Το μήνυμα ότι η «εξόρυξη (ορυκτών πρώτων υλών) πρέπει να γίνεται στην Ευρώπη», εξέπεμψε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, Κωνσταντίνος Γιαζιτζόγλου, μιλώντας την Δευτέρα στην εκδήλωση «Προετοιμάζοντας το μέλλον» που διοργάνωσε ο ΣΜΕ, παρουσία της υφυπουργού Παιδείας, Ιωάννας Λυτρίβη και του προέδρου του ΔΣ του ΣΕΒ και προέδρου του ομίλου Τιτάν, Δημήτρη Παπαλεξόπουλου.
Ο κ. Γιαζιτζόγλου αναφέρθηκε αρχικά στον ευρωπαϊκό Κανονισμό για τις Κρίσιμες Ορυκτές Πρώτες Ύλες, που τέθηκε σε ισχύ την περασμένη Πέμπτη, τονίζοντας ότι είναι μικρό πρώτο βήμα, που όμως μοιάζει περισσότερο με ένα παυσίπονο παρά ως θεραπεία των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο εξορυκτικός κλάδος στην Ευρώπη. Πρόκειται, όπως ανέφερε, για την πρώτη πρωτοβουλία σε νομοθετικό επίπεδο εδώ και πολλά χρόνια.
Η εξορυκτική δραστηριότητα σε ευρωπαϊκό έδαφος, «άρα και στη χώρα μας», έχει το μικρότερο δυνατό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, σε σύγκριση με άλλες περιοχές του πλανήτη, σημείωσε ο κ. Γιαζιτζόγλου, υπογραμμίζοντας πως και γι’ αυτό το λόγο «η εξόρυξη πρέπει να γίνεται στην Ευρώπη». Ο πρόεδρος του ΣΜΕ σημείωσε πως διακρίνει μια ελαφριά μεταστροφή» στη στάση της κοινωνίας απέναντι στην εξορυκτική δραστηριότητα («κοινωνική άδεια») και κάλεσε τις επιχειρήσεις του κλάδου να «ανεβάσουν ταχύτητα» και να εμπλακούν σε ένα ειλικρινή διάλογο με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.
Αναφερόμενος ειδικότερα στην Ελλάδα, ο κ. Γιαζιτζόγλου είπε ότι υπάρχει ειλικρινής πολιτική βούληση, ενώ για πρώτη φορά από το 2012 έχει μπει στο τραπέζι η εθνική πολιτική για τις ορυκτές πρώτες ύλες.
Σε ό,τι αφορά τις εκτιμήσεις σε διεθνή κλίμακα για την αύξηση της ζήτησης ορυκτών πρώτων υλών, προκειμένου να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες της πράσινης μετάβασης, ο πρόεδρος του ΣΜΕ έκανε λόγο για ουτοπικά μεγέθη. «Οι αριθμοί ευημερούν σε βαθμό ανησυχητικό, κάθε νέα εξαγγελία για τολμηρά και μεγάλα βήματα προς την πράσινη μετάβαση εκτοξεύει την εκτίμηση της ζήτησης για πολλά από τα προϊόντα μας», είπε, κάνοντας λόγο για «ουτοπικούς αριθμούς».
Ο κ. Γιαζιτζόγλου επέκρινε τη στάση που ακολούθησαν οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες απέναντι στην εξορυκτική δραστηριότητα.
«Η Ευρώπη τα τελευταία 30 χρόνια έχει πολλαπλασιάσει άμεσα ή έμμεσα την κατανάλωση πρώτων υλών, αλλά έχει μειώσει την παραγωγή τους κατά το 1/3: «Ο λόγος είναι απλός. Κάπου αλλού αυτή η δουλειά μπορεί να γίνει φθηνότερα. Και μάλιστα το φθηνότερα δεν αφορά μόνο το κόστος σε ευρώ, αλλά και το πολιτικό κόστος, ό,τι και αν αυτό σημαίνει. Το μόνο κόστος που αυξάνεται όταν εισάγουμε αντί να παράγουμε είναι το περιβαλλοντικό. Εδώ όμως οι σοφοί ηγέτες μας ακολούθησαν τη στρατηγική της στρουθοκαμήλου: Δεν το βλέπεις άρα δεν υπάρχει» τόνισε.
Διαβάστε ακόμη