSRU Αλεξανδρούπολης).
  3. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις. Η Ελλάδα είναι ήδη διασυνδεδεμένη με Ιταλία, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Βουλγαρία και Τουρκία. Οι διασυνδέσεις αυτές είναι κρίσιμες για την εξισορρόπηση των ΑΠΕ: «Εξάγουμε όταν έχουμε πολύ άνεμο, εισάγουμε όταν δεν έχουμε», είπε χαρακτηριστικά.
  4. Τέλος, εκτίμησε ότι στο μέλλον θα υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις ηλεκτρικές διασυνδέσεις που θα συνδέουν τη Βόρεια Αφρική με τη Νότια Ευρώπη. Τόνισε τη σημασία της επέκτασης του εμπορίου σε προϊόντα όπως το υδρογόνο και το CO2, και τη σημασία της δέσμευσης άνθρακα..

Τσάφος: Προτεραιότητα να μειώσουμε το ενεργειακό κόστος

Στο ερώτημα για τους νέους μηχανισμούς τιμολόγησης και πώς επηρεάζουν τις προτεραιότητες της κυβέρνησης, ο κ. Τσάφος τόνισε ξεκάθαρα:

«Προτεραιότητα μας το πώς θα μειώσουμε το ενεργειακό κόστος για καταναλωτές και επιχειρήσεις».

Όπως εξήγησε, η κυβέρνηση εργάζεται σε πολλά επίπεδα, τόσο για να λειτουργήσει καλύτερα η αγορά, όσο και για να αντιμετωπιστούν αδυναμίες του ευρωπαϊκού πλαισίου. Η ενεργειακή μετάβαση, κατέληξε, είναι για την Ελλάδα όχι μόνο περιβαλλοντικός στόχος, αλλά και μέσο προστασίας από τις μεταβλητότητες στις τιμές και κρίσεις της διεθνούς αγοράς. Οι εγχώριοι ενεργειακοί πόροι είναι εργαλείο σταθερότητας και ασφάλειας για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Διαβάστε ακόμη