Μέσα στον μήνα αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr, η επίσημη απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο αίτημα χρηματοδότησης που έχει υποβάλει η Energean στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Connecting Europe Facility (CEF) για τη χρηματοδότηση της δεύτερης φάσης ανάπτυξης του έργου αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO₂) στην περιοχή του Πρίνου.

Η Energean έχει ήδη εξασφαλίσει χρηματοδότηση ύψους 150 εκατομμυρίων ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την πρώτη φάση ανάπτυξης του έργου. Παράλληλα, έχει υποβάλει νέο αίτημα χρηματοδότησης – αντίστοιχου ύψους – για τη δεύτερη φάση, η οποία θα επιτρέψει την αύξηση της αποθηκευτικής ικανότητας από 1 εκατομμύριο τόνους CO₂ ετησίως σε 3 εκατομμύρια τόνους CO₂ ετησίως. Το συνολικό κόστος του έργου εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει ή και θα ξεπεράσει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ, με την πρώτη φάση να έχει προϋπολογιστεί στα 500 εκατομμύρια ευρώ.

Αρμόδιες πηγές επισημαίνουν ότι «η εξασφάλιση χρηματοδοτήσεων αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την υλοποίηση έργων σε αυτή την αναδυόμενη αγορά». Παρά ταύτα, ο ανταγωνισμός για τα διαθέσιμα κεφάλαια είναι ιδιαίτερα έντονος. Το αίτημα της Energean συγκαταλέγεται μεταξύ περισσότερων από 70 υποβληθέντων αιτημάτων, με συνολική αξία που προσεγγίζει τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ τα διαθέσιμα κονδύλια του ταμείου περιορίζονται σε 850 εκατομμύρια ευρώ. «Το χρηματοδοτικό κενό δημιουργεί μία αλυσιδωτή αντίδραση, η οποία οδηγεί σε υψηλότερες ταρίφες», αναφέρουν πηγές με γνώση του θέματος. Οι αυξημένες ταρίφες ενδέχεται να μην είναι οικονομικά βιώσιμες για τους emitters. «Η ενσωμάτωση της σχετικής διαδικασίας στην παραγωγική τους δραστηριότητα ενδέχεται να συνεπάγεται υψηλότερο κόστος σε σύγκριση με την απόφαση να μην την εφαρμόσουν».

Στο χρηματοδοτικό αδιέξοδο που συνοδεύει τα έργα δέσμευσης, αξιοποίησης και αποθήκευσης άνθρακα (CCUS) εστιάζει και η έκθεση “CCUS’s breakthrough year” της Wood Mackenzie, αναδεικνύοντας τις προκλήσεις που προκύπτουν από τις υψηλές κεφαλαιακές απαιτήσεις και την απουσία άμεσων εσόδων. Η χρηματοδότηση παραμένει ο μεγαλύτερος «σκόπελος» για την ανάπτυξη έργων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα έργα CCUS δεν αποτελούν άμεσες πηγές εσόδων, ενώ οι απαιτήσεις για υψηλές κεφαλαιακές επενδύσεις δημιουργούν σοβαρές προκλήσεις για την υλοποίησή τους.

Όπως σημειώνει η Wood Mackenzie σε αυτό το πλαίσιο, οι κυβερνήσεις καλούνται να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο, παρέχοντας τα κατάλληλα οικονομικά κίνητρα, όπως φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις και συμβόλαια διαφοράς, ώστε να υποστηριχθεί η ανάπτυξη αυτής της κρίσιμης τεχνολογίας. Στην Ευρώπη, η Σουηδία και η Δανία ηγούνται με καινοτόμα και γενναία χρηματοδοτικά προγράμματα, τα οποία έχουν στόχο να ενισχύσουν τη δημιουργία νέων έργων CCUS. Αντίστοιχα, στην Ασία, η Ιαπωνία, μέσω του κρατικού οργανισμού JOGMEC, έχει δεσμεύσει πόρους για την υποστήριξη εννέα «προηγμένων έργων CCS», καταδεικνύοντας τη δέσμευσή της να προωθήσει την τεχνολογία.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ανάπτυξη του CCUS ενισχύεται κυρίως από τον κλάδο πετρελαίου και φυσικού αερίου, με σημαντική υποστήριξη από τον φορολογικό μηχανισμό κινήτρων 45Q. Παρόλα αυτά, η αβεβαιότητα σχετικά με τη στάση της νέας πολιτικής ηγεσίας, ιδίως σε ζητήματα που αφορούν τις αδειοδοτήσεις και την παροχή νέων χρηματοδοτήσεων, δημιουργεί προβληματισμούς για τη μακροπρόθεσμη στήριξη των έργων.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι οικονομικές πιέσεις λόγω ευρύτερων δημοσιονομικών συνθηκών έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση τη δυνατότητα υποστήριξης νέων έργων CCUS που δεν περιλαμβάνονται στο υφιστάμενο πρόγραμμα ανάπτυξης clusters. Τέλος, στον Καναδά, η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά τη φορολογική πολιτική για τον άνθρακα, γεγονός που προσθέτει αβεβαιότητα στην πορεία της τεχνολογίας στη χώρα.

Τα μηνύματα είναι αμφίσημα. Παρά τις προκλήσεις η παγκόσμια λειτουργική ικανότητα CCUS αναμένεται να αυξηθεί από 94 εκατομμύρια τόνους ετησίως (Mtpa) σε 120 Mtpa έως το 2025, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση μέχρι σήμερα. Παράλληλα, η δρομολόγηση τελικών επενδυτικών αποφάσεων (FID) για περίπου 200 έργα μέσα στο 2025 υποδηλώνει την έντονη δραστηριότητα στον τομέα, με στόχο συνολική ικανότητα 500 Mtpa. Από αυτά, υπολογίζεται ότι περίπου 285 Mtpa είναι ρεαλιστικά και πιθανό να υλοποιηθούν, κάτι που αναδεικνύει το έτος ως πιθανό σημείο καμπής για την τεχνολογία.

Να σημειωθεί πως η Energean θέλει να τρέξει το έργο στον Πρίνο. Η εταιρεία έχει ήδη επιβεβαιώσει, μέσω μελετών, τη δυνατότητα αποθήκευσης 1 εκατομμυρίου τόνων CO₂ ετησίως, ποσότητα που αντιστοιχεί στην πρώτη φάση ανάπτυξης του έργου. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, αναμένονται σύντομα τα αποτελέσματα των μελετών που θα επιβεβαιώσουν τη δυναμικότητα αποθήκευσης 3 εκατομμυρίων τόνων CO₂ ετησίως, η οποία αφορά τη δεύτερη φάση του έργου.

Βασικός στόχος της Energean είναι η διενέργεια του market test, το οποίο θα αξιολογήσει το ενδιαφέρον των emitters. Σε αυτή τη διαδικασία αναμένεται να συμμετάσχουν οι περισσότερες από τις εταιρείες που έχουν ήδη υπογράψει Μνημόνια Κατανόησης (MoUs). Εφόσον επιβεβαιωθεί επαρκές ενδιαφέρον, όπως εκτιμάται, θα ακολουθήσει η λήψη της Τελικής Επενδυτικής Απόφασης (Final Investment Decision – FID) για το έργο. Παράλληλα, προβλέπεται η υπογραφή δεσμευτικών συμβολαίων με τους emitters, διαδικασία -που πηγές θέλουν να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους.

Διαβάστε ακόμη