Απέναντι σε ένα τριπλό ρίσκο εκτίθενται οι επενδυτές των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αφού η έκθεση στις τιμές της αγοράς, οι περικοπές ενέργειας και οι μηδενικές τιμές δημιουργούν νέα δεδομένα. Αυτό υποστήριξε ο Μιχάλης Βερροιόπουλος, Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης στην ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή μιλώντας στο 6ο Renewable & Storage Forum, σημειώνοντας πως οι απαραίτητες αλλαγές στην αγορά πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτά τα προβλήματα, δημιουργώντας ένα διαφανές μοντέλο που θα αποκαλύπτει το πραγματικό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, συμβάλλοντας αφενός στην εξορθολογισμένη διαμόρφωση των τιμών και αφετέρου στη μείωση του κόστους για τον τελικό καταναλωτή, ανέφερε.
Το διπλό πρόβλημα των περικοπών ενέργειας και των μηδενικών τιμών αξιολογείται αυτή τη στιγμή ως η μεγαλύτερη πρόκληση στην πορεία προς την ενεργειακή μετάβαση, από ένα μεγάλο μέρος της αγοράς των ΑΠΕ (επενδυτές, διαχειριστές δικτύων, τράπεζες). Η αδυναμία διασφάλισης ενός προβλέψιμου μεγέθους περικοπών δημιουργεί επενδυτική ανασφάλεια, χωρίς, ωστόσο, να φαίνεται πως αυτή η κατάσταση έχει (για την ώρα) μεγάλο αντίκτυπο στο επενδυτικό ενδιαφέρον, που παραμένει «ζεστό». Ορθολογικός τρόπος για την πλήρη αποφυγή του φαινομένου δεν υπάρχει, ιδίως όσο αυξάνονται τα επίπεδα διείσδυσης των ΑΠΕ. Οι ΑΠΕ αυξάνονται και μαζί οι παθογένειες που συνδέονται με την ευμετάβλητη παραγωγή τους, τη χωρητικότητα των δικτύων και τη σημαντική απόκλιση της προσφερόμενης ενέργειας από τη ζήτηση. Ωστόσο, όπως σημείωσε ο κ. Βερροιόπουλος η επίλυση (στον βαθμό που καθίστανται δυνατό) του προβλήματος των περικοπών και ο μετριασμός των επιπτώσεων του φαινομένου των μηδενικών τιμών είναι ζητήματα, που, αν δεν αντιμετωπιστούν, «μπορούν να τινάξουν στον αέρα» το επενδυτικό πρόγραμμα στις ΑΠΕ.
Σύμφωνα με ανάλυση του Green Tank, η καθαρή ενέργεια κάλυψε τους πρώτους εννέα μήνες του έτους περισσότερη από τη μισή ζήτηση (50.2%), ενώ το μερίδιό της στην ηλεκτροπαραγωγή ήταν ακόμα μεγαλύτερο 51.2%. Οι ΑΠΕ (κυρίως αιολικά και φωτοβολταϊκά) κυριάρχησαν στην κάλυψη της ζήτησης με μερίδιο 43.5%, ενώ τα μεγάλα υδροηλεκτρικά είχαν μερίδιο 6.7%. Το μερίδιο των ΑΠΕ θα ήταν ακόμα μεγαλύτερο αν δεν υπήρχαν περικοπές. Σύμφωνα με προβλέψεις του ΑΔΜΗΕ, οι υψηλότερες περικοπές για τον μήνα Σεπτέμβριο σημειώθηκαν στις 29 Σεπτεμβρίου με 17.6 GWh, μια ποσότητα που βέβαια ήταν αρκετά χαμηλότερη από το υψηλό περικοπών του έτους (41.7 GWh) που σημειώθηκε στις 28 Απριλίου. Η αποφυγή αυτών των περικοπών κατά τους πρώτους εννέα μήνες του έτους θα μπορούσε να περιορίσει ακόμα περισσότερο τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα ή τη χρήση ορυκτού αερίου, συνεισφέροντας έτσι στη μείωση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Με εκθετικό ρυθμό αυξάνονται το ίδιο διάστημα και οι μηδενικές τιμές ρεύματος. Το διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2024 η τιμή της μεγαβατώρας άγγιξε το μηδέν για 18 ώρες και κινήθηκε οριακά πάνω από το μηδέν για 155 ώρες, από 31 ώρες το αντίστοιχο διάστημα του 2023.
«Το υπαρξιακό θέμα για τις ΑΠΕ είναι η αμφισβήτηση της αξίας τους ως οικονομικά αποδοτικής λύσης. Οι επικριτές τους υποστηρίζουν ότι, παρά τη διείσδυση των ΑΠΕ, η ενέργεια παραμένει ακριβή για τους καταναλωτές, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τον πυλώνα που στηρίζει την ανάπτυξή τους: ότι προσφέρουν φθηνότερη ενέργεια από τις ρυπογόνες πηγές. Αν οι καταναλωτές δεν αντιληφθούν μειώσεις στο λογαριασμό τους, τότε αυτή η κριτική αποκτά βραχυπρόθεσμα ισχύ, υπονομεύοντας τη μακροπρόθεσμη στήριξη και ανάπτυξη των ΑΠΕ», ανέφερε. Εντούτοις, η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή απαντά διά στόματος Βερροιόπουλου πως η απάντηση σε όλα αυτά τα προβλήματα και τις επικρίσεις είναι ξεκάθαρη. «Επιμονή στην ανάπτυξη των ΑΠΕ και της αποθήκευσης, με ισορροπημένο τεχνολογικό μείγμα που περιλαμβάνει στήριξη της αιολικής ενέργειας τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα, ενίσχυση των μεγάλων αντλησιοταμιευτικών έργων με αδειοδοτικά, κανονιστικά και επενδυτικά κίνητρα και επιτάχυνση των απαραίτητων επενδύσεων στα δίκτυα», σχολίασε.
Το target model χρειάζεται αλλαγές
Τέλος, όσον αφορά στα νέα δεδομένα της αγοράς και τον τρόπο λειτουργίας του target model, υπογράμμισε ότι όταν έγινε το target model, η κατάσταση ήταν διαφορετική και δημιουργήθηκε σε άλλη ενεργειακή βάση (προδιαγραφόταν μια λελογισμένη μετάβαση σε ΑΠΕ, απομάκρυνση από τον λιγνίτη, φθηνό φυσικό αέριο από τη Ρωσία ως καύσιμο μετάβασης). «Οι αναγκαίες αλλαγές για την προώθηση της ενεργειακής μετάβασης στην Ευρώπη επικεντρώνονται, αφενός, σε τροποποιήσεις στον τρόπο λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (Target Model) και στον κανονισμό περί κρατικών ενισχύσεων, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Αφετέρου, οι αλλαγές στα μέσα αφορούν την περαιτέρω ενίσχυση των δικτύων και διασυνδέσεων, την προώθηση ευέλικτων μορφών παραγωγής από ΑΠΕ και αποθήκευσης, την καλύτερη διαχείριση της ζήτησης, την ενσωμάτωση της πυρηνικής ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα, και τη μελλοντική αξιοποίηση ανανεώσιμων καυσίμων και υδρογόνου», ανέφερε.
«Η εφαρμογή αυτών των αλλαγών, όπως συνηθίζεται στην Ε.Ε., προχωρά με αργούς και επίπονους ρυθμούς, κάτι που υπογραμμίστηκε από τις επιφυλάξεις που εκφράστηκαν και στην έκθεση Ντράγκι, με τις οποίες τα περισσότερα κράτη συμφωνούν. Ωστόσο, οι προσαρμογές αυτές είναι αναπόφευκτες και θα πραγματοποιηθούν είτε τώρα με χαμηλότερο κόστος είτε αργότερα με μεγαλύτερο. Στο μεσοδιάστημα, προκύπτει ως μείζον ζήτημα στην ευρωπαϊκή πολιτική ατζέντα το ερώτημα για το πώς η ενεργειακή μετάβαση θα επιτύχει να μειώσει το κόστος για τους καταναλωτές, ενώ παράλληλα θα εξηλεκτρίζει περισσότερους τομείς της οικονομίας», κατέληξε ο κ. Βερροιόπουλος.
Διαβάστε ακόμη