Ένα μικρό «δώρο» στην τσέπη των οδηγών έκανε φέτος το Πάσχα η αγορά των καυσίμων, με τη βενζίνη να γράφει χαμηλότερες στροφές στην αντλία. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών του υπουργείου Ανάπτυξης (13/4), η μέση τιμή της αμόλυβδης 95 οκτανίων διαμορφώθηκε στα 1,744 ευρώ ανά λίτρο – περίπου 21 λεπτά φθηνότερη από την αντίστοιχη τιμή του περσινού Απριλίου (1,951 ευρώ/λίτρο). «Πρόκειται για πτώση της τάξης του 11%, η οποία έγινε αισθητή στον καταναλωτή», τονίζουν κύκλοι της αγοράς στο energygame.gr, εκτιμώντας πως η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.

Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, που μίλησαν στο energygame.gr, η αποκλιμάκωση των τιμών συνδέεται κυρίως με τη μείωση της διεθνούς ζήτησης. Οι ευρωπαϊκές και κινεζικές αγορές εμφανίζουν σημάδια κόπωσης, με τη σκιά της ύφεσης να βαραίνει τη βιομηχανική παραγωγή και να επιβραδύνει τις εμπορικές ροές. Το γεγονός αυτό έχει άμεσο αποτύπωμα στις διεθνείς τιμές πετρελαίου, μεταφραζόμενο τελικά σε χαμηλότερες τιμές στην αντλία.

To σκηνικό συμπληρώνει και η απόφαση των χωρών του ΟΠΕΚ+ να αυξήσουν από την 1η Απριλίου την ημερήσια παραγωγή πετρελαίου, την οποία είχαν περιορίσει τα προηγούμενα έτη για να συγκρατήσουν τις τιμές. Επίσης, το καρτέλ πετρελαίου αιφνιδίασε τις αγορές, καθώς προανήγγειλε για τον Μάιο αύξηση της παραγωγής κατά 411.000 βαρέλια την ημέρα — ποσότητα υπερτριπλάσια από την προηγούμενη πρόβλεψη.

Καύσιμα: Η παραβατικότητα στην εγχώρια αγορά μας χτυπά (ξανά) την πόρτα

Όμως, όσο κι αν η διεθνής συγκυρία διαμορφώνει -έστω και βραχυπρόθεσμα- ευνοϊκότερες συνθήκες για την τσέπη του καταναλωτή, η εγχώρια αγορά καυσίμων παραμένει «λαβωμένη» από χρόνιες παθογένειες. Γιατί μπορεί οι τιμές να πέφτουν όμως πίσω από τις αντλίες εξακολουθούν να κρύβονται πρακτικές που υπονομεύουν τον υγιή ανταγωνισμό και αφήνουν χώρο στην παραβατικότητα να γιγαντωθεί.

Η παραβατικότητα στην αγορά καυσίμων όχι μόνο δεν περιορίζεται, αλλά σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες εκτιμήσεις του ΣΕΕΠΕ, συνεχίζει να βαθαίνει. Από το 2011 έως το 2016, το ποσοστό των παραβατικών πρατηρίων στην Αττική αυξήθηκε αισθητά: από 4% το 2011 σε 15% το 2016, ενώ την ίδια χρονιά, στη Θεσσαλονίκη, το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώθηκε στο 11%. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τις μετρήσεις του ΕΜΠ, σε ετήσια βάση, με δείγμα 200 πρατηρίων για την Αττική και 70 για τη Θεσσαλονίκη το 2016.

Η τάση αυτή, δεν ανεκόπη, αφού σύμφωνα με εκτιμήσεις του κλάδου το 2025, η παραβατικότητα στην Αττική αγγίζει στο 29% και στη Θεσσαλονίκη στο 17%. Αν και οι ελλειμματικές παραδόσεις, δηλαδή η ποσότητα καυσίμου που «κλέβεται» από τον καταναλωτή μέσω πειραγμένων αντλιών, παρουσιάζουν μείωση – από 24% το 2023 σε 18% το 2025 – η συνολική εικόνα εξακολουθεί να προβληματίζει. Ο κ. Γιάννης Αληγιζάκης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος, μιλώντας στο Οικονομικό Forum των Δελφών συμπύκνωσε αυτή την εικόνα τονίζοντας πως οι ποσότητες που κλέβουν τα παραβατικά πρατήρια καυσίμων μειώνονται, αλλά τα πρατήρια που κλέβουν αυξάνονται. Εν πολλοίς, «κλέβουν λιγότερο, αλλά περισσότεροι».

Ποιοι ζημιώνονται

Ο καταναλωτής και το κράτος είναι οι βασικοί χαμένοι αυτής της διαβρωτικής πρακτικής, η οποία, σύμφωνα με τα στοιχεία, έχει πλέον παγιωθεί σε κρίσιμη μάζα της αγοράς. Για τον καταναλωτή, οι συνέπειες είναι άμεσες και απτές: λιγότερο καύσιμο απ’ ό,τι πληρώνει, μέσω ελλειμματικών παραδόσεων από «πειραγμένες» αντλίες, και υποβαθμισμένο προϊόν, καθώς η νοθεία με διαλύτες –οι οποίοι δεν υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ)– αλλοιώνει την ποιότητα και επιβαρύνει μηχανικά συστήματα. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο τεχνικό ή οικονομικό. Είναι βαθύτατα θεσμικό, καθώς υπονομεύεται η εμπιστοσύνη στη λειτουργία της αγοράς.

Η ζημία για το Δημόσιο είναι ακόμα πιο εκτεταμένη. Η παραβατικότητα απομυζά εκατομμύρια ευρώ από τα δημόσια ταμεία, με μη αποδοθέντες φόρους και τέλη να χάνονται καθημερινά. Οι μέθοδοι είναι πλέον καθιερωμένες: επανεισαγωγή καυσίμων που είχαν εξαχθεί χωρίς να καταβληθεί ο προβλεπόμενος ΕΦΚ, νοθευμένο προϊόν που διακινείται με τιμές κάτω του κόστους, ακόμη και διάθεση ναυτιλιακού πετρελαίου στην εσωτερική αγορά ως πετρέλαιο θέρμανσης ή κίνησης, παρακάμπτοντας κάθε φορολογική επιβάρυνση.

Στο πλαίσιο αυτό, η συζήτηση για τον ρόλο του πλαφόν στο περιθώριο κέρδους επανέρχεται με δραματική επικαιρότητα. Όπως αναλύεται από παράγοντες του ΣΕΕΠΕ, το πλαφόν –που σήμερα αγγίζει μόλις το 6% της τελικής τιμής του καυσίμου– δεν έχει πια καμία πρακτική επίδραση στην τιμή αντλίας, δεδομένου ότι οι διυλιστηριακές τιμές και οι φόροι καλύπτουν το υπόλοιπο 94%. Αντίθετα, το πλαφόν διατηρεί έναν τεχνητό περιορισμό στο μεικτό περιθώριο κέρδους των πρατηριούχων, την ώρα που τα λειτουργικά κόστη (μεταφορές, μισθοί, χρηματοοικονομικά έξοδα) έχουν αυξηθεί σημαντικά από το 2021, έτος αναφοράς του νόμου. Το αποτέλεσμα είναι σαφές: το μοντέλο γίνεται μη βιώσιμο για τους έντιμους παίκτες, οι οποίοι αδυνατούν να ανταπεξέλθουν και αποχωρούν από την αγορά, παραχωρώντας τον χώρο σε κυκλώματα με πολύ λιγότερες αναστολές.

Έτσι εξηγείται η εκρηκτική αύξηση της παραβατικότητας. Όπως περιγράφουν στελέχη του κλάδου, η αγορά των καυσίμων κατακερματίζεται, με περίπου 2.000 πρατήρια να έχουν κλείσει την τελευταία δεκαετία. Και καθώς οι έντιμοι πρατηριούχοι αδυνατούν να επιβιώσουν, τα κενά καλύπτονται από παραβατικά σχήματα, που εμφανίζονται πρόθυμα να λειτουργήσουν κάτω από το ραντάρ του νόμου, χρησιμοποιώντας διαλυτικά, εικονικές επανεισαγωγές και εξειδικευμένες τεχνικές εξαπάτησης.

Το μεγάλο στοίχημα για τον κλάδο είναι η ουσιαστική εφαρμογή του νόμου για τη «δέουσα επιμέλεια». Πρόκειται για μια νομοθετική τομή, την οποία ο ΣΕΕΠΕ στηρίζει σθεναρά, καθώς προβλέπει ότι πρατήρια που εντοπίζονται με παραβατικές πρακτικές κλείνουν για δύο χρόνια – όχι το ΑΦΜ της επιχείρησης, αλλά το ίδιο το σημείο λιανικής πώλησης. Αυτό σημαίνει ότι ο ιδιοκτήτης δεν μπορεί απλώς να μεταβιβάσει την άδεια ή να αλλάξει νομική μορφή και να συνεχίσει να λειτουργεί στην ίδια διεύθυνση.

Ωστόσο, παρά την καλή πρόθεση και τον αυστηρό χαρακτήρα του νόμου, η εφαρμογή του χωλαίνει. Όπως καταγγέλλουν επαγγελματίες του κλάδου, στο energygame.gr υπάρχουν περιπτώσεις πρατηρίων που πιάστηκαν να διαθέτουν καύσιμο νοθευμένο σε ποσοστό έως 85% (!), και εντούτοις επαναλειτούργησαν λίγες ημέρες αργότερα, λόγω καθυστερήσεων στα δικαστήρια και αναβολών στις ποινικές διαδικασίες. Το αποτέλεσμα είναι ένα νομοθετικό πλαίσιο «με δόντια, αλλά χωρίς δάγκωμα», που –αν δεν λειτουργήσει σωστά– δεν μπορεί να φέρει πραγματική κάθαρση στην αγορά.

Το 2025 βρίσκει λοιπόν την ελληνική αγορά καυσίμων σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Η σταθεροποίηση των τιμών λόγω διεθνών συγκυριών προσφέρει μια σπάνια ανάσα, αλλά τα θεμέλια παραμένουν ρηγματωμένα. Η άρση του πλαφόν και η καθολική, έμπρακτη εφαρμογή του νόμου της δέουσας επιμέλειας είναι θέματα επιβίωσης της έντιμης επιχειρηματικότητας, προστασίας του καταναλωτή και διασφάλισης των δημοσίων εσόδων. Και όσο αυτά μένουν μετέωρα, τόσο η αγορά θα κινείται στη γκρίζα ζώνη που διαστέλλει την παρανομία και διαβρώνει την εμπιστοσύνη, επισημαίνουν κύκλοι της αγοράς στο energygame.gr.

Διαβάστε ακόμη