Σε κατάσταση πολιορκίας φαίνεται πως βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού κλυδωνίζεται από τις προκλήσεις της ενεργειακής κρίσης, του παγκόσμιου ανταγωνισμού και της αναγκαιότητας για απανθρακοποίηση της βιομηχανίας. Αντιμέτωπη με τις αυξανόμενες πιέσεις, η ΕΕ προσπαθεί να χαράξει μια νέα στρατηγική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της, με αιχμή του δόρατος τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης αλυσίδας αξίας, για μπαταρίες «made in Europe».

Στις 28 Νοεμβρίου 2024, στις Βρυξέλλες, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης συζήτησε εκτενώς το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, με την ηλεκτροκίνηση και τις μπαταρίες να βρίσκονται στο επίκεντρο των διαβουλεύσεων. Τα συμπεράσματα της Προεδρίας ανέδειξαν τη στρατηγική σημασία της δημιουργίας μιας ισχυρής, ολοκληρωμένης αλυσίδας αξίας για τις μπαταρίες, ως θεμέλιο για την επιτυχία της πράσινης μετάβασης. Από την εξόρυξη κρίσιμων πρώτων υλών, όπως το λίθιο και το κοβάλτιο, μέχρι την παραγωγή, την ανακύκλωση και την ενσωμάτωση καινοτόμων τεχνολογιών, ο στόχος είναι σαφής: η Ευρώπη να αναδειχθεί σε πρωτοπόρο της βιώσιμης ενέργειας. Το business as usual δεν αποτελεί πλέον επιλογή με τη Sunlight να προσπαθεί να βρεθεί στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων.

Η Ευρώπη παλεύει τώρα να σώσει την τιμή… των μπαταριών. Η Northvolt, η σουηδική εταιρεία-ορόσημο στην κατασκευή μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα (EVs), γνωστή και ως το «διαμάντι» της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, ανακοίνωσε πτώχευση στις 21 Νοεμβρίου, θέτοντας τέλος στις φιλοδοξίες της να αναδειχθεί σε πρωταθλήτρια της Ευρώπης στον τομέα της καθαρής ενέργειας. Παρά τη συγκέντρωση κεφαλαίων ύψους 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων από κυβερνήσεις και επενδυτές, η εταιρεία δεν κατάφερε να ξεπεράσει τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετώπιζε. Λίγο μετά την ανακοίνωση της πτώχευσης, ο διευθύνων σύμβουλός της, Peter Carlsson, υπέβαλε την παραίτησή του, σηματοδοτώντας μια δραματική αλλαγή στην πορεία της εταιρείας που κάποτε θεωρείτο σύμβολο της ευρωπαϊκής βιομηχανικής ανόρθωσης.

Όπως αναφέρει ο Economist, η παραγωγική ικανότητα της Northvolt ανερχόταν σε 16 γιγαβατώρες (GWh), καλύπτοντας λιγότερο από το 10% της συνολικής παραγωγής μπαταριών στην Ευρώπη. Ωστόσο, λειτουργικά προβλήματα περιόριζαν τη χρήση αυτής της ικανότητας σε ένα μικρό μόνο μέρος. Παρά τις προκλήσεις, οι προβλέψεις μέχρι το τέλος της δεκαετίας προέβλεπαν τετραπλασιασμό της παραγωγικής δυνατότητας της εταιρείας, συμβάλλοντας στη δραματική αύξηση της ευρωπαϊκής παραγωγής από 192 GWh σε 1.142 GWh, σύμφωνα με τη Benchmark Minerals Intelligence. Σήμερα, μετά τις πρόσφατες εξελίξεις, αυτές οι αισιόδοξες προβλέψεις ανήκουν αποκλειστικά στη σφαίρα της θεωρίας.

Τι εξετάζει η Sunlight

Η Sunlight Group, μέλος του διεθνούς Ομίλου Olympia Group, προσπαθεί να αναδειχθεί μέσα από αυτό το περιβάλλον, αφουγκραζόμενη τις ανάγκες της Ένωσης. Πρόσφατα ανακοίνωσε την εξαγορά του υπολοίπου 45% της γαλλικής θυγατρικής της, ενισχύοντας τη θέση της στη Γαλλία, τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά βιομηχανικών μπαταριών στην Ευρώπη, με ετήσια αξία άνω των 250 εκατομμυρίων ευρώ. Μέσω αυτής της στρατηγικής κίνησης, η εταιρεία ενισχύει την παρουσία της στην αγορά και θέτει τις βάσεις για περαιτέρω επέκταση της δραστηριότητάς της και αύξηση του μεριδίου της. Παράλληλα, η Sunlight Group προχωρά στην ανάπτυξη ενός gigafactory στη Δυτική Μακεδονία, με συνολικό ύψος επένδυσης που θα ξεπεράσει τα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Το εργοστάσιο, που θα παράγει μπαταρίες λιθίου, θα δημιουργήσει περισσότερες από 2.000 νέες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, δίνοντας σημαντική ώθηση στην τοπική οικονομία και ενισχύοντας τον στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας στον τομέα της αποθήκευσης ενέργειας.

Η επένδυση αυτή υποστηρίχθηκε πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς η Sunlight Group ήταν μία από τις 85 επιχειρήσεις που επιλέχθηκαν να λάβουν επιχορηγήσεις συνολικού ύψους 4,8 δισεκατομμυρίων ευρώ από το Innovation Fund. Για τη Sunlight, η επιδότηση εκτιμάται στα 250 εκατομμύρια ευρώ, αποδεικνύοντας την αξία και τη δυναμική του έργου. Με ναυαρχίδα το εργοστάσιο της Ξάνθης, όπου λειτουργούν οκτώ αυτόματες γραμμές παραγωγής, η Sunlight Group ενισχύει περαιτέρω την παρουσία της στην παγκόσμια αγορά μπαταριών, επενδύοντας σε καινοτομία και ανάπτυξη. Το νέο εργοστάσιο στην Κοζάνη αποτελεί το μεγαλύτερο και πιο φιλόδοξο έργο της εταιρείας, ενισχύοντας τη στρατηγική της για κυριαρχία στον τομέα των βιομηχανικών μπαταριών.

Οι στόχοι της ΕΕ

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προσέλκυση επενδύσεων και η ενίσχυση της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας βασίζονται σε μια ολοκληρωμένη στρατηγική που περιλαμβάνει τη μείωση της γραφειοκρατίας, τη διευκόλυνση των διαδικασιών αδειοδότησης και την απλούστευση των κανόνων χρηματοδότησης. Το υπάρχον ρυθμιστικό περιβάλλον στην Ευρώπη συχνά χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα, γεγονός που αποθαρρύνει τις επενδύσεις, ειδικά σε καινοτόμους τομείς, όπως η παραγωγή μπαταριών και οι καθαρές τεχνολογίες. Η Προεδρία τόνισε την ανάγκη απλοποίησης της νομοθεσίας και των διαδικασιών συμμόρφωσης, ώστε να μειωθούν οι διοικητικοί φραγμοί που επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις. Οι πιο διαφανείς και ταχύτερες διαδικασίες αδειοδότησης κρίνονται ζωτικής σημασίας για την προώθηση επενδύσεων και την ταχεία υλοποίηση βιομηχανικών έργων.

Παράλληλα, αναδείχθηκε η σημασία της δημιουργίας ενός ρυθμιστικού πλαισίου που ευνοεί την ανάπτυξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων και νεοφυών εταιρειών, με έμφαση στην αρχή «think small first». Η ευρωπαϊκή στρατηγική περιλαμβάνει τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση, τόσο μέσω δημόσιων όσο και ιδιωτικών κεφαλαίων. Η χρήση προγραμμάτων όπως το InvestEU και μηχανισμών διαμοιρασμού ρίσκου στοχεύει στη στήριξη των επιχειρήσεων σε όλα τα στάδια της ανάπτυξής τους, από την έρευνα έως την εμπορική εφαρμογή. Η μόχλευση κεφαλαίων θα συνοδευτεί από την ενίσχυση της κεφαλαιακής στήριξης για startups, επιτρέποντας την είσοδό τους στην αγορά και την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Η στρατηγική περιλαμβάνει επίσης την ενσωμάτωση ψηφιακών εργαλείων που θα επιταχύνουν τις διαδικασίες αδειοδότησης και θα μειώσουν το διοικητικό κόστος για τις επιχειρήσεις. Η χρήση αυτοματοποιημένων συστημάτων και ψηφιακών πλατφορμών θα διευκολύνει τη διεκπεραίωση αιτημάτων, συμβάλλοντας στην επιτάχυνση της υλοποίησης των επενδύσεων. Με αυτές τις παρεμβάσεις, η Ευρώπη στοχεύει να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον, που θα προσελκύσει κεφάλαια και θα ενισχύσει τη θέση της ως παγκόσμια ηγέτιδα στον τομέα της καινοτομίας, της ηλεκτροκίνησης και των καθαρών τεχνολογιών.

Το διεθνές τοπίο παραμένει θολό, παρά τις δεσμεύσεις. Οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές αυτοκινήτων, που αρχικά στήριζαν τους κατασκευαστές μπαταριών για να ενισχύσουν τα σχέδιά τους για ηλεκτρικά οχήματα (EVs), έχουν περιορίσει σημαντικά τις επενδύσεις και τις συνεργασίες τους, ανταποκρινόμενοι στη μειωμένη ζήτηση για EVs. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η PowerCo, θυγατρική της Volkswagen, η οποία ανέστειλε τα σχέδια επέκτασής της πέρυσι. Η συνολική εικόνα της αγοράς EV στην Ευρώπη είναι επίσης ανησυχητική: οι πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων μειώθηκαν κατά 5% τους πρώτους δέκα μήνες του 2024 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2023, ενώ στη Γερμανία σημειώθηκε δραματική πτώση 27%. Παράλληλα, το μερίδιο των EV στις συνολικές πωλήσεις αυτοκινήτων στην Ευρώπη μειώθηκε από 14% σε 13%, επισημαίνοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο τομέας στην προσπάθεια μετάβασης σε ένα πιο βιώσιμο μέλλον.

Λιγοστεύουν οι επιλογές της Ευρώπης

Καθώς οι ελπίδες για την ανάδειξη ενός εγχώριου πρωταθλητή στον τομέα των μπαταριών ξεθωριάζουν, η Ευρώπη στρέφεται αναγκαστικά σε ξένους κατασκευαστές. Η LG Energy Solution (LGES), μια νοτιοκορεατική εταιρεία, διαχειρίζεται τη μεγαλύτερη εγκατάσταση παραγωγής μπαταριών στην Ευρώπη, που βρίσκεται στην Πολωνία και αντιπροσωπεύει το ήμισυ της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγικής ικανότητας. Ακολουθούν η επίσης νοτιοκορεατική SK Innovation και η κινεζική CATL, ο μεγαλύτερος κατασκευαστής μπαταριών παγκοσμίως. Ωστόσο, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Economist, οι δύο νοτιοκορεατικές εταιρείες έχουν δείξει σημάδια επιβράδυνσης τους τελευταίους μήνες. Μείωσαν τους στόχους πωλήσεών τους και αναθεώρησαν τα σχέδια επέκτασής τους. Τον Οκτώβριο, η LGES ανακοίνωσε ότι εξετάζει τη μετατροπή των γραμμών παραγωγής για μπαταρίες EV σε γραμμές που παράγουν μπαταρίες μεγάλης κλίμακας, οι οποίες προορίζονται για χρήση στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας.

Αυτό αφήνει την Ευρώπη με δύο κύριες επιλογές: την CATL, που έχει θέσει ως προτεραιότητα την παγκόσμια επέκτασή της, ή τις εισαγωγές από την Κίνα, η οποία παράγει περίπου το 80% των μπαταριών ιόντων λιθίου παγκοσμίως. Και οι δύο επιλογές προκαλούν ανησυχία στους Ευρωπαίους πολιτικούς, καθώς υπονομεύουν τις προσπάθειες της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία και εγχώρια βιομηχανική ανάπτυξη.

Την ίδια στιγμή, οι Eυρωπαίοι ηγέτες ανησυχούν για την επάρκεια της ζήτησης στην αγορά ηλεκτροκίνησης και τις επιπτώσεις της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας από την Κίνα και τις ΗΠΑ. Η Προεδρία υπογράμμισε την ανάγκη για συνεκτική δράση, όχι μόνο σε επίπεδο Ε.Ε. αλλά και σε εθνικό επίπεδο, ώστε να εξασφαλιστεί ότι η μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση θα είναι κοινωνικά δίκαιη, οικονομικά βιώσιμη και τεχνολογικά πρωτοποριακή. Η έκθεση της McKinsey με τίτλο «Recharging economies: The EV battery manufacturing outlook for Europe» επισημαίνει ότι ο ευρωπαϊκός τομέας αυτοκινητοβιομηχανίας παραμένει θεμελιώδες μέρος της οικονομίας της περιοχής, με την ανάλυση να δείχνει ότι το 2023 συνεισέφερε περίπου 1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια σε Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ), αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 8% του συνολικού ΑΕΠ της Ευρώπης. Η Ευρώπη παράγει ετησίως περίπου 13 εκατομμύρια επιβατικά αυτοκίνητα, που αντιστοιχούν σε περισσότερο από ένα στα έξι οχήματα παγκοσμίως, ενώ εξάγει περίπου τέσσερα εκατομμύρια από αυτά.

Τα τρία σενάρια της McKinsey

Ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας απασχολεί άμεσα περίπου 5,5 εκατομμύρια εργαζόμενους κατά μήκος της αλυσίδας αξίας, καλύπτοντας περίπου το 12% του συνόλου των θέσεων εργασίας στη μεταποίηση στην Ε.Ε. Εκτός από την απασχόληση, ο τομέας αποτελεί κινητήριο μοχλό για την καινοτομία, επενδύοντας ετησίως 64 δισεκατομμύρια δολάρια σε Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α), ποσό που αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 30% των συνολικών δαπανών Ε&Α της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2023, οι πωλήσεις αυτοκινήτων στην Ευρώπη ανήλθαν σε 12 εκατομμύρια, με τα ηλεκτρικά οχήματα μπαταρίας (BEV) να κατέχουν μερίδιο 16% της αγοράς. Παρ’ όλα αυτά, από τα 294 εκατομμύρια ταξινομημένα οχήματα στην περιοχή, τα BEV αποτελούν μόλις το 2% του συνολικού στόλου, αναδεικνύοντας την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης της διείσδυσης της ηλεκτροκίνησης στην αγορά.

H έκθεση επισημαίνει πως οι μπαταρίες αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της μετάβασης στην ηλεκτροκίνηση, με την παραγωγή τους να παίζει καταλυτικό ρόλο στη διατήρηση της οικονομικής ισχύος του κλάδου. Χωρίς την κατάλληλη στρατηγική και επενδύσεις, η Ευρώπη κινδυνεύει να χάσει την ηγετική της θέση στην αυτοκινητοβιομηχανία και να μειώσει την ανταγωνιστικότητά της έναντι άλλων παγκόσμιων αγορών, όπως η Ασία. Αντίθετα, με την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού της, η Ευρώπη μπορεί να διατηρήσει τη θέση της ως ηγέτης στην παγκόσμια αγορά ηλεκτροκίνησης και να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του κλάδου για τις επόμενες δεκαετίες.

Μάλιστα, η McKinsey βλέπει τρία σενάρια:

Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, η συνολική προστιθέμενη αξία της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας μειώνεται δραματικά στα 721 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας πτώση κατά 36% σε σχέση με το 2023. Οι μπαταρίες, λόγω της έλλειψης στρατηγικών επενδύσεων, συνεισφέρουν ένα πολύ μικρό ποσοστό στη συνολική αξία. Η Ευρώπη παραμένει εξαρτημένη από εισαγόμενες τεχνολογίες και πρώτες ύλες, χάνοντας την ανταγωνιστικότητά της έναντι άλλων περιοχών, όπως η Ασία. Το σενάριο αυτό αντικατοπτρίζει την αδυναμία ανάπτυξης μιας ολοκληρωμένης αλυσίδας αξίας για μπαταρίες και επιβραδύνει τη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση.

Στο δεύτερο σενάριο, η συνολική προστιθέμενη αξία ανέρχεται σε 1,005 δισεκατομμύρια δολάρια, καταγράφοντας μείωση μόλις 11% σε σχέση με το 2023. Οι μπαταρίες αποκτούν σημαντικότερο ρόλο στην αλυσίδα αξίας, χάρη στις στρατηγικές επενδύσεις και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής παραγωγής. Η ανάπτυξη εργοστασίων παραγωγής μπαταριών και η υιοθέτηση τεχνολογιών αιχμής μειώνουν την εξάρτηση από εισαγωγές και ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας αυτοκινητοβιομηχανίας. Αυτό το σενάριο δείχνει ότι με επαρκή σχεδιασμό, η Ευρώπη μπορεί να περιορίσει σημαντικά τις απώλειες στον κλάδο και να ενισχύσει τη θέση της στην παγκόσμια αγορά ηλεκτροκίνησης.

Τέλος, στο τρίτο σενάριο, το πιο αισιόδοξο, η συνολική προστιθέμενη αξία παραμένει σχεδόν σταθερή στα 1,128 δισεκατομμύρια δολάρια, προσεγγίζοντας τα επίπεδα του 2023. Οι μπαταρίες διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο, φτάνοντας στο μέγιστο δυναμικό τους και συμβάλλοντας σημαντικά στην αλυσίδα αξίας. Η Ευρώπη επιτυγχάνει πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων της μέσω εκτεταμένων επενδύσεων στην παραγωγή μπαταριών, την ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογιών και τη δημιουργία βιώσιμων υποδομών ανακύκλωσης. Το σενάριο αυτό αντικατοπτρίζει μια αυτάρκη και ισχυρή ευρωπαϊκή βιομηχανία, που όχι μόνο μειώνει την εξάρτηση από τρίτες χώρες, αλλά ενισχύει τη βιωσιμότητα και τη στρατηγική αυτονομία της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Οι ηγέτες της ΕΕ θέλουν να ενταθούν οι επενδύσεις σε τεχνολογίες αιχμής, όπως οι μπαταρίες στερεάς κατάστασης (solid-state batteries), οι οποίες προσφέρουν μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση και ασφάλεια. Οι επενδύσεις αυτές θα υποστηριχθούν από ιδιωτικά και δημόσια κεφάλαια, με στόχο την επιτάχυνση της εμπορικής εφαρμογής νέων τεχνολογιών. Το κύριο επιχείρημα ωστόσο υπέρ της εξέλιξης των μπαταριών στερεού τύπου δεν είναι η μεγαλύτερη ασφάλεια που είναι δεδομένη λόγω της αντικατάστασης των εξαιρετικά εύφλεκτων ηλεκτρολυτών με ξηρά στοιχεία, όπως τα πολυμερή και τα κεραμικά, αλλά η αυξημένη ενεργειακή τους πυκνότητα καθώς και η μεγαλύτερη αντοχή τους στον χρόνο.

Σύμφωνα με την πρόβλεψη του Bloomberg, μέχρι το 2035, οι καινοτόμες μπαταρίες με ανόδους από μέταλλο λιθίου θα μπορούσαν να καλύπτουν το 20–30% της παγκόσμιας αγοράς μπαταριών. Τα πρώτα προϊόντα που θα ενσωματώνουν αυτήν την τεχνολογία —όπως οχήματα, ηλεκτρονικές συσκευές και στρατιωτικός εξοπλισμός— ενδέχεται να εμφανιστούν στην αγορά ήδη τους επόμενους 24 έως 36 μήνες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν την πολυτέλεια να μείνουν πίσω σε αυτή την εξέλιξη, καθώς τα διακυβεύματα είναι εξαιρετικά υψηλά. Η Κίνα, από την πλευρά της, αναγνωρίζει επίσης τον κίνδυνο που διατρέχει αν δεν καταφέρει να ηγηθεί σε αυτή τη νέα τεχνολογική αλλαγή. Σύμφωνα με την Benchmark Mineral Intelligence, καθώς οι μπαταρίες επόμενης γενιάς εισέρχονται στην εμπορική αγορά, η Κίνα αναμένεται να έχει μόνο μειοψηφικό μερίδιο στην παραγωγή τους έως το 2030. Όπως σημειώνεται, «Η Κίνα βλέπει τις στερεάς μορφής μπαταρίες ως απειλή για τον έλεγχο που ασκεί σήμερα στη βιομηχανία μπαταριών ιόντων λιθίου».

Διαβάστε ακόμη