Τον Σεπτέμβριο του 2022 ξεκίνησε η ΕΥΑΘ να εξετάζει το ενδεχόμενο σύναψης μιας διμερούς σύμβασης προμήθειας πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας, σε μία προσπάθεια να μειώσει σε μόνιμη βάση το ενεργειακό της κόστος, το οποίο ανάλογα με την πορεία των τιμών της ενέργειας, ανέρχεται από 25% έως και 50% του συνολικού λειτουργικού της κόστους.
Υπενθυμίζεται ότι το 2022 και ειδικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, οι τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη είχαν εκτοξευτεί σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, βυθίζοντας στην αβεβαιότητα το σύνολο των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και επιχειρήσεων. Τον Αύγουστο η τιμή του φυσικού αερίου (TTF) είχε σκαρφαλώσει έως τα 350 ευρώ/θερμική μεγαβατώρα (ενώ τώρα κυμαίνεται στα 26 ευρώ) και όλες οι προβλέψεις «έβλεπαν» ακόμα υψηλότερα επίπεδα.
Σε αυτό το περιβάλλον και έχοντας προηγηθεί -τον Αύγουστο- η Υπουργική Απόφαση για την προτεραιότητα των έργων ΑΠΕ στη χορήγηση οριστικών Προσφορών Σύνδεσης (ΟΠΣ), η διοίκηση της ΕΥΑΘ ήρθε σε επαφή με την Deloitte σε εκδήλωση που είχε γίνει μαζί με το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο στη Θεσσαλονίκη πριν την Διεθνή Έκθεση. Με το ενεργειακό κόστος να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο και με «κλειδωμένα» τιμολόγια μέχρι και το τέλος του 2023, αποφασίστηκε να εξεταστεί το πως θα μπορούσε να εφαρμοστεί η δυνατότητα σύναψης του PPA.
Καθώς η ΕΥΑΘ ήταν η πρώτη εταιρεία από τον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα που θα προχωρούσε σε μία τέτοια σύμβαση, έγινε εκτενής συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο για το αντικείμενο που εμπίπτει στο Νόμο 4412 του 2016 περί Δημόσιων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών. Βασικό θέμα της συζήτησης ήταν η φύση της προμήθειας, καθώς πρόκειται για άυλη ενέργεια, όπως η εικονική φύση της παροχής.
Το ενδεχόμενη η όλη διαδικασία να γίνει εκτός N.4412 απορρίφθηκε εξαρχής από τη διοίκηση της εταιρείας και μάλιστα το Ελεγκτικό Συνέδριο, στο αρμόδιο τμήμα του, εξέφρασε τις ίδιες ανησυχίες, παραπέμποντας το θέμα προς εξέταση στην Ολομέλεια. Στη συνεδρίαση της Ολομέλειας παρέστη ο διευθύνων σύμβουλος Άνθιμος Αμανατίδης και ο πρόεδρος της εταιρείας, Άγις Παπαδόπουλος, με τον κ. Αμανατίδη να εξηγεί όλη τη διαδικασία και τη φύση της σύμβασης. Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου αποφάσισε να εγκρίνει τη σύμβαση, η οποία υπεγράφη χθες.
Η διαδικασία που επιλέχθηκε ήταν η διαπραγμάτευση με προηγούμενη δημοσίευση του διαγωνισμού, με βάση το άρθρο 266 του Ν. 4412/2016. Ο διαγωνισμός έγινε σε δύο φάσεις: Στην πρώτη φάση έγινε η πρόσκληση και έπειτα η αξιολόγηση και η επιλογή των φορέων, με τους όρους που ορίστηκαν στη Διακήρυξη και στη δεύτερη φάση πέρασαν του Διαγωνισμού, μόνον οι προεπιλεχθέντες από την πρώτη φάση υποψήφιοι, οι οποίοι υπέβαλαν δεσμευτική τεχνική και οικονομική προσφορά και κατέθεσαν εγγύηση συμμετοχής.
Για την επιλογή της εταιρείας, η διοίκηση της ΕΥΑΘ έβαλε σε προτεραιότητα έργα ΑΠΕ που είναι ήδη σε λειτουργία και στο πλαίσιο αυτό επιλέχθηκε και η συμφωνία με την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή που αφορά στο ένα τμήμα της, το αιολικό πάρκο από το project «Ταράτσα» στο Δήμο Θήβας, ισχύος 32,9 MW. Συνολικά, υπήρχαν τρεις κατηγορίες κριτηρίων, με τη ζητούμενη ποσότητα ενέργειας να καλύπτεται κατά σειρά προτεραιότητας από τις συγκεκριμένες κατηγορίες μέχρι της εξάντλησης της ποσότητας των 100 GWh. Από το αιολικό καλύφθηκαν 75 GWh και αφού δεν υπήρξε άλλες προσφορά για τις υπόλοιπες 25 GWh, επιλέχθηκε ένα φωτοβολταϊκό πάρκο που θα τεθεί σε λειτουργία σε δύο χρόνια και αποτελεί το δεύτερο τμήμα της συμφωνίας.
Το γεγονός ότι τελικά δεν υποβλήθηκαν άλλες προσφορές, οφείλεται κατά τη διοίκηση της ΕΥΑΘ, στο γεγονός ότι πολλές εταιρείες δεν ήταν έτοιμες, δεν ήθελαν να συμμετάσχουν σε μια διαγωνιστική διαδικασία και δεν πίστευαν ότι η ΕΥΑΘ θα μπορούσε τελικά να ολοκληρώσει επιτυχώς τη διαδικασία.
Η διμερής σύμβαση που υπέγραψε η ΕΥΑΘ με την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή είναι virtual/financial PPA, το οποίο δεν εμπεριέχει φυσική παράδοση ενέργειας και είναι καθαρά χρηματοοικονομική σύμβαση, κατά την οποία καταβάλλεται μια σταθερή τιμή για κάθε παραγόμενη μονάδα κατά τη διάρκεια της συμφωνίας. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα, συνήθως σε μηνιαία βάση, υπολογίζεται η διαφορά μεταξύ της χονδρεμπορικής τιμής αγοράς και της τιμής του PPA και ανάλογα εκκαθαρίζεται η διαφορά μεταξύ των μερών.
Ελλείψει διαθέσιμου χώρου, η διοίκηση της ΕΥΑΘ δεν προτίμησε το PPA φυσικής παράδοσης (physical PPA), όπου για να επιτευχθεί η απευθείας σύνδεση μεταξύ της παραγωγής και της κατανάλωσης, ο σταθμός ΑΠΕ θα πρέπει να βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από τη μονάδα κατανάλωσης Στην παρούσα φάση, η διοίκηση της εταιρείας δεν διαπραγματεύεται ένα νέο PPA. Αυτό το ενδεχόμενο θα το εξετάσει σε μεταγενέστερο χρόνο και εφόσον επεκτείνει τις δραστηριότητες της και έχει μεγαλύτερη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.