Άκρως «σημαντική» χαρακτήρισε την απόκτηση της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή ο Διευθύνων Σύμβουλος Λειτουργιών (COO) της Masdar, Abdulaziz Alobaidli, επισημαίνοντας πως αυτή η εξαγορά θα αποτελέσει το όχημα για να επιτύχει ο όμιλος από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα τον στόχο που έχει θέσει: την επίτευξη 100 GW ανανεώσιμης δυναμικότητας μέχρι το 2030. Το «deal με άρωμα Ελλάδας», όταν ολοκληρωθεί, αναμένεται να αποτελέσει τη μεγαλύτερη ενεργειακή συναλλαγή στην ιστορία του Χρηματιστηρίου Αθηνών, σύμφωνα με τον Abdulaziz Alobaidli, ο οποίος μίλησε στο ελληνικό περίπτερο στο Μπακού, στο πλαίσιο της COP29.

«Η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή αποτελεί για εμάς εταιρεία στρατηγικής σημασίας, όχι μόνο για την τρέχουσα δυναμικότητά της, που φτάνει τα 1,2 γιγαβάτ κυρίως από αιολική ενέργεια -κατέχοντας έτσι το μεγαλύτερο μερίδιο της ελληνικής αγοράς στα χερσαία αιολικά πάρκα- αλλά και για το pipeline των 6 γιγαβάτ που διαθέτει,» ανέφερε. Αυτά τα μεγέθη αποτελούν εφαλτήριο επέκτασης για τη Masdar, η οποία, σύμφωνα με τον COO, σκοπεύει να αξιοποιήσει τη συνεργασία της με τη διοίκηση της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή για περαιτέρω ανάπτυξη. Ιδιαίτερα αναφορά έκανε η διοίκηση και στο ανθρώπινο δυναμικό που κερδίζει ο Όμιλος. «Για μένα, το πιο πολύτιμο στοιχείο αυτής της εξαγοράς είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο που αποκτά η Masdar», δήλωσε ο Abdulaziz Alobaidli. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε «η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, μέσα από τις επενδύσεις των τελευταίων δύο δεκαετιών, έχει αναπτύξει υψηλή εξειδίκευση και τεχνογνωσία, τις οποίες ανυπομονούμε να αξιοποιήσουμε, συνεργαζόμενοι στενά με τους ανθρώπους και τις δεξιότητες της ομάδας της». Η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή δεν θα αποτελέσει μόνο τη βάση μας στην Ελλάδα, αλλά και την γέφυρα της Masdar για ανάπτυξη στην ανατολική και νότια Ευρώπη.

Σημειώνεται πως μέχρι το τέλος του χρόνου θα έχει ολοκληρωθεί η πώληση του ποσοστού ομάδας μετόχων της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, που ελέγχουν γύρω στο 65%, όπως είχε δηλώσει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Γιώργος Περιστέρης, κατά τη διάρκεια Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης. Με την ολοκλήρωση της εξαγοράς του ποσοστού από την ομάδα μετόχων που περιλαμβάνονται στη συμφωνία, η Masdar, με βάση τη χρηματιστηριακή νομοθεσία, θα προχωρήσει σε υποχρεωτική δημόσια πρόταση προς τους υπόλοιπους μετόχους της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, στην τιμή των 20 ευρώ ανά μετοχή. Η συναλλαγή και η επακόλουθη προσφορά αντιστοιχούν σε συνολική αποτίμηση της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή στα 2,4 δισεκατομμύρια ευρώ και επιχειρηματική αξία 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη ενεργειακή συναλλαγή που έγινε ποτέ στο Χρηματιστήριο Αθηνών και μία από τις μεγαλύτερες στην ευρωπαϊκή αγορά Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Η συμφωνία «φέρνει σοβαρή ενίσχυση της ταμειακής θέσεως της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ κατά 850 εκατ. ευρώ και μείωση των ενοποιημένων δανειακών υποχρεώσεων κατά 1,1 δισ. ευρώ, γιατί θα σταματήσει η ενοποίηση της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή», όπως είχε δηλώσει ο κ. Περιστέρης.

Ο κολοσσός των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων ανέφερε πως η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή δεν θα αποτελέσει μόνο τη βάση στην Ελλάδα, αλλά και το «σημείο μηδέν» για περαιτέρω διεύρυνση και ανάπτυξη στην ανατολική και νότια Ευρώπη. Ο όμιλος φαίνεται πως ήδη χτενίζει την περιοχή αναζητώντας νέες επενδυτικές ευκαιρίες. Πριν λίγες ημέρες στο πλαίσιο της COP 29 υπεγράφη συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της κρατικής αλβανικής εταιρείας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (KESH) και της εταιρείας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (Masdar) για τη δημιουργία κοινοπραξίας με στόχο επενδύσεις στην Αλβανία.

O υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης ανέφερε πώς είναι σημαντικό να οικοδομηθεί «επενδυτική εμπιστοσύνη», μέσω της οποίας θα έρθουν εταιρείες αυτού του βεληνεκούς να επενδύσουν στην Ελλάδα. Η Masdar «διάβασε» την πρόοδο που έκανε η χώρα στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης. «Αυτό που επιδιώκουμε είναι να θεμελιώσουμε τη μελλοντική μας ανάπτυξη σε φθηνή, πράσινη ενέργεια, η οποία θα αποτελέσει τη βάση για την οικονομική πρόοδο και τη βιώσιμη εξέλιξη της χώρας. Αυτό είναι το όραμά μας για το αύριο».

Στην εξίσωση μπήκαν και τα data centers καθώς η Ελλάδα επιθυμεί να καταστεί η κόμβος ευρυζωνικότητας και ανάπτυξης ενός από τα μεγαλύτερα οικοσυστήματα κέντρων αποθήκευσης δεδομένων, ή αλλιώς data centers, σε ολόκληρη την περιοχή. Η Masdar βλέπει επίσης πολλές επενδυτικές ευκαιρίες στον εν λόγω πεδίο. «Θα έχουμε πλεόνασμα ποιοτικής, πράσινης ενέργειας, που αποτελεί ιδανικό σενάριο για τα data centers, τα οποία απαιτούν άφθονη πράσινη ενέργεια. Αυτή η ενέργεια θα είναι προσιτή και θα παρέχεται μέσω Συμφωνιών Αγοράς Ενέργειας (PPAs), διασφαλίζοντας έτσι σταθερότητα και ασφάλεια στις επενδύσεις», τόνισε ο υπουργός.

Ένα σημαντικό εμπόδιο για τα data centers είναι η πρόσβαση στη χωρητικότητα του δικτύου. Με σωστό προγραμματισμό, μπορούμε να εξασφαλίσουμε τη δικτυακή χωρητικότητα που χρειάζονται, ανέφερε ο υπουργός. Η αγορά θα πρέπει να έναν με δύο μήνες για την ολοκλήρωση του ενεργειακού χάρτη για τη χωροθέτηση των data centers. Απώτερος σκοπός είναι η χαρτογράφηση της ενεργειακής επάρκειας σε συγκερασμό με τα νέα επενδυτικά σχέδια, τα οποία στοχεύουν να καταστήσουν την Ελλάδα «τεχνολογικό σταυροδρόμι» και κέντρο διακίνησης δεδομένων, προσελκύοντας επενδύσεις δισεκατομμυρίων. Ο κ. Σκυλακάκης δήλωσε πως η Ελλάδα αναπτύσσει μια ισχυρή βιομηχανία υδροπονικών καλλιεργειών, η οποία μπορεί να συνεργαστεί με τα data centers, αξιοποιώντας την περίσσεια θερμότητα τους και προσφέροντας βιώσιμες λύσεις για αγροτική παραγωγή υψηλής ποιότητας.

Σύμφωνα με τη Masdar, η AI απαιτεί σημαντική ενέργεια, με εφαρμογές όπως το ChatGPT να καταναλώνουν έως και δέκα φορές περισσότερη ενέργεια από μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο. Αυτή η αυξημένη ζήτηση δημιουργεί ευκαιρίες για την παροχή ανανεώσιμης ενέργειας σε data centers, καθιστώντας τα πιο βιώσιμα και φιλικά προς το περιβάλλον. Ένα τυπικό data center καταναλώνει περίπου 100 μεγαβάτ ενέργειας, όμως ένα κέντρο δεδομένων που υποστηρίζει τεχνητή νοημοσύνη (AI) μπορεί να χρειαστεί μέχρι και 1000 μεγαβάτ, δηλαδή 1 γιγαβάτ. Αυτή η διαφορά προκύπτει από τις υψηλές απαιτήσεις επεξεργασίας και αποθήκευσης δεδομένων που απαιτεί η AI, οι οποίες αυξάνουν σημαντικά την κατανάλωση ενέργειας. Οι εταιρείες που εξετάζουν την επένδυση σε τέτοια κέντρα δεδομένων AI, τα οποία απαιτούν μεγάλα ποσά χρημάτων και πόρων, προτιμούν να στραφούν σε πράσινες λύσεις για την ενέργεια που θα χρησιμοποιούν, αντί να στηριχτούν σε ενέργεια από ορυκτά καύσιμα. Ένα πράσινο κέντρο δεδομένων AI, που τροφοδοτείται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δεν εξασφαλίζει μόνο περιβαλλοντική βιωσιμότητα αλλά προσφέρει και μακροπρόθεσμη σταθερότητα στο ενεργειακό κόστος.

Η πρόκληση, ωστόσο, έγκειται στην παροχή τόσο μεγάλων ποσοτήτων πράσινης ενέργειας για τη διατήρηση αυτών των ενεργοβόρων εγκαταστάσεων, προκειμένου να υποστηρίξουν τις αυξανόμενες ανάγκες της τεχνητής νοημοσύνης και των ψηφιακών υπηρεσιών του μέλλοντος. Πρόκειται για μια πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί προγραμματισμό, επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές και συστήματα αποθήκευσης ενέργειας για τη διασφάλιση σταθερής τροφοδοσίας. Η Masdar στοχεύει να προσφέρει λύσεις που θα εξασφαλίζουν ότι τα data centers, οι hyperscalers και οι επιχειρήσεις τεχνητής νοημοσύνης θα λειτουργούν με πράσινη ενέργεια, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος και στην προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης.

Διαβάστε ακόμη