Με την έναρξη του 2025, το ενεργειακό τοπίο διαμορφώνεται από σημαντικές εξελίξεις, τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο. Οι τιμές του φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά συνεχίζουν να παρουσιάζουν πτωτικές τάσεις, διαψεύδοντας τους φόβους για ενδεχόμενες ανατιμήσεις που κυριάρχησαν τον Δεκέμβριο του 2024, όπως σχολιάζει ο Μιχάλης Μαθιουλάκης, Αναλυτής Ενεργειακής Στρατηγικής, Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ για θέματα ενέργειας, με ανάρτηση του στο facebook.
Ο δείκτης TTF, σημειώνοντας πτώση 10% από την αρχή του έτους, διαμορφώνεται στα 46 ευρώ/MWh. Η σταθεροποίηση αυτή οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως οι ήπιες καιρικές συνθήκες, τα αυξημένα αποθέματα στις αποθήκες αερίου και η μείωση της ζήτησης από τη βιομηχανία λόγω υψηλών τιμών κατά το 2024. Επιπλέον, η ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) στη συνολική ενεργειακή παραγωγή περιόρισε τη ζήτηση για φυσικό αέριο.
Η πτώση των τιμών δημιουργεί θετικές προοπτικές για τα ενεργειακά κόστη στην Ευρώπη και, κατ’ επέκταση, στην Ελλάδα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι τιμές εξακολουθούν να παραμένουν υψηλότερες από τα προ πανδημίας επίπεδα, γεγονός που επιβάλλει συνεχή εγρήγορση και προσεκτική διαχείριση, ιδιαίτερα από πλευράς καταναλωτών και επιχειρήσεων.
Η εικόνα στην Ελλάδα
Στη χώρα μας, όπως αναφέρει η σταθεροποίηση των τιμών φυσικού αερίου αντανακλάται άμεσα στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας. Κατά το τελευταίο δίμηνο του 2024, τα σταθερά (μπλε) τιμολόγια αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ανταγωνιστικά, συχνά προσφέροντας χαμηλότερες τιμές από τα ευέλικτα «πράσινα» και «κίτρινα» τιμολόγια. Η στρατηγική αυτή των παρόχων πιθανώς αντικατοπτρίζει την εκτίμηση για περαιτέρω πτώση των τιμών φυσικού αερίου την άνοιξη του 2025, καθώς τα σταθερά τιμολόγια διαμορφώνονται με βάση τις τρέχουσες υψηλότερες τιμές.
Για τους καταναλωτές, η περίοδος Φεβρουαρίου-Απριλίου ενδέχεται να αποτελέσει ευκαιρία για ένταξη σε σταθερά 12μηνα τιμολόγια, που προσφέρουν προστασία από ενδεχόμενες διακυμάνσεις στην αγορά. Ωστόσο, απαιτείται προσοχή στην επιλογή του κατάλληλου πακέτου, καθώς η δέσμευση σε υψηλές τιμές σε περίοδο πτωτικής τάσης μπορεί να οδηγήσει σε πρόσθετο κόστος μακροπρόθεσμα.
Οι έντονες βροχοπτώσεις των τελευταίων μηνών έφεραν σημαντική ανακούφιση στα υδροηλεκτρικά αποθέματα της χώρας. Μετά από μια δύσκολη χρονιά, όπου η μειωμένη διαθεσιμότητα υδάτινων πόρων συνέβαλε στην αύξηση των τιμών χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας, οι αποθήκες νερού παρουσιάζουν αύξηση 30% στη διαθέσιμη ισχύ σε σχέση με τις αρχές του χειμώνα. Η εξέλιξη αυτή όχι μόνο συμβάλλει στη σταθερότητα της αγοράς αλλά επιτρέπει επίσης την κάλυψη αιχμών ζήτησης με χαμηλότερο κόστος.
Η Ελλάδα καλείται να διατηρήσει τη δυναμική που έχει αναπτύξει στον ενεργειακό τομέα, επενδύοντας στην ενίσχυση της ενεργειακής της επάρκειας. Η διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος, η ενίσχυση των ΑΠΕ και η βελτίωση των τεχνολογιών αποθήκευσης ενέργειας παραμένουν κρίσιμα σημεία προτεραιότητας.
Η ενεργειακή στρατηγική της χώρας -όπως σχολιάζει στην ανάρτησή του- για το 2025 οφείλει να εστιάσει στην προσαρμογή στις διεθνείς εξελίξεις, αξιοποιώντας τη σταθεροποίηση των τιμών φυσικού αερίου ως ευκαιρία για περαιτέρω αναδιάρθρωση του κόστους ενέργειας, τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τη βιομηχανία. Το επόμενο διάστημα προδιαγράφεται κρίσιμο, με τις σωστές επιλογές να αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ενεργειακή ασφάλεια της Ελλάδας.
Διαβάστε ακόμη