Η φορολογία καυσίμων στην Ελλάδα αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τις τελικές τιμές στην αντλία, με την Ελλάδα να βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με τη μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση στην Ευρώπη, επισημαίνει ο Γιώργος Βερούλης, υπεύθυνος επικοινωνίας της ελίν, με ανάρτησή του στο LinkedIn. Ο κ. Βερούλης στην ανάρτησή του περιέγραψε την εικόνα της αγοράς καυσίμων στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει, οι φόροι (ΕΦΚ και ΦΠΑ) αποτελούν το 50%-60% της τελικής τιμής στα καύσιμα, ενώ το μικτό περιθώριο κέρδους (των εταιρειών εμπορίας, των πρατηρίων και των μεταφορέων) είναι 3%-9%.
Ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει τα καύσιμα είναι το πλαφόν που έχει επιβληθεί στο μικτό περιθώριο κέρδους, το οποίο ξεκίνησε ως έκτακτο το 2020, αλλά εξακολουθεί να ισχύει από τότε, «χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις αυξήσεις στο χρηματοοικονομικό, μισθολογικό και μεταφορικό κόστος», όπως αναφέρεται. Σύμφωνα με τον κ. Βερούλη, το πλαφόν αποστέρησε κάθε έννοια ανταγωνιστικότητας από την αγορά καυσίμων, στρέβλωσε τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, δημιούργησε χώρο για παραβατικότητα στα καύσιμα, ενώ περιόρισε και τις επενδύσεις.
Τι φανερώνει η μελέτη του ΙΟΒΕ για τα καύσιμα στην Ελλάδα
Παραθέτοντας στοιχεία από τη μελέτη του ΙΟΒΕ με τίτλο «Συγκεντρωτικά Στοιχεία και Αριθμοδείκτες του Κλάδου Εμπορίας Πετρελαιοειδών για το έτος 2023», φανερώνεται πως τα καθαρά κέρδη προ φόρων του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών μειώθηκαν κατά 59,1% το 2023, τα καθαρά κέρδη μετά φόρων υποχώρησαν κατά 63,1%, ενώ το περιθώριο καθαρού κέρδους προ φόρων ήταν μόλις 0,2% και για τις πωλήσεις εσωτερικού ήταν αρνητικό. Παράλληλα, τονίζεται πως αν αφαιρεθούν τα κέρδη από αεροπορικά καύσιμα και διεθνές εμπόριο, ο κλάδος κατέγραψε ζημιές -16,8 εκατ. ευρώ προ φόρων και -19,8 εκατ. ευρώ μετά φόρων.
Ο υπεύθυνος επικοινωνίας της ελίν κλείνει την ανάρτησή του στο LinkedIn λέγοντας: «Μήπως τελικά το πρόβλημα δεν είναι το «μικτό περιθώριο κέρδους» των εταιρειών, αλλά το πλαφόν, η υπερφορολόγηση και η παραβατικότητα;».
Διαβάστε ακόμη