Η κρίση ρευστότητας που αντιμετωπίζει η σουηδική κατασκευάστρια μπαταριών Northvolt ρίχνει βαριά σκιά στις φιλοδοξίες της Ευρώπης για μια αυτοδύναμη πράσινη οικονομία, ενώ σβήνει το ευρωπαϊκό αφήγημα μεγάλων επενδύσεων στον τομέα των μπαταριών, με σκοπό να αναχαιτιστεί η κυριαρχία της Κίνας. Στον απόηχο των σοβαρών προβλημάτων της Northvolt, η ευρωπαϊκή βιομηχανία μπαταριών καλείται να επαναπροσδιορίσει τις στρατηγικές της. Οι εν λόγω εξελίξεις επηρεάζουν και τους σχεδιασμούς του ομίλου Sunlight, ο οποίος φιλοδοξεί να αναπτύξει ένα gigafactory ύψους 1,2 δισ. ευρώ στη Δυτική Μακεδονία για την παραγωγή μπαταριών λιθίου. Πριν από λίγες ημέρες μάλιστα η ελληνική εταιρεία ήταν μεταξύ των 85 επιχειρήσεων που επέλεξε η Κομισιόν για να λάβουν επιχορηγήσεις ύψους 4,8 δισ. ευρώ από το Innovation Fund.
Η επιδότηση, που κατά πληροφορίες προσεγγίζει τα 250 εκατ. ευρώ, για τη Sunlight ήρθε εν μέσω πρωτόγνωρων κλυδωνισμών στη διεθνή αγορά. Η Sunlight Group, μέλος του διεθνούς ομίλου Olympia Group, υπό τη διοίκηση του CEO Λάμπρου Μπίσαλα διαθέτει παραγωγικές εγκαταστάσεις στην Ευρώπη με ναυαρχίδα το εργοστάσιο της Ξάνθης στο οποίο λειτουργούν οκτώ αυτόματες γραμμές παραγωγής για στοιχεία και μπαταρίες. Το εργοστάσιο μπαταριών λιθίου που σχεδιάζεται στην Κοζάνη αφορά μία επένδυση, η οποία θα φτάσει πάνω από ένα δισ. ευρώ και θα δημιουργήσει 2.000 νέες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, δίνοντας άλλη πνοή στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας.
Μια πρόσφατη έκθεση του BloombergNEF έδειξε ότι η αγορά διαθέτει υπερβάλλουσα παραγωγική ικανότητα σε επίπεδο κατασκευής μπαταριών. Μέχρι το 2025, το BNEF εκτιμά ότι η παγκόσμια παραγωγική ικανότητα θα φτάσει τις 7,9 τεραβατώρες, ενώ η προβλεπόμενη ζήτηση θα είναι μόλις 1,6 TWh. Το 2023, η συνολική ζήτηση ανήλθε σε 950 γιγαβατώρες, η οποία θα μπορούσε να καλυφθεί εξ ολοκλήρου από την παραγωγή μπαταριών της Κίνας.
Η επιβράδυνση της ζήτησης, το υψηλό κόστος και οι τεχνικές δυσκολίες, σε συνδυασμό με την ταχύτατη επέκταση της κινεζικής παραγωγής τα τελευταία χρόνια, έχουν καταστήσει την εν λόγω αγορά μια ανυπέρβλητη πρόκληση για τις δυτικές εταιρείες. Το «διαμάντι» της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, Northvolt, ιδρύθηκε το 2017 από δύο πρώην στελέχη της Tesla και με υποστηρικτές όπως η Volkswagen, η Goldman Sachs και η Siemens, αναπτύχθηκε γρήγορα με στόχο να γίνει η «πρωταθλήτρια μπαταριών» της Ευρώπης, με το εργατικό δυναμικό της να φτάνει φέτος τους 7.000 υπαλλήλους. Πλέον κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια «ιστορία ύβρεως», συμβολίζοντας την αποτυχία των «27» να ανταγωνιστούν τους πανίσχυρους Κινέζους και τους Αμερικανούς, σχολιάζει δημοσίευμα των Financial Times. Αφού προσπάθησε να συγκεντρώσει δισεκατομμύρια σε νέα μετοχικά κεφάλαια, η Northvolt βρίσκεται σε συζητήσεις για έναν νέο γύρο χρηματοδότησης ύψους 200 εκατ. ευρώ. Μια θυγατρική της που διαχειριζόταν την επέκταση του κύριου εργοστασίου στο Skellefteå, η Northvolt Ett Expansion, κήρυξε πτώχευση την περασμένη εβδομάδα, αφήνοντας χρέη ύψους περίπου 58 εκατ. δολαρίων, τονίζει το Bloomberg. Η κίνηση αυτή έρχεται μετά την απόφαση του περασμένου μήνα να καταργηθούν 1.600 θέσεις εργασίας στη Σουηδία συμπεριλαμβανομένων 1.000 θέσεων εργασίας στο Skelleftea, όπου βρίσκεται το εργοστάσιο ως απάντηση στην εντεινόμενη κρίση ρευστότητας. Τώρα, η Northvolt ψάχνει «έναν από μηχανής θεό», ώστε να εξασφαλίσει ένα οικονομικό πακέτο ύψους 300 εκατ. ευρώ χάρη στο οποίο θα παραμείνει… ζωντανή.
Η εταιρεία μπαταριών η Automotive Cells Company (ACC), θυγατρική μπαταριών της TotalEnergies, που υποστηρίζεται από τις αυτοκινητοβιομηχανίες Stellantis και Mercedes αποτελεί ένα ακόμη τρανταχτό παράδειγμα. Τον περασμένο Φεβρουάριο, η ACC συγκέντρωσε 4,4 δισεκατομμύρια ευρώ και σχεδίαζε να τα επενδύσει στην κατασκευή μιας δεύτερης γραμμής παραγωγής στο Ντουβρίν της Γαλλίας, καθώς και στην ανέγερση giga-factories στο Καϊζερσλάουτερν (Γερμανία) και στο Τέρμολι (Ιταλία). Ήδη η κατασκευή των δύο εργοστασίων δυναμικότητας 40 GWh στη Γερμανία και την Ιταλία έχει ανασταλεί ως αποτέλεσμα της επιβράδυνσης της ζήτησης για ηλεκτρικά οχήματα. Το έργο της Italvolt στην Τουρίν, Ιταλία, που σχεδιαζόταν να δημιουργήσει μια εγκατάσταση παραγωγής μπαταριών με ετήσια δυναμικότητα 45 GWh, φαίνεται να μην μπορεί να προχωρήσει. Η εταιρεία, υπό τον Σουηδό επιχειρηματία Lars Carlstrom, υπέβαλε αίτηση προστασίας από τους πιστωτές της στο ιταλικό δικαστήριο, καθώς ήρθε αντιμέτωπη με οικονομικές δυσκολίες και καθυστερήσεις στη χρηματοδότηση του έργου. Επιπλέον, το σχέδιο αντιμετώπισε γραφειοκρατικές προκλήσεις και διαφορές με την εταιρεία σχεδιασμού Pininfarina, γεγονότα που έθεσαν υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητά του.
Φέτος τον Αύγουστο, οι υπάλληλοι της Freyr Battery ενημερώθηκαν ότι η εταιρεία μπαταριών πρέπει να μειώσει σημαντικά την κλίμακα της προκειμένου να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες της αγοράς. Η Freyr Battery αποφάσισε να αναστείλει την περαιτέρω ανάπτυξη του έργου της στο Mo i Rana στη Νορβηγία, το οποίο είχε προγραμματιστεί να έχει παραγωγική δυναμικότητα 17,4 GWh. Η ανακοίνωση έγινε τον Νοέμβριο του 2023, μετά από οικονομικές και στρατηγικές αναθεωρήσεις που υπογράμμισαν την πρόκληση της κερδοφόρας παραγωγής σε αυτόν τον τομέα. Το έργο Giga Arctic είχε ήδη σημειώσει σημαντική πρόοδο στις υποδομές του, με την ολοκλήρωση μεγάλου μέρους των εγκαταστάσεων παραγωγής. Παρά τις αρχικές φιλοδοξίες, οι αυξανόμενες προκλήσεις στην αγορά των μπαταριών ανάγκασαν την Freyr να αναθεωρήσει τα πλάνα της και να περιορίσει την επέκταση του έργου στο Mo i Rana. Την πλάτη στην Ευρώπη γύρισε και η κινεζική Svolt. Η κινεζική εταιρεία μπαταριών ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει τις δραστηριότητές της στη Γερμανία, ακυρώνοντας το έργο της στο Brandenburg, το οποίο είχε σχεδιαστεί με δυναμικότητα 16 GWh. Η απόφαση ανακοινώθηκε τον Μάιο του 2024 και αφορά επίσης τα σχέδια της Svolt για επέκταση στις αγορές της Αυστρίας και της Ελβετίας. Αντί για αυτό, η εταιρεία σκοπεύει πλέον να εξυπηρετεί τις αγορές της Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας απευθείας από την Κίνα.
Η «κυριαρχία» της Κίνας στην παραγωγή μπαταριών
Η αποτυχία να επιτευχθεί η μαζική παραγωγή μπαταριών στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης αφήνει τη Δύση εκτεθειμένη στην αυξανόμενη επιρροή της Ανατολής, και ειδικότερα της Κίνας. Η λύση βρίσκεται είτε σε μια συντονισμένη προσπάθεια από κυβερνήσεις σε επίπεδο ΕΕ ή ΗΠΑ, είτε σε στρατηγικές συνεργασίες με καταξιωμένους Ασιάτες κατασκευαστές, αναφέρει η Wall Street Journal. Η Κίνα κατέχει ηγετική θέση με μερίδιο 70–90% της παγκόσμιας αγοράς μπαταριών ιόντων λιθίου, καλύπτοντας κάθε στάδιο της αλυσίδας εφοδιασμού, από την εξόρυξη πρώτων υλών μέχρι την τελική παραγωγή μπαταριών, τονίζει έκθεση με τίτλο «Κερδίζοντας τη μάχη των μπαταριών. οι Ευρωπαίοι παραγωγοί κυψελών ήταν η εστίασή τους σε πιο ακριβές, μεγαλύτερης εμβέλειας χημικές μπαταρίες που χρησιμοποιούν νικέλιο και κοβάλτιο. Οι φθηνότερες, χαμηλότερης εμβέλειας μπαταρίες φωσφορικού σιδήρου λιθίου (LFP), στις οποίες ειδικεύονται οι Κινέζοι παραγωγοί, βελτιώνονται συνεχώς και γίνονται φθηνότερες, ωθώντας τους κατασκευαστές αυτοκινήτων να επανεξετάσουν την καταλληλότητα αυτών των μπαταριών για την ευρωπαϊκή αγορά. Πάντως, η Κίνα σχεδιάζει να συνεχίσει να αυξάνει την παραγωγή της. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας προβλέπει ότι «η κυριαρχία της Κίνας στην ικανότητα παραγωγής ενεργών υλικών καθόδου και ανόδου δεν θα σημειώσει καμία σημαντική μείωση μέχρι το 2030. Μάλιστα, δεν προβλέπεται οι ΗΠΑ να κατακτήσουν περισσότερο από το 15% της αγοράς ιόντων λιθίου έως το 2030, ακόμη και αν υλοποιηθούν όλα τα ανακοινωθέντα έργα».
Η ευκαιρία για rebound από Ευρώπη και ΗΠΑ
Οι μπαταρίες επόμενης γενιάς αντιπροσωπεύουν ένα κρίσιμο πεδίο μάχης στον παγκόσμιο ανταγωνισμό για την κατάκτηση μεριδίου αγοράς στη βιομηχανία μπαταριών. Την τελευταία δεκαετία, οι ΗΠΑ απέκτησαν ένα πρώιμο τεχνολογικό προβάδισμα μέσω των ερευνητικών προσπαθειών από ερευνητικά ιδρύματα και νεοφυείς επιχειρήσεις με υποστήριξη από επενδυτικά κεφάλαια. Σήμερα, υπάρχουν πολλές εισηγμένες αμερικανικές εταιρείες που αναπτύσσουν μπαταρίες επόμενης γενιάς· η μοναδική αμερικανική εταιρεία αυτού του είδους με κεφαλαιοποίηση δισεκατομμυρίων, η QuantumScape, έχει ανακοινώσει μια συμφωνία για βιομηχανική άδεια και παραγωγή με την αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen. Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για το ποιος θα είναι ο πρώτος που θα φέρει στην αγορά μπαταρίες επόμενης γενιάς εντείνεται.
Η μετάβαση στις μπαταρίες στερεάς κατάστασης είναι κάτι περισσότερο από απλή τεχνολογική πρόοδος. Πρόκειται για θεμελιώδη αλλαγή της τεχνολογίας μπαταριών. Η Κίνα παίρνει στα σοβαρά το θέμα της στερεάς κατάστασης. Η κινεζική κυβέρνηση, θέλοντας να διατηρήσει την κυριαρχία της, δημιούργησε την Πλατφόρμα Συνεργατικής Καινοτομίας Κινεζικών Μπαταριών Στερεάς Κατάστασης (CASIP). Αυτή η κοινοπραξία λειτουργεί ως σύνδεσμος, συγκεντρώνοντας κυβερνητικούς φορείς, ακαδημαϊκά ιδρύματα και μεγάλες εταιρείες του κλάδου, όπως η CATL και η BYD. Η αποστολή της CASIP περιλαμβάνει ένα φάσμα δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της βασικής έρευνας, των τεχνολογικών προόδων και των συλλογικών προσπαθειών ενσωμάτωσης μπαταριών στερεάς κατάστασης στα ηλεκτρικά οχήματα. Απώτερος στόχος είναι η δημιουργία ισχυρής παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας, με κινεζικές εταιρείες στον πυρήνα της. Συγκεκριμένα, σημαντικές εταιρείες του κλάδου μπαταριών, συμπεριλαμβανομένων των CATL, BYD, CALB, EVE Energy και Gotion High-tech, συσπειρώθηκαν πίσω από αυτήν την πρωτοβουλία, υπογραμμίζοντας την τρομερή ικανότητα συσπείρωσης της Κίνας. Αυτό που ξεχωρίζει στην προσέγγιση της Κίνας είναι η ικανότητά της να συσπειρώνει ανταγωνιστές για έναν κοινό σκοπό. Παρά τον έντονο ανταγωνισμό στις συμβατικές μπαταρίες λιθίου φωσφορικού σιδήρου, εταιρείες όπως η CATL και η BYD παραμέρισαν τις διαφορές τους επιδιώκοντας το κοινό όραμα της υπεροχής των μπαταριών στερεάς κατάστασης.
Σε άλλα μέρη της Ασίας, οι ιαπωνικές αυτοκινητοβιομηχανίες Toyota και Nissan στοχεύουν στην παραγωγή στερεών μπαταριών έως το 2028, ενώ ο νοτιοκορεατικός όμιλος Samsung επιδιώκει να παράγει μαζικά μπαταρίες επόμενης γενιάς για πολυτελή οχήματα έως το 2027. Τα επόμενα χρόνια είναι καθοριστικά στον αγώνα για την εμπορική αξιοποίηση των μπαταριών επόμενης γενιάς υψηλής απόδοσης. Σύμφωνα με την πρόβλεψη της Bloomberg, μέχρι το 2035, οι καινοτόμες μπαταρίες με ανόδους από μέταλλο λιθίου θα μπορούσαν να καλύπτουν το 20–30% της παγκόσμιας αγοράς μπαταριών. Τα πρώτα προϊόντα που θα ενσωματώνουν αυτήν την τεχνολογία —όπως οχήματα, ηλεκτρονικές συσκευές και στρατιωτικός εξοπλισμός— ενδέχεται να εμφανιστούν στην αγορά ήδη τους επόμενους 24 έως 36 μήνες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν την πολυτέλεια να μείνουν πίσω σε αυτή την εξέλιξη, καθώς τα διακυβεύματα είναι εξαιρετικά υψηλά. Η Κίνα, από την πλευρά της, αναγνωρίζει επίσης τον κίνδυνο που διατρέχει αν δεν καταφέρει να ηγηθεί σε αυτή τη νέα τεχνολογική αλλαγή. Σύμφωνα με την Benchmark Mineral Intelligence, καθώς οι μπαταρίες επόμενης γενιάς εισέρχονται στην εμπορική αγορά, η Κίνα αναμένεται να έχει μόνο μειοψηφικό μερίδιο στην παραγωγή τους έως το 2030. Όπως σημειώνεται, «Η Κίνα βλέπει τις στερεάς μορφής μπαταρίες ως απειλή για τον έλεγχο που ασκεί σήμερα στη βιομηχανία μπαταριών ιόντων λιθίου».
Οι τιμές μπαταριών «πέφτουν»
Μια νέα ανάλυση από την Goldman Sachs Research στον τομέα των ηλεκτρικών οχημάτων (EV), η Goldman Sachs αναφέρει ότι οι τιμές των πακέτων μπαταριών έχουν μειωθεί κατά 25% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, φτάνοντας τα 111 δολάρια ανά κιλοβατώρα (kWh). Οι προβλέψεις δείχνουν ότι οι μέσες τιμές των μπαταριών θα συνεχίσουν να μειώνονται, φτάνοντας τα $80/kWh μέχρι το 2026. Επιπλέον, η τράπεζα σημειώνει ότι οι παγκόσμιες μέσες τιμές των μπαταριών έπεσαν από τα 153δολάρια /kWh το 2022 στα $149/kWh το 2023 και αναμένεται να φτάσουν τα 111 δολάρια /kWh έως το τέλος του 2024, με μακροπρόθεσμες προβλέψεις που εκτείνονται έως το 2030. Η ανάλυση υποδεικνύει ότι οι τιμές των μπαταριών για σταθερές εφαρμογές αποθήκευσης ακολουθούν τις ίδιες τάσεις με την ευρύτερη αγορά των μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα, καθώς και οι δύο επηρεάζονται από τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις μειώσεις κόστους στην παραγωγή.
Διαβάστε ακόμη