Η πυρηνική ενέργεια, ως τεχνολογία μηδενικών εκπομπών άνθρακα, εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις πιο αμφιλεγόμενες πηγές ενέργειας. Παρότι προσφέρει σημαντικά οφέλη, όπως η σταθερή παραγωγή και η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, εξακολουθούν να υφίστανται ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια, τη διαχείριση των ραδιενεργών αποβλήτων και το υψηλό κόστος κατασκευής, γεγονός που έχει επιβραδύνει τη διείσδυσή της σε νέες αγορές. Παρόλα αυτά, επιστρέφει δυναμικά στη διεθνή συζήτηση, με αιχμή του δόρατος τους μικρούς αρθρωτούς αντιδραστήρες (Small Modular Reactors – SMRs), οι οποίοι υπόσχονται να αλλάξουν τα δεδομένα της ενεργειακής βιομηχανίας.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι όσον αφορά την ενεργειακή της πολιτική. Με την ανάγκη για ενεργειακή ανεξαρτησία και τη δέσμευση για μείωση των εκπομπών άνθρακα, τα SMRs προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία. Η γεωγραφική ποικιλομορφία της χώρας, με απομακρυσμένες περιοχές και νησιά που αντιμετωπίζουν προκλήσεις στην ενεργειακή τροφοδοσία, καθιστά τα SMRs ιδανική λύση, σύμφωνα με τη Δρ. Μαρία Λυκίδη, Επικεφαλής της Μονάδας Συμμόρφωσης και Διαχείρισης Κινδύνου στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας και Ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ρυθμιστικών Ενεργειακών Θεμάτων, κατά την ομιλία της στο συνέδριο του Ελληνικού Ινστιτούτου Ενεργειακής Ρύθμισης. «Με τη σωστή στρατηγική και τη στήριξη διεθνών και εγχώριων φορέων, τα SMRs μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη για την αναγέννηση του ενεργειακού τομέα στη χώρα και να διαμορφώσουν τις βάσεις για μια βιώσιμη ανάπτυξη που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του 21ου αιώνα».
«Οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες (SMRs), με χωρητικότητα έως 300 MW ανά μονάδα και δυνατότητα ημερήσιας παραγωγής περίπου 7 εκατομμυρίων kWh, προσφέρουν μια ευέλικτη και αποδοτική λύση για την κάλυψη ενεργειακών αναγκών. Είναι ειδικά σχεδιασμένοι για περιοχές που μέχρι σήμερα ήταν απρόσιτες για την κατασκευή μεγάλων πυρηνικών σταθμών. Παράλληλα, οι SMRs μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη στην ενεργειακή μετάβαση, παρέχοντας καθαρή, αξιόπιστη και οικονομικά αποδοτική ενέργεια σε απομακρυσμένες ή υποδομηκά ανεπαρκείς περιοχές», υπογράμμισε η Δρ. Μαρία Λυκίδη.
Η τεχνολογία τους επιτρέπει την εγκατάσταση ακόμη και σε περιοχές με υψηλή σεισμική δραστηριότητα, χάρη στη δυνατότητα υπόγειας ή υποβρύχιας τοποθέτησης, προσφέροντας αυξημένη ασφάλεια και ανθεκτικότητα. Επιπλέον, η αντικατάσταση παλαιών μονάδων παραγωγής ενέργειας από άνθρακα ή πετρέλαιο με SMRs μπορεί να επιταχύνει τη μετάβαση σε καθαρή ενέργεια, συμβάλλοντας στη βιώσιμη ανάπτυξη και στη δίκαιη μετάβαση των τοπικών κοινωνιών σε ένα πράσινο ενεργειακό μέλλον. Ωστόσο, το υψηλό αρχικό κόστος της επένδυσης δημιουργεί κάποιους προβληματισμούς. Σύμφωνα με μελέτη για τους SMR στην Ελλάδα του καθηγητή στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) κ. Παντελή Μπίσκα, που είχε παρουσιάσει προσφάτως, στο 28ο Εθνικό Συνέδριο «Ενέργεια και Ανάπτυξη 2024» το επενδυτικό κόστος είναι εξαιρετικά υψηλό και κυμαίνεται από 1,9 έως 3,9 δισ. ευρώ, δηλαδή από 5.500 ευρώ έως 11.600 ευρώ ανά κιλοβάτ (kW).
Η Ελλάδα έχει αρχίσει να το «συζητά»
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας πριν λίγο καιρό σε δύο σημαντικές εκδηλώσεις – την εκδήλωση του Bloomberg και το GenAI Summit – αναφέρθηκε εκ νέου στη δυνατότητα εμπλοκής της Ελλάδας με την πυρηνική ενέργεια, βάζοντας τη χώρα μας στο «κάδρο» αυτής της τεχνολογίας. Παρόλο που, όπως επισήμανε, η Ελλάδα δεν έχει μέχρι σήμερα καμία υποδομή ή εμπειρία στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, τόνισε πως υπάρχει ενδιαφέρον για την παρακολούθηση και πιθανή αξιοποίηση αυτής της τεχνολογίας στο μέλλον. Να σημειωθεί πως ο πρωθυπουργός είχε βάλει στο τραπέζι της συζήτησης τα SMRs στο συνέδριο του Economist. Στο ίδιο μήκος κύματος, και πιο πρόσφατα ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας πρότεινε στις ελληνικές εταιρείες να εξετάσουν τη δυνατότητα συνεργασίας ή σύναψης συμφωνιών με πυρηνικές μονάδες σε γειτονικές χώρες. Όπως δήλωσε, «Οι βόρειοι γείτονές μας διαθέτουν πυρηνικούς σταθμούς, οι οποίοι θα ανανεωθούν, ενώ δεν έχουν το δικό μας δυναμικό στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Συνεπώς, η δική μας ενεργειακή στρατηγική περιλαμβάνει τη συμμετοχή των ελληνικών εταιρειών στα πυρηνικά των γειτόνων, από τα οποία εισάγουμε ενέργεια εδώ και 40 χρόνια – όπως από τον σταθμό του Κοζλοντούι – και την εξαγωγή ενέργειας εκεί όπου έχουμε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα». Η στρατηγική αυτή, όπως τόνισε ο υπουργός, συνδυάζει την παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων στα πυρηνικά, την ενίσχυση της συνεργασίας με τις γειτονικές χώρες και την αξιοποίηση του δυναμικού της Ελλάδας στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Με αυτό τον τρόπο, διασφαλίζεται η συμμετοχή της χώρας σε μια ενεργειακή μετάβαση που θα βασίζεται τόσο στη βιωσιμότητα όσο και στην ενεργειακή ασφάλεια.
Προκλήσεις
Τα Small Modular Reactors (SMRs) προσφέρουν μια σειρά από αξιοσημείωτα πλεονεκτήματα που τα καθιστούν πρωτοποριακή λύση στην ενεργειακή μετάβαση. Η ευελιξία στην εγκατάστασή τους, η χαμηλή εξάρτηση από μεγάλα ενεργειακά δίκτυα και τα προηγμένα παθητικά συστήματα ασφαλείας είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν. Το μικρό τους μέγεθος τα καθιστά ιδανικά για περιοχές με περιορισμένες ή ανύπαρκτες ενεργειακές υποδομές, ενώ η αρθρωτή κατασκευή τους επιτρέπει τη συναρμολόγηση σε εργοστάσια και τη μεταφορά τους στην τοποθεσία εγκατάστασης, μειώνοντας έτσι σημαντικά το κόστος και τον χρόνο κατασκευής. Ένα ακόμη κρίσιμο πλεονέκτημα των SMRs είναι η προσαρμοστικότητά τους σε πληθώρα εφαρμογών, από την παραγωγή ενέργειας έως την αφαλάτωση νερού και τη θέρμανση για βιομηχανικές χρήσεις. Αυτή η πολυλειτουργικότητα τα καθιστά πολύτιμα εργαλεία για τη διαμόρφωση ενός βιώσιμου ενεργειακού μέλλοντος. Ωστόσο, η ανάπτυξη των SMRs συνοδεύεται και από προκλήσεις που απαιτούν συστηματική αντιμετώπιση. Το υψηλό αρχικό κόστος επένδυσης παραμένει σημαντικό εμπόδιο, όπως και η διαχείριση των ραδιενεργών αποβλήτων, που εγείρει περιβαλλοντικές και τεχνολογικές ανησυχίες. Επιπλέον, η κοινωνική αποδοχή της πυρηνικής ενέργειας εξακολουθεί να αποτελεί ζήτημα, καθώς η τεχνολογία συνδέεται συχνά με την πιθανότητα ατυχημάτων και τη χρήση της για στρατιωτικούς σκοπούς.
Η αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων απαιτεί στρατηγικές λύσεις, όπως η ανάπτυξη αυστηρών ρυθμιστικών πλαισίων, η ενίσχυση της διαφάνειας και η καλύτερη ενημέρωση του κοινού για τα οφέλη και τις εγγυήσεις ασφαλείας που προσφέρουν τα SMRs. Με την κατάλληλη προσέγγιση, οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες μπορούν να αναδειχθούν σε καθοριστικό παράγοντα για την επιτυχή μετάβαση προς μια βιώσιμη, χαμηλών εκπομπών ενέργεια.
Η διεθνής εικόνα
Σε διεθνές επίπεδο, η υιοθέτηση των SMRs βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Ινδία έχουν θέσει σε λειτουργία τις πρώτες μονάδες, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς και η Νότια Κορέα βρίσκονται σε προχωρημένα στάδια έρευνας και ανάπτυξης. Στη Ρωσία, πλωτοί αντιδραστήρες SMRs παρέχουν ενέργεια σε απομακρυσμένες περιοχές, αποδεικνύοντας την ευελιξία αυτής της τεχνολογίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει τη δυναμική των SMRs στη μείωση των εκπομπών άνθρακα και την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία «Nuclear Harmonisation and Standardisation Initiative», που ξεκίνησε το 2022, επιδιώκει τη δημιουργία ενός ενιαίου κανονιστικού πλαισίου για την ασφαλή και αποδοτική ανάπτυξή τους. Η εναρμόνιση των προδιαγραφών και η ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας αποτελούν προϋποθέσεις για την ευρεία υιοθέτηση των SMRs.
Η Ευρώπη στρέφεται σταθερά προς την πυρηνική ενέργεια ως βασικό εργαλείο για την ενεργειακή της ανεξαρτησία και την επίτευξη των κλιματικών στόχων, με χώρες να επανεξετάζουν τις στρατηγικές τους σε ένα περιβάλλον αυξημένων ενεργειακών αναγκών και γεωπολιτικών πιέσεων. Στα Βαλκάνια, η Σερβία προχώρησε σε μία απόφαση-σταθμό, άροντας μετά από 35 χρόνια το μορατόριουμ για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών, μέσω τροποποιήσεων στον ενεργειακό της νόμο. Αυτή η κίνηση σηματοδοτεί την πρόθεσή της να απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα και να ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη ενεργειακή της ασφάλεια. Στη Δυτική Ευρώπη, η Γαλλία παραμένει ηγέτιδα δύναμη στην πυρηνική τεχνολογία, με την Electricité de France (EDF) να αναβαθμίζει τον στόχο για την πυρηνική παραγωγή φέτος στις 358-364 TWh, αξιοποιώντας βελτιώσεις στις διαδικασίες συντήρησης και επισκευών. Την ίδια στιγμή, η EDF βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για τη χρηματοδότηση του πυρηνικού σταθμού Hinkley Point C στη Βρετανία, ενώ αντιμετωπίζει αυξημένες πιέσεις λόγω των υψηλών κόστους και των μακροπρόθεσμων επενδυτικών αναγκών για νέους και παλαιότερους αντιδραστήρες. Η επαναφορά των πυρηνικών στο επίκεντρο του ενεργειακού σχεδιασμού αναδεικνύει τον ρόλο τους ως κρίσιμο μέσο για τη μετάβαση προς μια πιο πράσινη και ανθεκτική ενεργειακή οικονομία.